31 Ιαν 2012

Πάνω από ένα δισεκατομμύριο οι άνεργοι και οι «φτωχοί εργαζόμενοι»!

Ριζοσπάστης 29-1-2012

Ο φόβος μπροστά στην κοινωνική έκρηξη διαπνέει την τελευταία έκθεση της Διεθνούς Οργάνωσης Εργασίας (ΔΟΕ) για την ανεργία, όπου σημειώνεται ότι είναι επιτακτική η ανάγκη δημιουργίας 600 εκατομμυρίων παραγωγικών θέσεων εργασίας μέσα στην επόμενη δεκαετία για τη διατήρηση της στοιχειώδους «κοινωνικής συνοχής».

ΣΤΗΝ ΕΚΘΕΣΗ επαναλαμβάνεται ότι ο σημερινός αριθμός των ανέργων υπολογίζεται σε 200 εκατομμύρια, αν και υπάρχουν βάσιμες εκτιμήσεις ότι ο πραγματικός αριθμός είναι πολύ μεγαλύτερος. Ετσι, για την απορρόφηση των σημερινών ανέργων και δεδομένου ότι το εργατικό δυναμικό αυξάνει κατά 40 εκατομμύρια το χρόνο, ο συνολικός αριθμός θέσεων εργασίας που απαιτούνται υπολογίζεται σε 600 εκατομμύρια.

Η ΔΟΕ επισημαίνει ακόμη ότι ένας πολύ μεγάλος αριθμός εργαζομένων, πάνω από 900 εκατομμύρια, αν και έχουν δουλειά, «ζουν» (μαζί με τις οικογένειές τους) κάτω από το όριο της φτώχειας. Οι εργαζόμενοι αυτοί, που ζουν κυρίως στις αναπτυσσόμενες χώρες, έχουν εισόδημα κάτω από 2 δολάρια την ημέρα!

Μάλιστα, πάνω από τους μισούς αυτής της κατηγορίας «ζουν» με εισόδημα κάτω από 1,25 δολάριο την ημέρα, σε συνθήκες ακραίας φτώχειας.
Αξίζει να σημειωθεί ακόμη ότι σ' αυτή την κατηγορία των «φτωχών εργαζόμενων» ανήκει το 30% του παγκόσμιου εργατικού δυναμικού...

ΣΤΗΝ ΕΚΘΕΣΗ αναφέρεται ότι παρά την οικονομική ανάκαμψη σε ορισμένες μεγάλες οικονομίες ο συνολικός αριθμός των ανέργων είναι κατά 27 εκατομμύρια μεγαλύτερος σε σχέση με την έναρξη της παγκόσμιας καπιταλιστικής κρίσης.
Μια άλλη αξιοσημείωτη παρατήρηση αφορά στη μείωση του εργατικού δυναμικού κατά 29 εκατομμύρια, είναι κυρίως εκείνοι οι εργαζόμενοι που απελπίστηκαν από την πολυετή αναζήτηση εργασίας και αφού εγκατέλειψαν την προσπάθεια διαγράφηκαν από τα μητρώα των αντίστοιχων οργανισμών. Αν προστεθούν και αυτοί στον αριθμό των ανέργων, τότε αυτός ξεπερνάει τα 230 εκατομμύρια.

Και σ' αυτή την έκθεση της ΔΟΕ υπογραμμίζεται το ιδιαίτερα υψηλό ποσοστό ανεργίας των νέων ηλικίας 15-24 ετών αφού υπολογίζεται ότι το 2011 ο αριθμός των ανέργων αυτής της ηλικιακής κατηγορίας σε 74.800.000, κατά 4 εκατομμύρια περισσότεροι σε σχέση με το 2007 (έτος έναρξης της κρίσης). Σε παγκόσμιο επίπεδο οι νέοι αυτής της κατηγορίας έχουν τριπλάσιες πιθανότητες να μείνουν άνεργοι σε σχέση με τους μεγαλύτερους σε ηλικία εργαζόμενους. Το συνολικό ποσοστό ανεργίας των νέων υπολογίζεται σε 12,7%.

ΟΣΟΝ ΑΦΟΡΑ το τι πρέπει να γίνει, η ΔΟΕ εκφράζει την αγωνία της για την εξέλιξη της ανεργίας και την ολιγωρία που δείχνουν τα κράτη και οι οργανισμοί στην αντιμετώπιση του προβλήματος. Οι προτάσεις που διατυπώνει στην έκθεσή της αποδεικνύουν ότι το πραγματικό ενδιαφέρον βρίσκεται στο πώς θα αποσοβηθεί μια κοινωνική έκρηξη και όχι πώς θα αντιμετωπισθούν οι αιτίες που γεννούν και αναπαράγουν την ανεργία. Εξάλλου, τα τελευταία χρόνια η ΔΟΕ υποστήριξε την «απελευθέρωση της αγοράς εργασίας» και πρωτοστάτησε στην καθιέρωση και επέκταση των «ελαστικών» σχέσεων εργασίας. Είναι λογικό, λοιπόν, να επιμένει ότι η λύση θα έρθει με «στοχευμένες δράσεις», όπως προτείνει.

Δεύτερη Ανάγνωση, 3 ειδήσεις

αναδημοσίευση 3 ειδήσεων από το εβδομαδιαίο δελτίο εναλλακτικής πληροφόρησης Δεύτερη Ανάγνωση. ολόκληρο το δελτίο εδώ 
http://disdaimona.blogspot.com/2012/01/blog-post_8785.html 

Πόσα πληρώνουν οι τράπεζες;


Στην Βρετανία έχει ξεσπάσει ένα σκάνδαλο με αφορμή την αμοιβή ενός διευθύνοντος στελέχους της Royal Bank of Scotland η οποία κρατικοποιήθηκε μετά από την κρίση του 2008. Και έτσι ενώ οι Βρετάνη φορολογούμενοι πλήρωσαν για τα λάθη των τραπεζιτών το 2008 και τώρα αναπληρώνουν μέσα από τις περικοπές για να καλυφθούν τα ελλείμματα τα οποία προκάλεσε η κρίση των τραπεζών, οι διευθύνοντες δεν φαίνεται να θεωρούν ότι θα πρέπει να περικόψουν τα δικά τους εισοδήματα. Ο κ. Stephen Hester της πιο πάνω τράπεζας θα πάρει 1.1. εκατομμύριο εύρο σαν πόνους – και μάλιστα αυτό είναι μόλις το μισό του τι πήρε πέρσι.
Οι άγγλοι λοιπόν άρχισαν να ρωτούν τα απαγορευμένα ερωτήματα.
Οι κυπριακές τράπεζες τι πληρώνουν στα διευθυντικά τους στελέχη; Εκκρεμεί το ερώτημα πως και γιατί οι διευθύνοντες αποφάσισαν το 2010 να αγοράσουν μαζικά ελληνικά ομόλογα οδηγώντας όχι μόνο την τράπεζα στην οποία εργάζονται σε κρίση αλλά και την υπόλοιπη οικονομία. Διότι ακόμα και οι οίκοι αξιολόγησης για αυτά τα ομόλογα μιλούν.


...
Τυνησία: διαδηλώσεις κοινωνικής αυτοάμυνας εναντίον των απειλων και της βιας των θρησκόληπτων
Στην Τυνησία η ένταση ανάμεσα στους κοσμικούς και τους ισλαμιστές φαίνεται να παίρνει πια μορφές αντιπαράθεσης στο δρόμο. Παρά την επιφανειακή προσπάθεια διάφορων να παρουσιάσουν τους ισλαμιστές σαν απλά πολιτικές τάσεις που έχουν να κάμουν με την «ταυτότητα» [και αυτό είναι πιο έκδηλο στην Αίγυπτο], στην καθημερινότητα η ένταση φαίνεται να ανεβαίνει. Η πρώτη αντιπαραθεση είχε να κάμει με την επίθεση ακραίων ισλαμιστών [σαλαφιστων] ενάντια στα μπουρδελα. Ακολούθησαν επιθέσεις ενάντια σε τηλεοπτικό σταθμό ο οποίος πρόβαλε ταινίες οι οποίες θεωρήθηκαν προσβλητικές και άσεμνες. Και η αντιπαραθεση έφτασε στα πανεπιστήμια όπου ο σαλαφιστες επιμένουν ότι πρέπει να επιτραπεί η ολική κάλυψη του προσώπου των γυναικών – ένα σημείο στο οποίο αντιδρούν οι κοσμικοί, φοιτητες/τριες και καθηγητές. Και σε αυτό το πλαίσιο αυξάνονται και τα επεισόδια βίας τα οποία φαίνεται να έχουν σαν αιτία την ισλαμική διεκδίκηση επιβολής ηθών και ηθικής στους τυνήσιους.
Μπροστά σε αυτήν την κατάσταση οι κοσμικοί τυνήσιοι άρχισαν να κινητοποιούνται: ήδη έχουν γίνει εκδηλώσεις διαμαρτυρίας για την πρώτη επέτειο της εξέγερσης που ανέτρεψε τον Μπεν Αλι με συνθήματα ενάντια στις επεμβάσεις των εμιράτων της σαουδαραβικης χερσονήσου στα εσωτερικά της Τυνησίας – θεωρείται ότι χρηματοδότησαν το ισλαμικό κόμμα.
Τώρα άρχισαν και οι διαδηλώσεις ενάντια στους ντόπιους ισλαμιστές. Η πρώτη μαζική διαδήλωση έγινε το περασμένο Σάββατο στην Τύνιδα.

Ανατολική Ευρώπη: Κάτι κοχλάζει – ταξικές εντάσεις, αυταρχικές νοσταλγίες και διεκδικήσεις δικαιωμάτων
Στην Ρουμανία οι διαδηλώσεις συνεχίστηκαν για 11 μέρες με έντονες συγκρούσεις παρά το ότι η κυβέρνηση απέσυρε τα νομοσχέδια για ιδιωτικοποίηση των νοσοκομειακών υπηρεσιών. Όταν μαλιστα ο υπουργός εξωτερικών δοκίμασε να κάμει απόπειρα διαμονοποιησης των διαδηλωτών σαν «χουλγκανς των φτωχογειτονιών», απειλήθηκε νέος γύρος κινητοποιήσεων και ο πρωθυπουργός του ζήτησε να παραιτηθεί.
Στην Ουγγαρία από την άλλη πλευρά ο κεντροδεξιός πρωθυπουργός υποσχέθηκε στους ευρωπαίους να αλλάξει κάπως το σύνταγμα, αλλά πίσω στην Βουδαπέστη μια μεγάλη συγκέντρωση δεκάδων χιλιάδων αποδοκίμαζε την Ευρώπη για τις παρεμβάσεις της. Στη ανταπόκριση του euronews η εικόνα εστίασε σε ένα πανό που ταύτιζε την Ευρώπη με τον «Μαμμωνά». Η θρησκοληψία σαν μεταφορική αναφορά στον καπιταλισμό.
Στην Βουδαπέστη πάντως έκλεισε και ο τελευταίος ραδιοφωνικός σταθμός της αντιπολίτευσης μετά από την απόσυρσης της άδειας του από την κυβέρνηση. Στην ανατολική Ευρώπη μια μερίδα της δεξιάς φαίνεται να γίνεται αυξανόμενα αντί-ευρωπαϊκή αντί απλά ευρωσκεπτικιστικη. Και αυτό συνοδευτεί και από ένα αυξανόμενο εσωτερικό αυταρχισμό. Η σοσιαλδημοκρατική αριστερά αντίθετα φαίνεται να είναι σαφώς πιο φιλοευρωπαικη. Έτσι ο πρωθυπουργός της Ουγγαρίας αποκάλεσε τις πιέσεις ενάντια στην κυβέρνηση του σαν «συνομωσία της παγκόσμιας αριστεράς».
Αντίθετα στην Πολωνία υπήρχε μια ενδιαφέρουσα κίνηση πιο συγχρονισμένη με τις διεθνείς τάσεις: δεκάδες χιλιάδες πολωνοί σε διάφορες πόλεις διαμαρτυρήθηκαν για το νομοσχέδιο ACTA το οποίο έγκρινε η κυβέρνηση τους. Η ACTA ίνα μια ακόμα συμφωνία για την προστασία της ιδιοκτησίας στο ιντερνετ – με την μορφή της προστασίας των copyright. Και η νομοθεσία δίνει στα κράτη το δικαίωμα να παρακολουθούν διάφορα σαϊτς και να συλλαμβάνουν όσους θεωρούνται ύποπτοι η παραβάτες. Η εκστρατεία ενάντια στο νομοσχέδιο έχει τις ίδιες ρίζες όπως η αντίσταση στην SOFA στις ΗΠΑ –εμπλέκονται και εδώ οι anonymous αλλά στο ευρωπαϊκό πλαίσιο υπάρχει και το «κόμμα των πειρατών»
Μαζικές όμως διαδηλώσεις μόνο στην Πολωνία έχουν γίνει μέχρι στιγμής.

26 Ιαν 2012

Ταξική αντίσταση για να κοπεί η φόρα των εργοδοτών

Έχουμε μπει πλέον για τα καλά σε μια εποχή ταξικής σύγκρουσης. Η ΟΕΒ μετά την επιτυχία της να περάσει τα μέτρα λιτότητας που εστίαζαν στους εργαζόμενους του ευρύτερου δημόσιου τομέα στράφηκε με μανία στους εργαζόμενους του ιδιωτικού τομέα. Μόλις 2 βδομάδες μετά την επιβολή των μέτρων από κυβέρνηση και βουλή ζήτησε πάγωμα μισθών, ΑΤΑ, και εργοδοτικής εισφοράς στα Ταμεία Προνοίας στον ιδιωτικό τομέα ενώ ξεκίνησε και εκστρατεία για 15% μείωση στους κατώτατους μισθούς. Η λογική της ΟΕΒ είναι οι δυσκολίες των επιχειρήσεων να ανταποκριθούν στις υποχρεώσεις τους λόγω της μείωσης του κύκλου εργασιών τους και η απειλή για κλείσιμο των επιχειρήσεων και περαιτέρω αύξηση της ανεργίας. Πρέπει να μειωθεί άμεσα το εργατικό κόστος και να στηριχτεί η επιχειρηματικότητα υποβάλλει φορτικά η ΟΕΒ από το τέλος του Δεκέμβρη. Και τώρα ξεκαθαρίζει ότι δεν επιχειρεί απλά πάγωμα μισθών, ΑΤΑ και αναστολή πληρωμής στα ταμεία Προνοίας αλλά επιπλέον και μείωση και κατάργηση της αποζημίωσης για υπερωριακή απασχόληση και 2 ώρες εβδομαδιαία αύξηση του ωραρίου εργασίας.

Τα συνδικάτα συνομιλούν με την ΟΕΒ και φαίνονται έτοιμα να συναινέσουν σε παγώματα, όχι όμως συνολικά αλλά κατά επιχείρηση, όχι για την ΑΤΑ και όχι σε μειώσεις μισθών. Εν τω μεταξύ όμως και παρά τις σε εξέλιξη διαπραγματεύσεις σε κεντρικό επίπεδο, κλαδικοί σύνδεσμοι εργοδοτών έχουν καλέσει τα μέλη τους να προχωρήσουν στα παγώματα ενώ πληθαίνουν οι εργοδότες που παραβιάζουν τις συλλογικές συμβάσεις συστηματικά πλέον αμφισβητώντας μάλιστα ανοιχτά και άμεσα την ισχύ τους. Έτσι ΠΕΟ και ΣΕΚ μη έχοντας άλλη επιλογή και αφού διαβλέπουν ότι διακυβεύεται πλέον όχι μόνο το βιοτικό επίπεδο των μελών τους αλλά και η συνέχιση της ύπαρξης των συλλογικών συμβάσεων και κατ' επέκταση του ίδιου του συνδικαλισμού προχωρούν σε απεργιακά μέτρα.

Ήδη υπάρχουν εξαγγελθείσες 24ωρες προειδοποιητικές απεργίες στα λιμάνια Λεμεσού και Λάρνακας την 1 Φεβράρη και στις εταιρείες αναψυκτικών και στο γαλακτοκομείο Λανίτη στις 2 του Φεβράρη. Ακολουθεί η οικοδομική βιομηχανία με παγκύπρια 24ωρη απεργία ενώ εκκρεμούν ακόμα και τα ανοιχτά ζητήματα και στο τσιμεντοποιείο Βασιλικού αλλά και στην πολιτική αεροπορία και στο επιστημονικό προσωπικό της ΑΗΚ. Στην βόρεια Κύπρο τα μέτρα λιτότητας συνεχίζονται με τον κατώτατο μισθό να έχει ήδη παγώσει. Η απόπειρα όμως της κυβέρνησης Κουτσιούκ να ιδιωτικοποιήσει την ηλεκτρική και τηλεπικοινωνιακή υπηρεσία οδήγησε σε επ' αόριστον απεργία των εργαζομένων ήδη από την περασμένη βδομάδα ενώ ανακοινώθηκε από την συνδικαλιστική πλατφόρμα και τα κόμματα της αριστεράς διενέργεια μεγάλου συλλαλητηρίου ενάντια στην κυβέρνηση για τις 30 του Γενάρη.

Η ΕΡΑΣ θεωρεί ότι το συνδικαλιστικό κίνημα θα πρέπει να δείξει την δύναμη του και μέσα από μαζικές και δυναμικές κινητοποιήσεις, ενδεχομένως κλιμακούμενες να βάλει φρένο στην διάβρωση των εργασιακών σχέσεων και στην υποβάθμιση του βιοτικού επιπέδου των εργαζομένων. Αν δεν κοπεί η φόρα που πήρε η εργοδοσία η υποτίμηση της εργασίας όχι μόνο δεν θα σταματήσει αλλά θα επιταχυνθεί. Ας μην μας διαφεύγει το γεγονός ότι είμαστε εν μέσω μιας βαθιάς παγκόσμιας συστημικής κρίσης. Οι σημερινές συγκρούσεις δεν είναι μόνο οικονομικές αλλά και πολιτικές – και καθορίζουν όχι μόνο τις αυριανές συνθήκες αλλά και τους αυριανούς συσχετισμούς δυνάμεων. Και τα ζητήματα δεν αφορούν απλά τους μισθούς κάποιων εργαζομένων και την βιωσιμότητα κάποιων επιχειρήσεων αλλά συνολικά την εργασία και το κεφαλαίο και κατ' επέκταση το σύστημα το ίδιο όχι μόνο σε εθνικό αλλά και σε περιφερειακό και παγκόσμιο επίπεδο. Οι εκπρόσωποι του κεφαλαίου, επικαλούμενοι την κρίση θέτουν ζήτημα απορρύθμισης της αγοράς εργασίας – ας απαντήσουν και οι εκπρόσωποι των εργαζομένων θέτοντας το ζήτημα της ρύθμισης της αγοράς κεφαλαίων και του κοινωνικού ελέγχου του χρηματοπιστωτικού συστήματος.

Δεύτερη ανάγνωση: «Είναι οι τράπεζες, ηλίθιε»

απόσπασμα από το εβδομαδιαίο newletter εναλλακτικής ενημέρωσης που κυκλοφορεί με ήμεηλ

«Είναι οι τράπεζες, ηλίθιε»: τώρα οι τράπεζες θέλουν πάνω από 5 δις και δεν έχουν δώσει λόγο ακόμα για το πώς μας έμπλεξαν έτσι


Όταν άρχισε να γίνεται πρώτος απολογισμός για το τι θα στοιχίσει η επένδυση των τραπεζών στα ελληνικά ομόλογα [και πολύ πιθανό στην κοινωνία, μέσω της βοηθείας στις τράπεζες από το δημόσιο] κυκλοφόρησε ο αριθμός 3.4 δις. Μετά την τελευταία υποβάθμιση και σε μια προσπάθεια μερικών να προσφέρουν μια ερμηνεία πέρα από την ευρύτερη πολιτική σχέση των οίκων με την Ε.Ε., ξαφνικά το ποσό το οποίο θα χρειαστούν οι τράπεζες εκτοξεύτηκε πέραν των 5 δις. Ο λόγος της νέας αναβάθμισης είναι τα δάνεια των τραπεζών στην Ελλάδα – και ο κίνδυνος να χαθούν και αυτά επίσης μέσα στο γενικότερο κλίμα.

Μια ενδιαφέρουσα διάσταση του όλου θέματος είναι ότι η ευθύνη των τραπεζών για την παρούσα κρίση, συζητήθηκε μόλις υποτυπωδώς στην βουλή. Καμία έρευνα δεν έγινε για να διαφανεί ποιοι και γιατί [με ποια κριτήρια] αποφάσισαν το 2010 να αγοράσουν τα ελληνικά ομόλογα. Ποιοι είχαν την ευθύνη – και πως μπορεί έστω να μην επαναληφθεί. Στο εξωτερικό λ.χ. γίνεται αυτή την στιγμή μια συζήτηση για διάφορα «ταμεία υψηλού κίνδυνου» [κερδοσκοπίας βασικά] τα οποία είχαν αγοράσει ομόλογα ακριβώς όταν τα ξεφορτώνονταν άλλοι επενδυτές ποντάροντας κερδοσκοπικά. Το ζήτημα είναι ότι φαίνεται οι κυπριακές τράπεζες να κινήθηκαν με το κλίμα των κερδοσκόπων – αγόραζαν ενώ οι πιο σοβαροί επενδύτες πωλούσαν. Λειτουργούν και σαν κερδοσκόποι κάποιοι στο τραπεζιτικό τομέα; Προφανώς όταν το δημόσιο θα κληθεί να πληρώσει για αυτές τις αποφάσεις οι οποίες προκάλεσαν και την νέα κρίση, το όλο θέμα θα επανέλθει.

Και όπως φάνηκε και από την Ελβετία όταν ο κεντρικός τραπεζίτης αναγκάστηκε να «αναλάβει τις ευθύνες του» όταν διαπιστώθηκε ότι μέλη της οικογένειας του χρησιμοποιούσαν τις πληροφορίες που ήξερε, για ιδιοτελή κέρδη, ίσως μια ανάλογη ευθιξία να απλωθεί ευρύτερα στον τραπεζιτικό τομέα.

23 Ιαν 2012

Είναι το ΚΚΕ πρότυπο για την κυπριακή Αριστερά;

 στα πλαίσια της καπιταλιστικής κρίσης αλλά και της κρίσης της Αριστεράς είναι σημαντικό να συζητήσουμε και για το που στεκόμαστε και για το που μπορούμε να πάμε. Ο διάλογος εντός της αριστεράς είναι πάντα χρήσιμος - σήμερα πιο αναγκαίος παρά ποτέ. Δημοσιεύουμε ένα κείμενο του σύντροφου Μάριου Θρασυβούλου που μας στάληκε με ήμεηλ

....................................
Η διακυβέρνηση του τόπου από την Αριστερά για πρώτη φορά στην Κύπρο, συνέπεσε με τη μεγάλη παγκόσμια οικονομική κρίση. Και αφού ήταν δεδομένο από την αρχή ότι το ΑΚΕΛ και ο Χριστόφιας θα κυβερνούσαν μέσα σε καπιταλιστικά πλαίσια, αναπόφευκτα, αυτή η κρίση του συστήματος σημάδεψε και τους αριστερούς διαχειριστές του. Πέραν των περιορισμών που έχει, έτσι κι’ αλλιώς, η Αριστερά όσον αφορά την οικονομική πολιτική της, έχουμε και τη Βουλή που στην πλειοψηφία της παίζει το ρόλο του υπερασπιστή του κεφαλαίου και σπρώχνει για περαιτέρω αντιλαϊκά μέτρα.
Η ανεργία, οι μειώσεις των μισθών, η αμφισβήτηση των εργατικών κατακτήσεων, οι απεργίες, δημιουργούν μια κατάσταση δύσκολη και νεοφανή, τουλάχιστον για τις τελευταίες δεκαετίες. Αυτή η σύγκρουση κινητοποίησε σε μεγάλο βαθμό τα ταξικά ένστικτα. Μια σειρά ανθρώπων της Αριστεράς, μέσα και έξω από το ΑΚΕΛ, δείχνουν πλέον τη δυσαρέσκειά τους στην πολιτική Χριστόφια. Κατηγορούν τον Πρόεδρο και το ΑΚΕΛ ότι συμβιβάστηκαν με τη λογική του κεφαλαίου. Η κριτική είναι βάσιμη και δικαιολογημένη. Το πρόβλημα  φυσικά δεν είναι η κριτική ως τέτοια. Το πρόβλημα είναι, ίσως λόγω έλλειψης συζήτησης για εναλλακτικές πολιτικές επιλογές, η εμφάνιση λογικών και στάσεων που παραπέμπουν στο ΚΚΕ: Αγώνας στο δρόμο, απεργιακές κινητοποιήσεις, επαναστατική ρητορεία, μοναχική πολιτική πορεία μακριά  από συνεργασίες με εκπροσώπους του συστήματος. Αυτό το “ηρωικό” πρότυπο του ΚΚΕ  ξεπροβάλλει σιγά σιγά , σε αντιπαραβολή  με  το “συμβιβασμένο” ΑΚΕΛ. Είναι όμως το ΚΚΕ το κατάλληλο πρότυπο;
ΚΚΕ και σταλινισμός

Ο καπιταλισμός ως σύστημα έφτασε στα όριά του. Και ενώ στην οικονομική του διάσταση δείχνει ολοένα και πιο πολύ την οπισθοδρομική του πορεία, είναι ακόμα πολιτικά αποδεκτός (ή ανεχτός) από τον κόσμο. Ο κύριος λόγος είναι η ζημιά που έκανε η παραμόρφωση του σοσιαλισμού στη αν. Ευρώπη και η αναπόφευκτη καχυποψία για το σύστημα αυτό. Είναι φανερό ότι η κατάρρευση προήλθε από τις εσωτερικές αδυναμίες και αντιφάσεις, τη γραφειοκρατικοποίησή τους και όχι από τη δύναμη του καπιταλισμού.

Σε μια Σοβ. Ένωση που ήταν σε έκτακτη ανάγκη και με σοβαρές ελλείψεις, κάποια μέτρα που πάρθηκαν σε προσωρινή βάση, μονιμοποιήθηκαν από τον Στάλιν και την υπόλοιπη ηγετική ομάδα που αναδύθηκε μέσα από τη δύσκολη εποχή. Απαγόρευση κομμάτων, επιβολή του κόμματος πάνω στο κράτος. Μια γραφειοκρατία από εγκάθετους απλώνεται παντού, καταπατώντας τη δημοκρατία και εμποδίζοντας τον έλεγχο στη διοίκηση και στην παραγωγή. Οι καιροσκόποι έχουν νικήσει και οι πιο αγνοί και ανιδιοτελείς κομμουνιστές εξολοθρεύτηκαν. Όλες οι βάσεις του σοσιαλισμού που έδωσαν ανάπτυξη και πρόοδο για πολλά χρόνια, σταδιακά εξασθενίζουν και φθίνουν κάτω από το βάρος του γραφειοκρατικού εναγκαλισμού της κάστας που κυβερνά. Και ενώ ο Στάλιν με το “σοσιαλισμό σε μια χώρα” ισχυροποίησε το καθεστώς του, στο έξω κόσμο μια σειρά επαναστάσεων υπονομεύονται από τη Μόσχα. Η “ τάξη” έχει αποκατασταθεί, η επανάσταση χάθηκε, οι σταλινικοί είναι ασφαλείς.
Δύο δεκαετίες μετά την κατάρρευση των καθεστώτων της αν. Ευρώπης, το ΚΚΕ δεν είπε λέξη, επί της ουσίας, για τις αιτίες αυτής της ανατροπής. Ούτε φυσικά αποκήρυξε ποτέ τον Στάλιν. Αν καταδίκαζε το σταλινισμό, θάταν σαν να απαρνιόταν την  ιστορική του συνέχεια, τον εαυτό του. Θάπρεπε να βγει από το φρούριο του Περισσού και να δοκιμαστεί έξω στον αληθινό κόσμο. Να τολμήσει, να πειραματιστεί, να ψάξει και άλλους δρόμους, να συμμαχήσει, να κάνει λάθη, να βελτιωθεί, να τραβήξει μπροστά. Προτιμούν, η ηγεσία του ΚΚΕ και ο έμμισθος μηχανισμός, τη βολική στασιμότητα. Δεν διεκδικούν την εξουσία, δεν απειλούν το σύστημα. Το ΚΚΕ είναι ένα κόμμα που απορροφά σε μεγάλο βαθμό την οργή και την απελπισία των εργαζομένων και του μέσου πολίτη, αλλά στην πράξη, δεν προτείνει κάτι χειροπιαστό, μια ρεαλιστική προοπτική.
ΚΚΕ και συνδικαλισμός

Ο συνδικαλισμός και οι απεργιακοί αγώνες είναι τα κύρια πεδία δράσης του ΚΚΕ. Η αντικειμενική κατάσταση στην Ελλάδα ευνοεί αυτή τη δράση, η οποία δίνει στο κόμμα ένα αγωνιστικό προφίλ και μια σχετική αποδοχή. Μια απεργία ή ένας συνδικαλιστικός αγώνας έχουν τη σημασία τους στην υπεράσπιση των κατακτήσεων των εργαζομένων και στο στόχο της άμυνας έναντι  των επιβουλών του κεφαλαίου. Δεν ρίχνουν όμως τον καπιταλισμό. Ακόμα και η ανώτερη μορφή συνδικαλιστικού ή απεργιακού αγώνα, δεν παύει να έχει τους περιορισμούς του. Πρέπει να συνδυάζεται με ξεκάθαρους στόχους και στρατηγική εξουσίας. Να κάνεις, ως εργατικό-κομμουνιστικό κόμμα, πολιτική ζύμωση μέσα στην κοινωνία, να διαπαιδαγωγείς, να πλάθεις συνειδήσεις.
Ένα βασικό αξίωμα είναι ο αγώνας για τη ενότητα των εργαζομένων. Όχι λεκτικά μόνο, αλλά στην πράξη, στο δρόμο, στις συγκεντρώσεις. Η ηγεσία του ΚΚΕ και του ΠΑΜΕ κάνουν ακριβώς το αντίθετο. Κάνοντας επίκληση τον προδοτικό ρόλο των ηγεσιών των άλλων συνδικαλιστικών οργανώσεων, ενεργούν διασπαστικά στις κινητοποιήσεις, κάνοντας τις δικές τους, ξέχωρα από τις άλλες, σπέρνοντας τη διαμάχη και τη σύγχυση ανάμεσα στους εργαζόμενους.

Ο Λένιν θα χαμογελούσε πικρά με τις δικαιολογίες τους… Τα συνδικάτα είναι κληρονομιά του εργατικού κινήματος και δεν χαρίζονται στις ηγεσίες τους. Δεν απαξιώνεις μαζικά συνδικάτα, μόνο και μόνο, γιατί στην ηγεσία τους βρίσκονται πουλημένοι και διεφθαρμένοι άνθρωποι. Δουλεύεις μέσα σ’ αυτά με ενωτικό τρόπο, έχοντας την αυτονομία σου και προβάλλοντας τη δική σου γραμμή στο σύνολο των εργαζομένων. Ακολουθώντας αυτή τη διασπαστική πολιτική, το ΚΚΕ και το ΠΑΜΕ, ισχυροποιούν  ακόμα πιο πολύ τους διεφθαρμένους ηγέτες των συνδικάτων.
ΚΚΕ και εθνικισμός

Αυτή η περιχαράκωση γύρω από τον εαυτό του επεκτείνεται σε όλα τα επίπεδα επηρεάζοντας την ιδεολογική φυσιογνωμία του. Στα διεθνή και εθνικά ζητήματα, κεντρική θέση έχει ο “ ιμπεριαλισμός”. Με αφετηρία την προσπάθεια της ηγεσίας του ΚΚΕ, είτε να συντηρήσει την ιδεολογική ταύτισή της με τη Σοβ. Ένωση, είτε  να δικαιολογήσει την άρνησή της να συμμαχήσει με τις άλλες αριστερές δυνάμεις ενάντια στον ντόπιο καπιταλισμό, είτε ακόμα να αγωνιστεί ενάντια στον εθνικισμό στα Βαλκάνια και στην Κύπρο, επικαλείται τον μπαμπούλα του ιμπεριαλισμού. Προβάλλεται ότι ο ιμπεριαλισμός συνωμοτεί ενάντια στους λαούς της περιοχής και ευθύνεται για τα δεινά τους. Είναι το τέλειο άλλοθι για την ηγεσία του ΚΚΕ, να δίνει δηλαδή  μια υπερβολική διάσταση στη δύναμη και στις επιδιώξεις του ιμπεριαλισμού, σαν κάτι ανεξάρτητο από το κάθε ντόπιο κεφάλαιο και αστική τάξη.

Στον εμφύλιο της Γιουγκοσλαβίας ταυτίστηκε καθαρά με το σέρβικο εθνικισμό. Οι σφαγές και οι βιασμοί των Βόσνιων του Σεράγεβο και της Σρεμπρένιτσα από τα καθάρματα του Μιλόσεβιτς, του Κάραζιτς και του Μλάντιτς, αποκαλέστηκαν σαν  “λαϊκή αντίσταση του σέρβικου λαού”… Και οι γέριμοι οι μουσουλμάνοι έγιναν όλοι … πράκτορες των Αμερικανών. Στη λογική της ηγεσίας του ΚΚΕ δεν διακρίνεται η ηγεσία ενός έθνους από το λαό. Είτε είναι όλοι εχθροί, είτε είναι όλοι φίλοι. Ούτε διακρίνεται ο εθνικισμός του δυνατού έθνους από τον εθνικισμό του αδύνατου. Αυτός είναι ο μαρξισμός τους…

Στο Σκοπιανό, καλυπτόμενη η ηγεσία του ΚΚΕ από το μανδύα τής δήθεν πάλης της ενάντια στην κυριαρχία των δυτικών στην περιοχή, σύρθηκε σ’ ένα πατριωτικό παραλήρημα, κατηγορώντας  τον αγώνα του γειτονικού λαού για εθνικό προσδιορισμό, σαν συνωμοσία με τον ιμπεριαλισμό. Το δικαίωμα του Θεσσαλονικιού να αυτοαποκαλείται Μακεδόνας είναι ιερό, αλλά του Σκοπιανού είναι προφανώς κατάρα…

Το 2004 πολέμησε το σχέδιο Ανάν σαν κατασκεύασμα των ιμπεριαλιστών. Το ότι αυτό το σχέδιο, με όλες τις αδυναμίες του, αν εφαρμοζόταν, θα ένωνε τις δύο εθνικές κοινότητες, θα έφερνε κοντά τη μια με την άλλη, στη δουλειά , στους αγώνες, στη ζωή, θα έμπαινε στη γωνιά ο εθνικισμός και η στρατοκρατία κάτω από το βάρος της δυναμικής και θα ανάτελλε ένα μέλλον συνεργασίας και ειρήνης για τους λαούς της Ελλάδας, της Τουρκίας και της Κύπρου, αυτά όλα τα παράβλεψε η ηγεσία του ΚΚΕ. Είδε μόνο… ιμπεριαλιστικά σχέδια!

Και πάλι ο Λένιν θα δυσανασχετούσε μαζί τους… Με βάση τη λογική τους, θάπρεπε οι Μπολσεβίκοι να ακούσουν τους στενοκέφαλους του κόμματός τους (Τι σύμπτωση! Σ’ αυτούς και ο Στάλιν…) που ήθελαν συνέχιση του πολέμου και να μην συνομιλήσουν με τον ιμπεριαλισμό για υπογραφή Συνθήκης Ειρήνης το Μάρτη του 1918. Τότε στα σίγουρα, η Επανάσταση θα κατέρρεε πριν το τέλος του χρόνου κάτω από το βάρος του πολέμου.

Ο πατριωτισμός (ίσως και λανθάνων εθνικισμός) της ηγεσίας του ΚΚΕ, είναι ένας από τους δρόμους που διάλεξε ώστε να μην ξεφύγουν τα πράγματα, να μην υπάρχει δυναμική εξέλιξη στη Ελλάδα και στις γύρω χώρες, να διατηρηθεί το κόμμα στη συνειδητή και συμφέρουσα μοναξιά του στο αστικό τοπίο.

Δεν έδωσε, όπως όφειλε, ποτέ έμφαση στην προσέγγιση των λαών της Ελλάδας και της Τουρκίας, δεν αγωνίστηκε για μείωση των εξοπλισμών στην περιοχή. Ακόμα και για τις παρελάσεις δεν έχει ξεκάθαρη θέση! Ναι μεν, αλλά… Ούτε εθνικισμός, αλλά ούτε κοσμοπολιτισμός… “ Να  γίνονται  παρελάσεις με το σωστό περιεχόμενο” …..!
Θεωρία των σταδίων, ΕΑΜ και επανάσταση

Στο Ριζοσπάστη (Disdaim.block 15/1/12) σ’ ένα απόσπασμα ενός άρθρου στελέχους του ΚΚΕ, γίνεται παραδοχή για τη λανθασμένη υιοθέτηση από το κόμμα του ενδιάμεσου στόχου εξουσίας πριν το σοσιαλισμό, δηλαδή του αστικοδημοκρατικού σταδίου. Είναι όμως μια καθαρά θεωρητική τοποθέτηση, χωρίς περαιτέρω εξηγήσεις για την ίδια την πολιτική του ΚΚΕ, η οποία βασίστηκε στη θεωρία των σταδίων τα τελευταία ογδόντα χρόνια. Αυτό που παραδέχεται ως λάθος, ο συντάκτης του άρθρου, ήταν αυτονόητο ζήτημα για το Μαρξισμό και για χιλιάδες Έλληνες αριστερούς, οι οποίοι πλήρωσαν με κατατρεγμό από το ΚΚΕ για τις απόψεις τους. Τι έχει να πει γι’ αυτό η ηγεσία του ΚΚΕ;

Η θεωρία αυτή είναι σταλινική έμπνευση. Όταν η αστική τάξη σε ένα καθυστερημένο καπιταλισμό, αδυνατεί να επιλύσει βασικά αστικοδημοκρατικά καθήκοντα, όπως η κατάργηση της βασιλείας και των φεουδαρχικών δομών, το μοίρασμα της εκκλησιαστικής γης και περιουσίας, η διασφάλιση του κοινοβουλευτισμού και των εκλογών κλπ, τότε η Αριστερά οφείλει να συμμαχήσει με τη φιλελεύθερη-δημοκρατική Δεξιά για λύση αυτών των ζητημάτων, ώσπου να ωριμάσουν οι συνθήκες για τον επαναστατικό αγώνα. Με αυτή τη θεωρία υπονομεύτηκαν επαναστάσεις και έδωσαν ανάσα στον καπιταλισμό. Στηρίχτηκαν ανίκανες αστικές τάξεις ενώ έπρεπε να πρωτοπορούσε η Αριστερά και να επέβαλλε το πρόγραμμά της. Πιστή η ηγεσία του ΚΚΕ στη θεωρία αυτή, στάθηκε φραγμός σε επαναστατικές εξελίξεις που θα άλλαζαν την Ελλάδα, με αποκορύφωμα το 1944.
Στην πραγματικότητα ,η ηγεσία του ΚΚΕ δεν αποκήρυξε τη θεωρία αυτή. Ρητορεύει και θεωρητικολογεί εκ του ασφαλούς. Ξέρουν ότι τώρα η επανάσταση αργεί. Λένε τώρα για τα στάδια που δεν υπάρχουν, άρα πάμε για λαϊκή εξουσία… Κούφια λόγια! Τώρα που η επανάσταση γύρισε την πλάτη, μιλούν!

Εξάγγειλε  το ΚΚΕ, τη σύσταση του Αντιιμπεριαλιστικού-Αντιμονοπωλιακού-Δημοκρατικού Μετώπου (ΑΑΔΜ). Στην ουσία, αυτό το Μέτωπο είναι ο ορισμός της θεωρίας των σταδίων! Η λογική του είναι να περάσει η χώρα ένα στάδιο , όπου θα κτυπηθούν τα μονοπώλια(τράπεζες, επιχειρήσεις και εμπόριο), θα αντιμετωπιστεί η ιμπεριαλιστική διείσδυση και θα υλοποιηθούν δημοκρατικές μεταρρυθμίσεις. Αυτά όλα (μονοπώλια, ιμπεριαλισμός, δημοκρατικές μεταρρυθμίσεις), είναι χαρακτηριστικά του καπιταλισμού και μάλιστα του παρακμασμένου, του όψιμου. Είτε ενεργείς μέσα στα καπιταλιστικά πλαίσια και το λέεις καθαρά και τίμια(θεωρία των σταδίων), είτε παλεύεις για επαναστατική αλλαγή. Μέσες λύσεις ή μάλλον μέσα στάδια δεν υπάρχουν! Δεν είναι αυτό που λένε και οι ίδιοι;

Το στέλεχος του ΚΚΕ Μ. Μαΐλης (Ριζοσπ. 8/1/12) ξεκαθαρίζει τα πράγματα. Αναφερόμενος σε εκτίμηση του Ζαχαριάδη το 1945 για την ορθότητα της δημιουργίας του Πολιτικού Συνασπισμού των Κομμάτων του ΕΑΜ(1941) ώστε να φέρει σε πέρας το καθήκον για μια ελεύθερη και δημοκρατική Ελλάδα, αφού η αστική τάξη αδυνατούσε , παραδέχεται το λάθος αυτής της εκτίμησης. Δηλαδή ήταν λάθος η ίδρυση του ΕΑΜ! Παράξενα πράγματα… Τι άλλο θα μηχανευτούν; Το κρίσιμο στοιχείο εδώ είναι η προσπάθεια του στελέχους του ΚΚΕ να περιλάβει τη δημιουργία του ΕΑΜ μέσα στη λάθος υιοθέτηση της θεωρίας των σταδίων. Βάζει στην ίδια μοίρα δηλαδή, για παράδειγμα, το ξεπούλημα στο Βενιζέλο το 1935, που είχε σαν αποτέλεσμα  τα αδιέξοδα των δεξιών να φέρουν τη δικτατορία του Μεταξά  ή πιο πολύ το ξεπούλημα στη Δεξιά το 1944, με τη δημιουργία του ΕΑΜ που ήταν ένας αριστερός συνασπισμός.

Το ΕΑΜ δεν ήταν ένα Λαϊκό Μέτωπο του ΚΚΕ με τη Δεξιά, αλλά μια μορφή Ενιαίου Μετώπου της Αριστεράς. Και αυτός ήταν ο λόγος που πέτυχε. Απελευθέρωσε την Ελλάδα, έδωσε γη στους χωρικούς, απαλλοτρίωσε εκκλησιαστική περιουσία, οργάνωσε τις τοπικές κοινωνίες(παιδεία, εκλογές κλπ). Στην πράξη, έχουμε δηλαδή, λύση αστικοδημοκρατικών καθηκόντων από την επαναστατική Αριστερά. Το ΕΑΜ είχε ενάμιση εκατομμύριο μέλη και το ένοπλο τμήμα του, ο ΕΛΑΣ, κοντά στις ενενήντα χιλιάδες. Και θα μπορούσαμε να παραλληλίσουμε την πορεία του ΕΑΜ με αυτή των Μπολσεβίκων, αν υπήρχε ξεκάθαρη ιδεολογική και πολιτική ατζέντα και φυσικά, αν δεν υποχωρούσε και συμβιβαζόταν η ηγεσία του ΚΚΕ με τη Δεξιά. Η σταλινική θεωρία των σταδίων εφαρμόστηκε, όχι το 1941 με τη δημιουργία του ΕΑΜ, αλλά το 1944 με την προδοσία του αγώνα του ΕΑΜ.

Αυτή η  ανειλικρινής μετατόπιση του ΚΚΕ στο ζήτημα των σταδίων, είναι το προκάλυμμα καπνού για να καλυφτεί η πραγματική επιδίωξη της ηγεσίας του. Θέλει να αποφύγει οποιαδήποτε εμπλοκή σε ενιαίο μέτωπο της Αριστεράς. Η ελληνική κοινωνία ψάχνει λύσεις και διεξόδους και η συνεργασία της Αριστεράς προβάλλει συχνά πυκνά ως αναγκαία προοπτική. Απαξιώνοντας την αναγκαιότητα για ίδρυση του ΕΑΜ τότε,  απαξιώνει η ηγεσία του ΚΚΕ την προοπτική συνεργασίας της Αριστεράς σήμερα. Ο Περισσός θέλει να διατηρήσει τη φυσιογνωμία του, ως ένα κόμμα του δρόμου, της δράσης, της απεργίας, των εύηχων συνθημάτων, της φωνής, της οργής, του μίσους. Αλλά και του ελεγχόμενου αγώνα, της απομόνωσης, της περιχαράκωσης γύρω από θέσεις ξένες με την πραγματικότητα.

Μάριος Θρασυβούλου
20/1/2012

22 Ιαν 2012

Κυπριακό: τέλος εποχής;

Αν την ευθύνη της υποβάθμισης της πιστοληπτικής ικανότητας της Κύπρου στη κατηγορία σκουπίδια την φέρουν η διεθνής οικονομική κρίση και οι διεθνείς οίκοι αξιολόγησης, την υποβάθμιση του Κυπριακού σε σχεδόν αδιάφορο ζήτημα για την κοινή γνώμη την φέρουν εξ ολοκλήρου οι κυπριακές πολιτικές ηγεσίες. Ο Δημήτρης Χριστόφιας πήγε στη Νέα Υόρκη χωρίς καμιά πίεση για λύση αλλά αντίθετα υπό την πίεση όλων των κομμάτων για να αποτρέψει εξελίξεις.
Αν ο διεθνής παράγοντας επιμένει να δείχνει ακόμα κάποιο ενδιαφέρον για το Κυπριακό και θεωρεί τη λύση εφικτή ( Ηνωμένα Έθνη, Ευρωπαϊκό Συμβούλιο) οι Κύπριοι δείχνουν μάλλον αποστασιοποιημένοι από το πρόβλημα τους.

Το «όχι στα ασφυκτικά χρονοδιαγράμματα» που προβάλλει η ελληνοκυπριακή πλευρά από το 2004 είναι το αποκορύφωμα της αθλιότητας για την πλευρά εκείνη πού διατείνεται ότι θέλει να λύσει το πρόβλημα της εδώ και δεκαετίες. Η πολιτική του «θέλουμε λύση χτες» μετατράπηκε στην πολιτική του «μη μας πιέζετε» μόλις η Τουρκία πέρασε από την πολιτική « το Κυπριακό λύθηκε το 1974» στη πολιτική της ένταξης και ενδεχομένως της λύσης. Αυτό μέσα σ ένα δυναμικό κλίμα που διαμόρφωσε ο γενικός ξεσηκωμός των Τουρκοκυπρίων εκείνων των χρόνων. Και βέβαια το 2004 όταν η Τουρκία έκανε κίνηση λύσης η ελληνοκυπριακή πλευρά υποχρεώθηκε να δείξει τα δυο της πρόσωπα με εκείνη την περίεργη για τη διεθνή διπλωματία πιρουέτα του Τάσου Παπαδόπουλου που από τη μια δεχόταν την επιδιαιτησία και τα δημοψηφίσματα και από την άλλη επέλεγε την απόρριψη της λύσης.

Ο Δημήτρης Χριστόφιας επιχείρησε όταν ανέλαβε την εξουσία να σπάσει το κλίμα ψυχρότητας που προέκυψε με το εξωτερικό αναλαμβάνοντας πρωτοβουλίες προς την κατεύθυνση της λύσης και προς την τουρκοκυπριακή πλευρά εκμεταλλευόμενος την ταξική συγγένεια του με τον κ Ταλάτ που ήταν τότε στην εξουσία. Ωστόσο στη δεύτερη συνάντηση του Γκριν Τρι ο Δημήτρης Χριστόφιας πάει μόνο γιατί θεωρεί αντιπαραγωγική την άρνηση ενώ οι καλοί εκφραστές του απορριπτισμού παρακαλούν να αρνηθεί η τουρκική πλευρά τις προτάσεις που έκανε ο πρόεδρος προς την κατεύθυνση της λύσης. Μερικοί κύκλοι που προτιμούσαν άρνηση μετάβασης δείχνουν πανικοβλημένοι από τυχόν κίνηση της Τουρκίας προς τη λύση πράγμα που ίσως δείχνει ότι όντως μπορεί να υπάρχει τέτοιο ενδεχόμενο. Η στροφή του Συναγερμού προς θέσεις που τον φέρνουν πιο κοντά στα άλλα κόμματα της αντιπολίτευσης δημιουργεί πρόσθετες δυσκολίες στον Δημήτρη Χριστόφια, ωστόσο τελικά και το ίδιο το ΑΚΕΛ φαίνεται να συμπορεύεται όπως και το 2004 στη συντήρηση του στάτους κβο. Τελικά το μήνυμα που εκπέμπεται από όλες τις δυνάμεις της Κύπρου είναι μια μεγάλη επιφύλαξη σε ότι φαίνεται πιθανόν να προκύψει. Την ίδια ώρα που η Κύπρος μετατρέπεται σε στρατηγικό σύμμαχο του κατ εξοχή βραχίονα του αμερικάνικου ιμπεριαλισμού στην περιοχή, του Ισραήλ, η ελληνοκυπριακή πολιτική ελίτ της δεξιάς καμώνεται την κατατρεγμένη παρθένα των κακών δυτικών ενώ ταυτόχρονα κατατρέχει την κυβέρνηση για τα όποια ανοίγματα κάνει προς αντίρροπες δυνάμεις κύρια δηλαδή τη Ρωσία και τη Κίνα.

Το στάτους κβο είναι μια έννοια πολύ σχετική. Ήδη η κατάσταση στην περιοχή από το 2004 έχει αλλάξει δραματικά με το ξεσηκωμό των Αράβων και την αλλαγή κυβερνήσεων, την πτώση του Καντάφι, την αστάθεια στη Συρία, γεγονότα που αναβάθμισαν τη θέση της Τουρκίας.
Το δικό της ρόλο στη διαμόρφωση ενός νέου κλίματος διαδραματίζει ο εντοπισμός υδρογονανθράκων στην περιοχή που ανεβάζει την ένταση και στο στρατιωτικό επίπεδο. Κατά τον κ Καρογιάν είναι ένας ακόμα λόγος για πιο «διεκδικητική» πολιτική.
Ενώ όλα αυτά τα χρόνια οι πολιτικές ηγεσίες σπαταλούν τον χρόνο με την ελπίδα ότι κάποτε θα καταλήξουν κάπου τα πράγματα στο Κυπριακό χωρίς κανείς να παίρνει την ευθύνη τους, οι δυνάμεις που σήμερα συγκροτούν την αντιπολίτευση επέδειξαν μια αξιοθαύμαστη ικανότητα συνεργασίας και άμεσης δράσης σε ότι αφορά την επιβολή των μέτρων λιτότητας ενάντια στους εργαζόμενους. Με την ανοχή και τη συμμετοχή τους στήριξαν τη μεγάλη κομπίνα του χρηματιστηρίου και αμέσως μετά τη φούσκα των ακινήτων. Στη συνέχεια με την πολιτική τους στήριξαν τους τραπεζίτες στη τυχοδιωκτική πολιτική των επενδύσεων σε τοξικά ομόλογα και επισφαλή δάνεια.
 
Ότι ο κυπριακός λαός μπόρεσε με πολύ κόπο να κτίσει ή να ξανακτίσει μετά την εισβολή του Αττίλα ένας νέος ελληνοκυπριακός αυτή τη φορά Αττίλας τα καταβροχθίζει με απίστευτο θράσος και αναίδεια. Δεν έχουμε μεγάλες πιθανότητες να πέσουμε έξω αν υποστηρίξουμε ότι οι περισσότεροι πολιτικοί ενδιαφέρονται και πασκίζουν για τη συμμετοχή στα κέρδη των αερίων παρά στην λύση του Κυπριακού. Αν τους επιτρέψουν και όσο τους επιτρέψουν να εκμεταλλευτούν τα αέρια αυτοί που μπορούν βέβαια να τα προσέχουν. Το ΑΚΕΛ σε όλη αυτή την ιστορία σύρεται σ ένα ρόλο τροχονόμου.

Αν παρ ελπίδα ο Δημήτρης Χριστόφιας βρει το θάρρος να δώσει ώθηση στις συνομιλίες χωρίς να θεωρεί ότι το κλειδί ευρίσκεται απλώς στην Άγκυρα, θα υποστηρίξουμε τα βήματα προόδου και θα βάλουμε τη ράχη μας για να τα προωθήσουμε.
Όμως η δεύτερη συνάντηση στο Γκριντρι είναι πολύ πιθανόν να σημάνει ένα τέλος εποχής για το Κυπριακό όπως το γνωρίζουμε. Όσοι λέμε τα πράγματα με το όνομα τους, γνωρίζουμε ότι οι πολιτικές που υποστηρίζονται επισήμως δεν συγκροτούν για τους πλείστους τίποτε περισσότερο από ένα φερετζέ της διχοτόμησης.

Οι υποστηριχτές της δημοκρατικής συμβίωσης των κοινοτήτων τείνουν πολιτικά να ανήκουν κύρια στον κόσμο της Αριστεράς. Από τη μια σημαίνει ότι μπορεί προς το παρόν να μειώνονται σε αριθμό αλλά από την άλλη αποκτούν τη δύναμη των ιδεών τους και της κοινωνικής τους τάξης. Είναι παρούσες και στις δύο κοινότητες. Και μπαίνουν μαζί στη μεγαλύτερη οικονομική κρίση του μεταπολέμου που τους υποχρεώνει ταυτόχρονα να αναβαπτιστούν στην ταξική πάλη. Ένας τομέας στον οποίο οι Τουρκοκύπριοι έχουν αποκτήσει πολλή εμπειρία τα τελευταία χρόνια που θα είναι χρήσιμη για όλους.

Στην δήθεν επανατοποθέτηση του Κυπριακού που θα ζητηθεί μετά την τριμερή από τους εθνικιστές δηλαδή όπως προαναφέραμε τη διχοτόμηση χωρίς την ανάληψη ευθύνης, θα πρέπει να αντιπαραβαλουμε την επανατοποθέτηση του Κυπριακού στη σωστή του βάση, δηλαδή την ταξική. Αυτό σημαίνει την συσπείρωση των οπαδών μιας ενωμένης Κύπρου και στις δύο κοινότητες με τρόπους οι οποίοι θα πρέπει να εφευρεθούν ή να ξαναεφευρεθούν για να οδηγήσουν τις κοινότητες στην ειρηνική συμβίωση.

20 Ιαν 2012

Το χαλυβουργικό μανιφέστο

από  
http://leninreloaded.blogspot.com/2012/01/blog-post_8465.html
Εισαγωγή


Στην διάρκεια εκδίπλωσης στις ΗΠΑ του λεγόμενου Occupy Wall Street Movement, διάφορα αμερικανικά ΜΜΕ έθεσαν το ερώτημα της πιο "iconic" φωτογραφίας από τη ζωή του κινήματος (η Washington Post παρέθεσε μια φωτογραφία ως την πιθανόν πιο "iconic", το περιοδικό Wired έδωσε μια άλλη ως υποψήφια, κοκ). Ανάλογες ήταν και οι περιστάσεις στα ελληνικά και ευρωπαϊκά ΜΜΕ σε ό,τι αφορούσε τις συγκεντρώσεις έξω από το Σύνταγμα.

Αφήσαμε τη λέξη "iconic" αμετάφραστη για λόγους όχι μεταφραστικούς αλλά θεωρητικούς. Κάποιος ή κάποια με περιορισμένη γνώση της αγγλικής θα έμπαινε στον πειρασμό να την μεταφράσει αναγάγοντάς την πίσω στην προφανή ελληνική της ρίζα, αλλά τότε θα κατέληγε με μια μάλλον παράδοξη ταυτολογία: η "iconic image" ως "εικονική εικόνα." Προφανώς, η ταυτολογία θα συσκότιζε το νόημα της φράσης. Μια σαφώς καλύτερη μετάφραση θα ήταν "αντιπροσωπευτική εικόνα", μιας και το "iconic" δε δηλώνει το φυσικό χαρακτήρα μιας αναπαράστασης, αλλά ένα ποιοτικό χαρακτηριστικό για αυτή (για αυτό και είναι επίθετο). Τι ποιοτικό χαρακτηριστικό έχουν οι φωτογραφικές εικόνες που προέβαλλαν οι Washington Times, το Wired, κλπ; Ότι είναι "αντιπροσωπευτικές", ότι αποτελούν, τρόπον τινά, την πεμπτουσία ενός συμβάντος. Αλλά τότε --κι εδώ αρχίζουμε να αφήνουμε πίσω μας τη μετάφραση-- ποιού ακριβώς πράγματος είναι αντιπροσωπευτικές; Προφανώς, δεν είναι "στατιστικά" αντιπροσωπευτικές, δεν αντιπροσωπεύουν έναν μέσο όρο· αντίθετα, οι "iconic" φωτογραφίες είναι χαρακτηριστικά, εξαιρετικά, δραματικές. Αν αντιπροσωπεύουν λοιπόν κάτι, αν κάτι είναι αντιπροσωπευτικό σ' αυτές, αυτό δεν είναι παρά ο εξαιρετικός χαρακτήρας που, υποτίθεται, αντικατοπτρίζει και την ουσία του ευρύτερου συμβάντος, το "πνεύμα" του.

Αυτό λοιπόν που περιβάλλει τον λόγο περί "iconic images" είναι δύο διαφορετικές κατασκευές της έννοιας της ανα-παράστασης: πρώτον, η οπτική αναπαραγωγή ως τεχνική και πράξη, τεχνολογικά διαμεσολαβημένη στην περίπτωση της φωτογραφίας ή της τηλεοπτικής εικόνας ("image")· και δεύτερον, η εκπροσώπηση ή αντιπροσώπευση μιας ουσίας ή ενός πνεύματος που εμφιλοχωρεί μέσα στο αναπαραστώμενο, η διακόμιση, μέσα από την εικόνα, μιας παρουσίας ("iconic").

Νομίζω ότι θα έβρισκε ελάχιστους διαφωνούντες η πρόταση ότι στην περίπτωση της απεργίας στην Ελληνική Χαλυβουργία δεν υπάρχουν "iconic images." Όχι επειδή τα ΜΜΕ αγνόησαν την απεργία αυτή. Αυτό δεν έχει ολοκληρωτικά επιβάλλει από μόνο του μια λογική της λογοκριτικής εξάλειψης της εικόνας. Δεν είναι ότι δεν γίνεται προσπάθεια να μεταφερθεί μια εικόνα της απεργίας, όπως έγινε για παράδειγμα στο φωτογραφικό αφιέρωμα που αναδημοσίευσα εδώ. Είναι ότι η προσπάθεια αυτή δεν γεννά τίποτε που να μπορεί να χαρακτηριστεί "iconic". Αναλογιστείτε τις συγκεκριμένες φωτογραφίες: μια τετριμμένη εικόνα της άδειας εισόδου ενός εργοστασίου· δυο εξίσου αδιάφορες εικόνες από την διαδικασία της παραγωγής· ένας εργάτης που κάθεται μπροστά από τεράστιες κουβαρίστρες χάλυβα· λίγες δεκάδες άνθρωποι συγκεντρωμένοι· ένας συνδικαλιστής μιλάει στο μικρόφωνο· οι εργάτες ψηφίζουν δια ανάτασης χειρός· περισσότερες ολιγάνθρωπες, τις περισσότερες φορές, συγκεντρώσεις, μερικά πανό με συνθήματα απαιτήσεων ή συμπαράστασης, βαρέλια που ζεσταίνουν τους ανθρώπους γύρω. Μια φτωχή σε δραματικές εντάσεις, σχεδόν αδιάφορη, συναισθηματικά αλυτρωτική εικόνα.

Όση "τέχνη", απ' την άλλη, κι αν έβαλαν οι συντελεστές του (για μένα εξαιρετικού) ντοκυμαντέρ της Ελληνοφρένειας σε ό,τι αφορά γωνίες λήψης, οπτικό και ηχητικό μοντάζ και φωτισμό στο σύντομο "Μέρες απεργίας", το αποτέλεσμα δεν διαφοροποιείται από αυτή την παράξενα αποδραματοποιημένη, στερημένη εικονογραφία, αυτή την αδόκητη έκθλιψη της ιδέας ότι υπάρχει "αντιπροσωπευτικότητα" στην οπτική αναπαράσταση: υπάρχουν άνθρωποι που μιλούν ή διαδηλώνουν, υπάρχουν πλάνα τους παράξενα μοναχικά, όπως αυτό του ακτιβιστή να κάθεται μόνος του στα Προπύλαια, ή του απολυμένου που βγαίνει απ' τη σκηνή του στην αρχή, κι αυτό είναι όλο.

Τι συμβαίνει με την Χαλυβουργία; Γιατί, αφήνοντας παράμερα την διαφανή ως προς τα κίνητρά της και άρα εύκολα εξηγήσιμη περιφρόνηση των ΜΜΕ στην προοπτική κάλυψής της, εξαιρείται αυτό που συμβαίνει τόσο παράδοξα από τη λογική της εικονικότητας που υποτίθεται ότι αποτελεί το απόλυτο χαρακτηριστικό της "μετανεωτερικής" εποχής (Debord, Baudrillard, κα);

Bertolt Brecht, όπως παρατίθεται στο Alexander Kluge, "Ο κινηματογράφος και η δημόσια σφαίρα" (ή στο Benjamin, "Το έργο τέχνης στην εποχή της μηχανικής αναπαραγωγής"):
Όλο και λιγότερο μπορεί η απλή αντανάκλαση της πραγματικότητας να μάς αποκαλύψει οτιδήποτε για την πραγματικότητα. Μια φωτογραφία των εργοστασίων της Krupp ή της AEG δεν μάς λέει σχεδόν τίποτα για αυτούς τους θεσμικούς χώρους.
Κάθε μέλος τής κοινωνίας των ιδιωτών παρουσιάζεται, διότι η παρουσίαση αποτελεί καθοριστικό γνώρισµα τής κοινωνικότητας. Αλλά το εργοστάσιο διαχωρίζεται και διακρίνεται από την κοινωνία μέσω περιφράξεων, φυλάκων ασφαλείας, ιεραρχιών, χρονοδιαγραμμάτων εργασίας, δομών εκμηχανοποίησης. Αυτό οφείλεται στο ότι η παραγωγικότητα ως ρυθμιστικός κανόνας τού εργοστασίου διαστέλλεται απόλυτα από την εν γένει κοινωνική παρουσίαση. Η ομοιότητα μεταξύ τού συστήματος βιομηχανικής παραγωγής και τής στρατιωτικής οργάνωσης έχει προ πολλού επισημανθεί. Η βαθύτερη αιτία για αυτό πρέπει να αναζητηθεί στο ότι και στις δύο περιπτώσεις η παρουσίαση ακυρώνεται μέσω τής απλής καταμέτρησης υποκαταστήσιμων μονοσυνόλων. Το ότι ο στρατιώτης είναι πάντοτε αφανής οφείλεται στο ότι έχει καταταγεί στην υπηρεσία τού θανάτου. Ομοίως, η κατάταξη προσωπικού σε βιομηχανικές θέσεις εργασίας συνεπάγεται την κατάταξή τους σε καθεστώς μη παρουσίασης. Από την σκοπιά τού εργοστασίου, ο εργάτης παραμένει εξίσου αφανής.

1. Κριτική της ορατότητας: Παραγωγή, αξία, παραγωγικότητα
α. Μπρεχτ και Μαρξ

Ας ξεκινήσουμε λοιπόν με την σύντομη αλλά διάσημη ρήση του Μπρεχτ. Γιατί αποτυγχάνει η φωτογραφία, η "απλή αντανάκλαση της πραγματικότητας" να μας πει οτιδήποτε για το εργοστάσιο ως θεσμικό χώρο; Δεν είναι δυνατό να δοθεί απάντηση στο ερώτημα χωρίς να θυμηθούμε μια κεντρική διάσταση του πιο διάσημου ίσως τμήματος του Κεφαλαίου του Μαρξ, αυτού που αφορά στον "Φετιχισμό του εμπορεύματος" (τόμος 1, κεφάλαιο 1, τμήμα 4). Τι είναι ο φετιχισμός του εμπορεύματος παρά ένα φαινόμενο της απατηλής εμφάνισης (schein), της παροδηγητικής προφάνειας, που καθιστά αόρατο αυτό ακριβώς που είναι πραγματικό;
Το εμπόρευμα εμφανίζεται, με πρώτη ματιά, ως κάτι το πολύ τετριμμένο και εύκολα κατανοητό. Η ανάλυσή του δείχνει ότι, στην πραγματικότητα, είναι κάτι πολύ παράξενο, γεμάτο μεταφυσικές αποχρώσεις και θεολογικές πινελιές. [...] Το εμπόρευμα, λοιπόν, είναι κάτι μυστήριο, απλά επειδή μέσα του ο κοινωνικός χαρακτήρας της ανθρώπινης εργασίας εμφανίζεται ως ένας αντικειμενικός χαρακτήρας που σφραγίζει το προϊόν της εργασίας αυτής· επειδή η σχέση των παραγωγών στο σύνολο της δικής τους εργασίας τούς παρουσιάζεται ως κοινωνική σχέση, η οποία όμως υπάρχει όχι ανάμεσά τους αλλά ανάμεσα στα προϊόντα της εργασίας τους. Αυτός είναι ο λόγος που τα προϊόντα της εργασίας γίνονται εμπορεύματα, κοινωνικά πράγματα των οποίων οι ποιότητες είναι την ίδια στιγμή αντιληπτές και μη αντιληπτές από τις αισθήσεις. Με τον ίδιο τρόπο, το φως από ένα αντικείμενο το αντιλαμβανόμαστε όχι ως υποκειμενικό ερεθισμό του οπτικού μας νεύρου, αλλά ως αντικειμενική μορφή κάποιου πράγματος πέρα από το ίδιο το μάτι. Όμως, στην πράξη της θέασης υπάρχει, όπως και να 'χει, ένα κυριολεκτικό πέρασμα του φωτός από το ένα πράγμα στο άλλο, από το εξωτερικό αντικείμενο στο μάτι. Υπάρχει μια φυσική σχέση ανάμεσα σε φυσικά πράγματα. Αλλά τα πράγματα με τα εμπορεύματα είναι διαφορετικά. Εκεί, η ύπαρξη των πραγμάτων ως εμπορευμάτων, και η σχέση αξίας ανάμεσα στα προϊόντα της εργασίας που τα σφραγίζει ως εμπορεύματα, δεν έχουν καμία σύνδεση με τις φυσικές τους ιδιότητες και με τις υλικές σχέσεις που πηγάζουν απ' αυτές.Υπάρχει μια ορισμένη σχέση ανάμεσα στους ανθρώπους που παίρνει, στα δικά τους μάτια, την φανταστική μορφή μιας σχέσης ανάμεσα σε πράγματα. Για να βρούμε λοιπόν μια αναλογία, θα πρέπει να έχουμε πρόσβαση στις νεφελώδεις περιοχές του θρησκευτικού κόσμου. Στον κόσμο αυτό, τα παράγωγα του ανθρώπινου μυαλού εμφανίζονται ως ανεξάρτητα πράγματα με τη δική τους ζωή, και ως πράγματα που εισέρχονται σε σχέσεις το ένα με το άλλο και με το ανθρώπινο είδος. Έτσι γίνεται στον κόσμο των εμπορευμάτων με τα προϊόντα των χεριών του ανθρώπου. Αυτό το ονομάζω φετιχισμό που προσκολλάται στα προϊόντα της εργασίας, απ' τη στιγμή που παράγονται ως εμπορεύματα, και που συνεπώς είναι αδιαχώριστος από την παραγωγή εμπορευμάτων.
Οι εμφάσεις με πλάγια στοιχεία αρκούν, νομίζω, για να αναδειχθεί τόσο η κεντρικότητα του οπτικού λεξιλογίου στην ανάλυση του χαρακτήρα της εμπορευματικής παραγωγής, όσο και η ουσία του επιχειρήματος, που είναι βέβαια ότι το εμπόρευμα από τη μία αποκαλύπτει τον κοινωνικό χαρακτήρα της εργασίας ως "σφραγίδα" κι από την άλλη τον αποκρύπτει, παράγοντας την οφθαλμαπάτη που θέλει αυτόν τον κοινωνικό χαρακτήρα να βιώνεται ως σχέση όχι ανάμεσα στους παραγωγούς αλλά στα εμπορεύματά τους. Και είναι αυτή η ανάλυση πάνω στη βάση της οποίας ο Μπρεχτ συμπεραίνει ότι το να έχεις οπτική πρόσβαση σε ένα εργοστάσιο (σε μηχανήματα, ανθρώπους και αλληλεπιδράσεις μεταξύ τους) δεν σου αποκαλύπτει απολύτως τίποτα για το τι είναι παραγωγή και σχέσεις παραγωγής, τι είναι αξία, ή ποιοί είναι οι μηχανισμοί που μετατρέπουν την μυϊκή προσπάθεια σε αξία μέσα σε μια αναπτυγμένη ανταλλακτική οικονομία, ενώ ταυτόχρονα εγγυώνται την άντληση ενός ποσοστού επενδύσιμης υπεραξίας από την μυϊκή αυτή προσπάθεια.

Για να το πούμε συνοπτικά: το εργοστάσιο είναι ένας προνομιούχος χώρος (προνομιούχος επειδή σ' αυτόν πρωτοσυγκεντρώνεται σε μαζική κλίμακα το μυστηριώδες θέαμα της καπιταλιστικής παραγωγής) της αντίστασης των "μυστηρίων" της πολιτικής οικονομίας στο ορατό, που όπως συμβαίνει συνήθως με τα πράγματα που ξέρουμε ότι βρίσκονται εκεί αλλά δεν μπορούμε να δούμε, τα μετατρέπει ακριβώς σε μυστήρια, τα επενδύει με "θεολογικές πινελιές" και "μεταφυσικές αποχρώσεις".

Να ένας πρώτος λόγος που η απεργία στην Χαλυβουργία δεν παράγει "iconic images." Αφορά το γεγονός ότι το εργοστάσιο είναι, κατά τη διάρκεια της ίδιας της λειτουργίας του, ένα είδος έμπρακτης κριτικής της επάρκειας της εικόνας, της αντανάκλασης της πραγματικότητας, για την κατανόηση της ίδιας της πραγματικότητας. Αυτή είναι η πρώτη θέση του Χαλυβουργικού μανιφέστου.


β. Badiou

Ας περάσουμε τώρα στο δεύτερο απόσπασμα, από το "Εργοστάσιο ως συμβαντικός τόπος" του Badiou. Η θέση του Badiou αφορά την τάξη της "κοινωνικο-ιστορικής παρουσίασης" και είναι η εξής: από τη σκοπιά του κράτους, αν και το εργοστάσιο "μετράει-ως-ένα" νοούμενο ως "χώρος των εργατών", οι ίδιοι οι εργάτες δεν αποτελούν υποσύνολο και δεν υπόκεινται στην καταμέτρηση, καθώς δεν είναι τίποτε άλλο από υποκαταστάσιμες μονάδες "εργατικής" ή "παραγωγικής" δύναμης. Όπως αναφέρεται στο απόσπασμα που παραθέσαμε, η απόλυτη υποκαταστασιμότητα του εργάτη νοουμένου ως απλώς μονάδα παραγωγικής δύναμης (και όχι ως μοναδικού ατόμου με την μοναδική του ιστορία, σχέσεις, κλπ) σημαίνει πως η "παρουσίαση ακυρώνεται μέσω τής απλής καταμέτρησης υποκαταστήσιμων μονοσυνόλων", όπως συμβαίνει για το κράτος και για τον στρατιώτη, που είναι κατά βάση πάντα "άγνωστος", ένα στατιστικό δείγμα "στην υπηρεσία του θανάτου" και όχι ένα μοναδικό ή αναντικατάστατο πρόσωπο. Αλλά και από τη σκοπιά της συλλογικής τους (συνδικαλιστικής) εκπροσώπησης, η οποία συνίσταται στην ανα-παράσταση των αιτημάτων τους, οι εργάτες δεν παρουσιάζονται, καθώς "η παρουσίαση δεν αποτελεί αναγκαστική απόρροια τής αναπαράστασης, εφόσον θα υπάρχουν πάντοτε υποσύνολα [αναγκών, για παράδειγμα, που δεν μπορούν να μεταφραστούν σε οικονομικά αιτήματα] τα οποία δεν θα έχουν συγχρόνως και την ιδιότητα τού στοιχείου, ακριβώς λόγω τού υπερβάλλοντος τής σχέσεως υπαγωγής έναντι τής απλής παρουσίασης."

Θέση δεύτερη, λοιπόν: υπό "κανονικές συνθήκες", ο εργάτης ως μοναδικό υποκείμενο είναι αόρατος τόσο απ' τη σκοπιά του κράτους όσο και από αυτή της θεσμικής του αναπαράστασης μέσα από παγιωμένους θεσμούς συλλογικής εκπροσώπησης.

Την κατάσταση αυτή έρχεται να επιτείνει με χωρικούς όρους η απόσταση του εργοστασίου από την κοινωνία, ο καθορισμός του ως κοινωνικής "ετεροτοπίας" (Foucault) μέσω --για να επιστρέψουμε στο απόσπασμα που παραθέσαμε-- "περιφράξεων, φυλάκων ασφαλείας, ιεραρχιών, χρονοδιαγραμμάτων εργασίας, δομών εκμηχανοποίησης."

Θέση τρίτη: υπό "κανονικές συνθήκες", το εργοστάσιο είναι ένας χώρος απεκδυμένος από το αναγνωρίσιμα "κοινωνικό", εξόριστος από την "κοινωνία" ως αναπαραστάσιμο σύνολο ταυτοτήτων, πρακτικών, τεχνικών και μέσων συνεύρεσης, σύγκρουσης, και διαπραγμάτευσης.

Στο ίδιο κείμενο, ο Badiou αναδεικνύει το γεγονός ότι υπό "κανονικές συνθήκες", υπό το "κράτος της κατάστασης" (state of the situation) δηλαδή, το εργοστάσιο είναι επίσης ένας χώρος θεμελιωδώς "αποπολιτικοποιημένος", ακόμα και ασύμβατος με την πολιτική διάσταση, τουλάχιστον εφόσον αυτό γύρω από το οποίο οργανώνεται η "φυσιολογική" δραστηριότητα του εργοστασίου είναι η "παραγωγικότητα":
Η ιδέα αυτή καθαυτή τής πολιτικής ικανότητας των εργατών αντιβαίνει στην ουσία τού εργοστασίου. Το εργοστάσιο είναι κατ’ ουσίαν χώρος μη πολιτικός, ανεξαρτήτως τού αν οι εργάτες του έχουν πολιτικοποιηθεί ή όχι. Και αυτό γιατί το καθεστώς τής παραγωγικότητας βρίσκεται σε πλήρη και απόλυτη αντίφαση με την πολιτική. Η πολιτική είναι το ακριβώς αντίθετο τής βιομηχανικής εργασίας, διότι συνιστά η ίδια μορφή εργασίας, μια εξευγενισμένη δημιουργική παραγωγή που απαιτεί τη διακοπή κάθε άλλης εργασίας.
Θέση τέταρτη: Όσο το εργοστάσιο εργάζεται, όσο η λειτουργία του παραμένει αρμονικά δεμένη με την αρχιτεκτονική, μηχανική, και λειτουργική του φύση, αυτό που παράγει είναι η ίδια η άρνηση της πολιτικής, δηλαδή η άρνηση της εργασίας της παρουσίασης, της εμφάνισης υποκειμένων σε ένα χώρο όπου σφυρηλατούνται οι όροι της συλλογικής ύπαρξης. Νοούμενο ως μονοσύνολο (ως σύνολο που μετράει-ως-ένα), το εργοστάσιο και οι εργάτες του εξαιρούνται από την πολιτική τάξη, και άρα από την τάξη της παράστασης.


2. Αντι-φαινομενολογία της απεργίας

Τι είναι η απεργία σε ένα εργοστάσιο; Είναι, στο πιο προφανές και άμεσο επίπεδο, μια άρνηση της φύσης του εργοστασίου ως περιφραγμένου και ιεραρχημένου χώρου εξ ολοκλήρου αφιερωμένου στην παραγωγή και την παραγωγικότητα. Είδαμε όμως ότι όντας τέτοιου είδους χώρος, το εργοστάσιο είναι επίσης ένας χώρος άρνησης της πολιτικής. Θέση πέμπτη: Η απεργία είναι μια άρνηση της άρνησης της πολιτικής, και συνεπώς μια άρνηση της άρνησης της παράστασης του εργάτη που προϋποθέτει η "φυσιολογική" εργασία του εργοστασίου.

Πώς εκδηλώνεται φαινομενολογικά αυτή η άρνηση της άρνησης της πολιτικής παράστασης; Και πιο συγκεκριμένα, ποιά είναι η σχέση της με την αναπαραστατική τάξη, με την εικόνα και την εικονογραφία;

Θέση έκτη: Το εργοστάσιο σε απεργία παράγει αντι-αναπαραστάσεις, αντι-εικόνες, και είναι ακριβώς σε αυτές τις αντι-αναπαραστάσεις που η πολιτική παράσταση του εργάτη ως μονάδας μπορεί να λάβει χώρα.

Τι εννοούμε; Εννοούμε το εξής: ως πολιτική πράξη, η απεργία δεν εισάγει τον εργάτη αδιαφοροποίητα μαζί με τις άλλες ταυτότητες ή συλλογικότητες της "κοινωνίας" σε μια αδιαφοροποίητη αναπαραστατική τάξη. Ο αποκλεισμός του εργάτη από την αναπαράσταση δεν αίρεται μέσα από την ενσωμάτωσή του, χωρίς ίχνος διαφοράς, στην τάξη αυτή. Ο εργάτης αποκτά πολιτική οντότητα μέσα από την αφαίρεσή του από αυτό που τον ορίζει, τόσο από τη σκοπιά του κράτους, όσο και από την σκοπιά της συλλογικής του εκπροσώπησης, του γεγονότος δηλαδή της εργασίας του. Ένας εργάτης που δεν εργάζεται, όπως και ένα εργοστάσιο που δεν παράγει, δεν μπορούν να ενταχθούν μέσα σε μια λογική της ανα-παράστασης, πόσο μάλλον της "δραματικής", "αντιπροσωπευτικής" αναπαράστασης του "iconic image". "Δεν υπάρχει τίποτα να δεις" σε μια εργοστασιακή απεργία, στην εικόνα ανθρώπων που κανονικά έπρεπε να βρίσκονται μέσα στο εργοστάσιο και να εργάζονται να βρίσκονται έξω από το εργοστάσιο και να συζητούν ή να πίνουν καφέ ή να κάθονται. Η εικόνα της απεργίας είναι εικόνα μιας διπλής άρνησης, τόσο με την έννοια που ήδη αναφέραμε, όσο και επειδή ο εργάτης που απεργεί αρνείται την άρνηση της ανθρώπινής του υπόστασης που ήδη πάντοτε εξυπακούεται από την κατασκευή του ως εργάτη, ως υποκαταστάσιμης μονάδας εργατικής δύναμης, ανώνυμης, βιογραφικά αδιάφορης, χωρίς παρελθόν ή μέλλον.

Θέση έβδομη: Η εργοστασιακή απεργία, μη όντας τίποτε άλλο παρά η αυτο-υφαίρεση του προλεταριακού "μηδέν" από την ολοσχερή του έκθλιψη ή αφανισμό --στοιχεία που αποτελούν προϋποθέσεις της λειτουργίας του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής-- δεν παράγει αναπαραστάσιμο θέαμα. Θέαμα μπορεί να παράξει η "βία εναντίον πολιτών" των "iconic images" που αναφέραμε στην εισαγωγή, ακριβώς επειδή οι "πολίτες" δεν νοούνται ως "μηδέν" εξ αρχής, αλλά ως οργανικά κομμάτια μιας "κοινωνίας", η οποία βλέπει σ' αυτούς την αντανάκλασή της.

Μπορούμε ήδη να κατανοήσουμε εδώ την προβληματική φύση της αφομοίωσης της απεργίας στη Χαλυβουργία με απεργίες όπως αυτές στα ΜΜΕ. Στην δεύτερη περίπτωση, η απεργία αφορά τον ίδιο τον μηχανισμό αναπαράστασης και δεν μπορεί να εκφραστεί παρά με περισσότερες αναπαραστάσεις: απολυμένοι δημοσιογράφοι που γράφουν κείμενα εναντίον των πρώην εργοδοτών τους σε άλλα μηντιακά μέσα, αποκαλύψεις, κατάληψη σταθμών, μηνύματα κατά την ώρα της εκπομπής, κλπ. Σε κάθε περίπτωση, αυτό που εμπλέκεται είναι αναπαραστάσεις εναντίον αναπαραστάσεων, και όχι, όπως συμβαίνει στην Χαλυβουργία, μια εγγενής αποκαθήλωση της ίδιας της διαδικασίας αναπαράστασης, που στην "φυσιολογική" της λειτουργία καταδικάζει τον εργάτη στην μόνιμη, "δομική" αφάνεια.

Η υπογράμμιση της μόνιμης κατάστασης αφάνειας που δεν αναιρείται από μια ένταξη, μέσω της απεργίας, στη γνωστή μετανεωτερική λογική του "όλα είναι εικόνα", είναι επιπρόσθετα σημαντική στα πλαίσια της αντίληψης περί ιστορικής εξαφάνισης της εργατικής τάξης. Στην μόνιμη επωδό ότι "δεν υπάρχει πια εργατική τάξη" δεν θα πρέπει να παραμελήσουμε να θυμήσουμε ότι, ανεξάρτητα από τις όποιες δομικές, χωρικές και δημογραφικές αλλαγές που έχει αποφέρει η "αποβιομηχάνιση", η "εργατική τάξη" ήταν πάντα συνώνυμη της εξαφάνισης του εργάτη ως μονάδας στα πλαίσια της αναπαραστατικής τάξης της κεφαλαιοκρατικής κοινωνίας. Το να είσαι εργάτης σε μια τέτοια κοινωνία σημαίνει να μην φαίνεσαι, να μην είσαι αναπαραστάσιμος ως μονάδα. Αυτή είναι η όγδοη θέση του χαλυβουργικού μανιφέστου.

Η ένατη θέση αφορά τον ψευδή χαρακτήρα της μετανεωτερικής κριτικής στον Μαρξισμό ως "νοσταλγίας για την εργατική τάξη." Όλη η παραπάνω ανάλυση αναδεικνύει το γεγονός ότι αν η νοσταλγία αφορά αναπόφευκτα την επιθυμία για παρουσία, και αν η παρουσία υποδηλώνει πληρότητα ή ολότητα, δεν υπάρχει τίποτα στην μαρξιστική αναφορά στην εργατική τάξη που να αφορά μια τέτοια μεταφυσική της παρουσίας: αντίθετα, η μαρξιστική αναφορά στην εργατική τάξη είναι αναφορά σε ένα αδιόρατο ίχνος, σε μια οντότητα που διαφεύγει πάντοτε από την τάξη του αναπαραστώμενου, που δεν μπορεί να ιδωθεί, που δεν είναι τίποτα παρά μια διακοπή της παντοδυναμίας του βλέμματος. "Νοσταλγία για την παρουσία", αντίθετα, προδίδουν ακριβώς αυτοί που εγκαλούν τον μαρξισμό για μεταφυσική αφέλεια, ανακαλύπτοντας διαρκώς την αδιαμεσολάβητη παρουσία της "γενικής βούλησης", του "πλήθους", του "99%", κλπ σε σκηνογραφίες αυτο-αναπαράστασης, φετιχοποιώντας τις αυτο-αναπαραστάσεις αυτές ως συνώνυμες μιας διαφανούς, πρόδηλης, άμεσης παρουσίας της υποτιθέμενης "λαϊκής θέλησης". Μόνο μέσα από μια αντιμετάθεση και αντιστροφή της πραγματικότητας άξια του όρου "ιδεολογία" καταφέρνουν οι θιασώτες της εκτυφλωτικής αμεσότητας να πείσουν τον εαυτό τους ότι τα θύματα νοσταλγικής αφέλειας είναι αυτοί ακριβώς που ανθίστανται στην "λαϊκοδημοκρατική" ρητορική της αδιαμεσολάβητης και αναπαραστάσιμης παρουσίας.


3. Συμπτώματα: Το κενό και η υστερία

Στο ερώτημα που θέσαμε --"τι συμβαίνει στην Χαλυβουργία;"-- λοιπόν, η απάντηση, από τη σκοπιά της μηντιακά επικαθορισμένης τάξης της αναπαράστασης είναι απλή και μονολεκτική: "τίποτα απολύτως." Από την δική μας όμως σκοπιά, αυτό το "τίποτα" μεταφράστηκε σε κάτι διαφορετικό από το τίποτα, σε "άρνηση της άρνησης": σε αφαίρεση, μέσω της αρνητικής δύναμης της απεργίας --της μη επιτέλεσης της δραστηριότητας εκείνης στην οποία συνοψίζεται και στην οποία ταυτόχρονα εξαφανίζεται ο εργάτης-- από ένα "κράτος της κατάστασης" στο οποίο η εργατική υποκειμενικότητα δεν παρουσιάζεται και είναι αδύνατο να παρουσιαστεί.

Στο "Εργοστάσιο ως συμβαντικός τόπος" ο Badiou παρατηρεί, αναφερόμενος στην πρωτοποριακή εργασία του Μαρξ σε ό,τι αφορά την δομική εξαφάνιση της εργατικής υποκειμενικότητας στον καπιταλιστικό τρόπο παραγωγής:
θα ήταν αδύνατο στη νεώτερη εποχή να διατυπωθεί οποιαδήποτε πολιτική — ακόμη και υπό τη μορφή υπόθεσης — εκτός και εάν συνίστατο σε πρόταση μιας εν υποκειμένω ερμηνείας των εντυπωσιακών εκείνων υστερικών συμπτωμάτων τού κοινωνικού, κατά τη διάρκεια των οποίων οι εργάτες, κατονομάζοντας το γεγονός τής μη παρουσίασής τους, θα είχαν συγχρόνως κατονομάσει και το υπολανθάνον κενό τής καπιταλιστικής κατάστασης.
Η ονομασία, εκ μέρους των εργατών, του "υπολανθάνοντος κενού της καπιταλιστικής κατάστασης" --του στοιχείου εκείνου που πρέπει να παραμείνει έξω απ' το μέτρημα για να συγκροτηθεί το κοινωνικό όλον ως τέτοιο-- υπέχει τη θέση ενός "υστερικού συμπτώματος του κοινωνικού." Είναι ιδιαίτερα ενδιαφέρον εδώ να θυμηθούμε την ακριβή σκηνογραφία των συνεπειών τής παρέμβασης του Μάριου Αθανασίου στο "Μες στην καλή χαρά":

Στάδιο πρώτο: σιωπή (χαρακτηριστικά άβολη στο τηλεοπτικό πλαίσιο, όπου το δευτερόλεπτο μη φλυαρίας μετρά ως αιωνιότητα)
Στάδιο δεύτερο: άρνηση ("Εγώ; Τίποτα", "μπλακ άουτ", -"Κανένας; τίποτα;"-"Όχι").
Στάδιο τρίτο: κατά τα φαινόμενα παραδοχή ("Είναι σε απεργία. Είναι σε απεργία εδώ και πάρα πολλές μέρες").
Στάδιο τέταρτο: διαστροφή της κατά τα φαινόμενα παραδοχής, που μετατρέπεται σε δευτερογενή νομιμοποίηση της σιωπής. Το γεγονός της απεργίας δεν είναι ούτε άγνωστο ούτε ανομολόγητο --δεν καταστέλλεται-- είναι, αντιθέτως, υπερβολικά γνωστό και άρα όχι "newsworthy" ("Α, αυτό λες. Νόμιζα ότι έγινε κάτι σήμερα" [από την ίδια ομιλήτρια που αρχικά απάντησε ότι δεν γνωρίζει τίποτα για την Χαλυβουργία]).
Στάδιο πέμπτο: αντιστροφή της φοράς της εκλαμβανόμενης "επιθετικότητας" της ερώτησης Αθανασίου: ("Είναι σε απεργία εδώ και πάρα πολλές μέρες. Τι θέλεις;" [Che vuoi?]--από την ίδια ομιλήτρια. Απάντηση: -"Είσαι επιθετική". Εκ νέου απάντηση: "Είμαι επιθετική." Νέα επίθεση από άλλο ομιλητή: "Το πήγες εντελώς αλλού". Και από τρίτο ομιλητή, με επιστράτευση της ειρωνείας: "Καλά, ήρθες στο 'Μες στην καλή χαρά' για να μάθεις για τη Χαλυβουργική;").
Στάδιο έκτο: αλλαγή θέματος, απόπειρα επιστροφής στην "φυσιολογική" αναπαραστατική τάξη: ("από τους τηλεοπτικούς ρόλους που έχεις ερμηνεύσει μέχρι σήμερα...).
Στάδιο έβδομο: απειλητική επίκληση της κατασταλτικής συνδρομής της ψυχαναλυτικής παρέμβασης (όταν διαπιστώνεται η επιμονή Αθανασίου στο να μην αλλάξει θέμα): ("θα φέρω την ψυχολόγο").

Έχουμε εδώ μια πλήρη εκδίπλωση του "υστερικού συμπτώματος του κοινωνικού" απέναντι στο "υπολανθάνον κενό" που συγκροτεί το "κράτος της κατάστασης"· και μάλιστα μια εκδίπλωση η οποία καταλήγει στην χαρακτηριστικά υστερική επίκληση της συνδρομής της ίδιας της ψυχανάλυσης κόντρα στην πίεση να κατανομαστεί το ιδεολογικά ακατανόμαστο, το κενό της καπιταλιστικής εκδοχής της "κοινωνικής ολότητας" -- με άλλα λόγια, ο εργάτης-σε-απ/εργία. Αλλά η "πολιτική", λέει ο Badiou (και "πολιτική" εδώ σημαίνει πάντα "χειραφέτηση", για αυτό και η "πολιτική είναι κάτι το εξαιρετικό", όπως γράφει στο Μεταπολιτική), δεν είναι τίποτε άλλο παρά η ανάδειξη αυτού του κενού. Δεν πρωτοτυπεί ο Γάλλος ως προς την ουσία της διαπίστωσής του: αυτή ήταν η πολιτική και για τον Μαρξ, που έγραψε (Κριτική της εγελιανής φιλοσοφίας του Κράτους και του Δικαίου):
Πού λοιπόν βρίσκεται η θετική δυνατότητα της γερμανικής χειραφέτησης;
Απάντηση: στη διαμόρφωση μιας τάξης με ριζικές αλυσίδες, μιας τάξης της κοινωνίας-των-ιδιωτών που να μην είναι τάξη της κοινωνίας-των-ιδιωτών [Badiou: "θα υπάρχουν πάντοτε υποσύνολα τα οποία δεν θα έχουν συγχρόνως και την ιδιότητα τού στοιχείου, ακριβώς λόγω τού υπερβάλλοντος τής σχέσεως υπαγωγής έναντι τής απλής παρουσίασης"], ενός κοινωνικού στρώματος που να είναι η διάλυση όλων των στρωμάτων, μιας σφαίρας που να έχει χαρακτήρα καθολικότητας εξ αιτίας της καθολικότητας των παθών της, που να μη διεκδικεί το επί μέρους δικαίωμα, γιατί έχει υποστεί όχι μια επί μέρους αδικία άλλα την αδικία καθ’ εαυτή, που να μην μπορεί πια να επαίρεται για έναν ιστορικό τίτλο, αλλά μόνο για έναν τίτλο ανθρώπινο, που να μη βρίσκεται σε αποκλειστική αντίθεση με τις συνέπειες, αλλά σε συστηματική αντίθεση με τις προϋποθέσεις του γερμανικού πολιτικού καθεστώτος, μιας σφαίρας τέλος που να μην μπορεί να χειραφετηθεί χωρίς να χειραφετηθεί απ’ όλες τις άλλες σφαίρες της κοινωνίας και χωρίς μ' αυτό τον τρόπο να χειραφετήσει όλες τις άλλες σφαίρες της κοινωνίας, που να είναι, με μια λέξη, η ολική απώλεια του ανθρώπου και, άρα, να μην μπορεί να επανακτήσει τον εαυτό της χωρίς μια ολική επανάκτηση του ανθρώπου.
Η διάλυση αυτή της κοινωνίας, πραγματωμένη σε μια επιμέρους τάξη, είναι το προλεταριάτο.
[...]
Αναγγέλλοντας τη διάλυση της προγενέστερης τάξης του κόσμου, το προλεταριάτο δεν κάνει τίποτε άλλο παρά να εκφράζει το μυστικό της ίδιας του της ύπαρξης, γιατί είναι η ντε φάκτο διάλυση της τάξης αυτής.
Η δέκατη θέση του χαλυβουργικού μανιφέστου εκφράζεται πλήρως από τα λόγια του Badiou, στα οποία θα χρειαστεί να παρεμβούμε μόνο ελάχιστα:
Εάν στις κοινωνίες μας το εργοστάσιο αντιπροσωπεύει πράγματι τον παραδειγματικό συμβαντικό τόπο, αυτό οφείλεται στο ότι είναι κυριολεκτικά αδύνατο να πραγματοποιηθεί εντός αυτού οποιοδήποτε συμβάν [...] [εκτός και αν αναδυθεί] στην ύπαρξη εκείνο ακριβώς το στοιχείο τού οποίου η ανυπαρξία συντηρεί στην ύπαρξη το ένα-τού-εργοστασίου — αναφέρομαι, δηλαδή, στους εργάτες.

4. Τι να κάνουμε;

Σε αντίθεση, λοιπόν, με τους συντρόφους που καλούν τα ΜΜΕ να "δείξουν" --να προβάλλουν-- την απεργία, εμείς θα ισχυριστούμε ότι αυτό δεν είναι απλώς ανεπιθύμητο για τα ΜΜΕ αλλά και αδύνατο: δεν υπάρχει τίποτε για να δείξουν, γιατί η αφαίρεση ενός υποκειμένου από την δομικά εγγυημένη του ανυπαρξία μέσα στο κοινωνικό σύνολο δεν παράγει θέαμα: δεν ανήκει καν στην τάξη των συμβολικών αναπαραστάσεων.

Θέση ενδέκατη: Η αφαίρεση του εργάτη από την ίδια του την αορατότητα ή αναπαραστατική εξάλειψη αποτελεί ρήγμα στη συνοχή της συμβολικής τάξης, και συνεπώς αποτυπώνει το ίχνος ενός Πραγματικού.

Φυσικά, το Πραγματικό μπορεί να νοηθεί μόνο ως ρήγμα, μόνο ως στιγμιαία ή εφήμερη διακοπή της "φυσικής" εργασίας της συμβολικής τάξης. Δεν έχουμε χαθεί στις αφαιρέσεις της ψυχανάλυσης παρατηρώντας κάτι τέτοιο: μια τυχόν "ικανοποίηση" των αιτημάτων θα δώσει τέλος στην απεργία και θα εξαναγκάσει έτσι τους εργάτες να επιστρέψουν στην "φυσιολογική" τους εξαφάνιση μέσα στον θεμελιωδώς αντιπολιτικό τόπο του εργοστασίου. Η "νίκη" θα έχει έτσι ένα ανεξάλειπτο ποσοστό ήττας, στον βαθμό που θα επιτρέψει την επανασυγκόλληση της συμβολικής τάξης την οποία προς το παρόν εξακολουθεί να ρηγματώνει.

Πώς θα μπορούσε να γίνει αλλιώς; Τι είδους νίκη θα μπορούσε να υπάρξει η οποία να μην αναπαραγάγει, ουσιαστικά, τα συστατικά της ήττας μιας και, για να επιστρέψουμε στιγμιαία στον Μαρξ, η διόρθωση μιας "επιμέρους" αδικίας (πχ των απολύσεων) δεν κάνει τίποτα για να διορθώσει την "αδικία καθ' εαυτή", την αδικία του απόλυτου διαχωρισμού της διανοητικής από την χειρωνακτική εργασία που καταδικάζει τον εργάτη σε μια ζωή εξοντωτικής εργασίας με ελάχιστες απολαβές και αποκλεισμό από τη ζωή του πνεύματος που τού ανήκει, ως άνθρωπο, στον ίδιο ακριβώς βαθμό που ανήκει και σε κάθε άλλο άνθρωπο;

Θα ήταν απαραίτητο για τον σκοπό αυτό η απεργία να αποκτήσει καθολικότητα, να εξελιχθεί σε γενική απεργία. Θα ήταν απαραίτητο, για να το πούμε όσο παραστατικά γίνεται, το "ρήγμα" στη συμβολική τάξη να μεγαλώσει τόσο πολύ που η ίδια η συμβολική τάξη να καταρρεύσει, αδυνατώντας να βρει οποιονδήποτε τρόπο να το επανασυγκολλήσει. Αυτή είναι η δωδέκατή μας θέση.

Στην διαδικασία όμως αναζήτησης ενός τρόπου καθολικοποίησης της απεργίας, εκ βάθρων καταστροφής της καπιταλιστικής συμβολικής τάξης, δεν είναι εφικτό να μείνουμε στο ρήγμα του Πραγματικού, καθώς αυτό παρεμποδίζει οποιαδήποτε συμβολοποίηση και η συμβολοποίηση είναι απαραίτητη για τις --πάντα φαντασιακές σε έναν βαθμό-- διαδικασίες πολιτικής ταύτισης. Αυτό είναι το σημείο όπου οι κόκκινες σημαίες και οι επικλήσεις των προγόνων εργατών αναλαμβάνουν το δικό τους έργο: να δώσουν μια συμβολική έκφραση στην κατάσταση, χτίζοντας πάνω στο ρήγμα που ανοίγει η απεργία· να επιτρέψουν, δηλαδή, την υποκειμενική αγκυροβόληση σε μια εναλλακτική συμβολική τάξη. Οι αναπαραστάσεις του ηρωϊκού εργάτη στην προλεταριακή εικονογραφία --αντικείμενο συστηματικής γελοιοποίησης από την αστική κουλτούρα-- έχουν αυτόν ακριβώς τον ρόλο: να αγκυροβολήσουν ένα αβάσταχτο Πραγματικό σε μια καταφατικού περιεχομένου συμβολική αναπαράσταση.

Φυσικά, η μνημειοποίηση του εργάτη στις χώρες του υπαρκτού σοσιαλισμού λειτούργησε σε σημαντικό βαθμό ως μέσο καταστολής ή απώθησης του ζητήματος που τίθεται από την θέση του εργάτη ως κενού μέσα στο κράτος της κατάστασης, και αυτό δεν συνδέεται τυχαία με το γεγονός ότι ακόμα και σ' αυτές τις κοινωνίες δεν επιλύθηκε ποτέ η αντίφαση ανάμεσα στην χειρωνακτική και την διανοητική εργασία, ιδιαίτερα σε ό,τι αφορά την μετάφρασή της σε μια αντίφαση ανάμεσα σε απλούς εργαζόμενους και κομματικούς γραφειοκράτες. Υπάρχουν λοιπόν φυσικά πάντοτε κίνδυνοι σ' αυτή τη διαδικασία "χτισίματος" μιας εναλλακτικής συμβολικής τάξης πάνω στο αρχικό ρήγμα που προκλήθηκε στην προηγούμενη συμβολική τάξη. Αλλά ταυτόχρονα, η διαδικασία διεύρυνσης του ρήγματος στην κυρίαρχη συμβολική τάξη είναι απαραίτητο να συνοδεύεται από την προσπάθεια υποκατάστασής της με μια άλλη συμβολική τάξη. Αυτή είναι η δέκατη τρίτη και τελευταία μας θέση.

Από τη δική μας σκοπιά, αυτή μιας θνήσκουσας καπιταλιστικής κοινωνίας, τα προβλήματα που τίθενται από το πέρασμα απ' το Συμβολικό στο Πραγματικό και από εκεί σε ένα νέο Συμβολικό παραμένουν απόμακρα. Οι πρακτικές προτεραιότητες του αγώνα μας είναι πολύ πιο στοιχειώδεις. Το ζητούμενο σε πρώτη φάση δεν μπορεί να είναι άλλο από τη διάνοιξη του ρήγματος, όπως θα προκύψει για παράδειγμα αν μια σειρά πληθυσμιακών ομάδων, με προεξέχουσα την εκτεταμένη άλλη εκείνη ομάδα που "δεν εργάζεται", τους ανέργους, δει στην αντι-εικόνα της απεργίας της Χαλυβουργίας τη βάση μιας ταύτισης που γίνεται εφικτή στην από κοινού έκθεση στο "χείλος του κενού."

Με τη σειρά της, όμως, η διάνοιξη αυτού του ρήγματος, που είναι ταυτόχρονα και υλοποίηση ενός ρήγματος με την αστική και αστικά προσανατολισμένη μικροαστική τάξη, προϋποθέτει την στοιχειώδη ανάδειξή τού ρήγματος ως τέτοιου, την επιμονή στο ότι ένα ρήγμα, και η δυνατότητα για μια διεύρυνση αυτού του ρήγματος, έχουν δημιουργηθεί. Αυτό το πολύ προκαταρκτικό καθήκον προσπάθησα να υπηρετήσω στο χαλυβουργικό μανιφέστο.

17 Ιαν 2012

To Όριο ως το Ενδιάμεσο: Μέσα και Έξω, Ξένοι και Ξωτικά, Κίνδυνος και Δημιουργικότητα

Γιάννης Παπαδάκης
papada@ucy.ac.cy

Το όριο ορίζει, καθ-ορίζει και διαχ-ωρίζει το μέσα από το έξω, τον Εαυτό από τον Άλλο, εμάς από τους ξένους.  

Παλαιότερα όταν κυριαρχούσε η θρησκευτική θεώρηση του σύμπαντος, τα όρια ήταν χώρος κινδύνου. Το ίδιο ισχύει και σήμερα. Η απειλή όμως σε μια θεοκεντρική κοινωνία προερχόταν και από άλλα υπερφυσικά όντα που καραδοκούσαν απ’ έξω (ξωτικά), ενώ σήμερα στην κοσμική κοινωνία από απειλητικούς ξένους. Παλαιότερα η δύναμη της θρησκείας χρησιμοποιούνταν για να εξορκίσει τα κακά πνεύματα καθώς η κοινότητα καθ-οριζόταν στο χώρο (ως εν-ορία μιας εκκλησίας) με καθαγιασμούς των συνόρων της ως o χώρος ασφάλειας των πιστών. Παραδοσιακά έξω, και δη στα όρια, καραδοκούσαν οι δαιμονικές δυνάμεις: ο διάβολος (ή εξαποδώς, έξω από ’δω) ή τα ξωτικά. Ακόμα και σήμερα το όριο του ιδιωτικού χώρου, δηλαδή το ξωπόρτι του σπιτιού, κάποτε καθαγιάζεται με το σημείο του σταυρού από το κερί που μεταφέρει ο πιστός μετά τη λειτουργία της Ανάστασης. Παλαιότερα οριακοί χώροι, όπως γέφυρες, σταυροδρόμια και σπηλιές, θεωρούνταν ιδιαίτερα επικίνδυνοι ως χώροι όπου καραδοκούσαν ξωτικά. Το ίδιο ίσχυε και για οριακούς χρόνους. Μεσημέρι, μεσάνυχτα ή τέλος του χρόνου ήταν περίοδοι κινδύνου και παρουσίας ξωτικών. Στην μεσαιωνική δυτική Ευρώπη τα μεσάνυχτα ήταν η ώρα που οι μάγισσες έβγαιναν σεργιάνι. Το ίδιο ισχύει ακόμα και για τις πιο βασικές κατηγοριοποιήσεις μιας κοινωνίας, όπως η διάκριση μεταξύ ανθρώπων και ζώων. Τα ξωτικά, όπως και οι καλικάντζαροι, βρίσκονταν ακριβώς στο όριο αυτών των σημαντικών διακρίσεων αφού συνδύαζαν χαρακτηριστικά ανθρώπων και ζώων.

Καθώς το όριο ορίζει, διαχ-ωρίζει και καθ-ορίζει, προσδίδει μορφή και υπόσταση. Η τεράστια σημασία του έγκειται στο ότι χωρίς αυτό δεν νοείται μορφή, οντότητα ή διακριτές κοινωνικές κατηγοριοποιήσεις. Το ίδιο το όριο όμως είναι το ενδιάμεσο, αυτό που δεν ανήκει ούτε σε Εμάς ούτε στους Άλλους, ούτε στη μια πλευρά ούτε στην άλλη, ούτε στη μια κατηγορία ούτε στην άλλη. Αν το όριο είναι απαραίτητο για τη διασφάλιση της κοινωνικής τάξης (διαχωρίζοντας Εμάς από Άλλους, διαχωρίζοντας το δικό μας χώρο από το δικό τους, και καθορίζοντας στο εσωτερικό τις κοινωνικές κατηγοριοποιήσεις που η κάθε κοινωνία επιβάλλει και χρειάζεται), το ίδιο το όριο (ως ενδιάμεσο) αναιρεί και αμφισβητεί αυτούς τους διαχωρισμούς. Γι’ αυτό και ενώ ταυτόχρονα είναι το μέσο δημιουργίας κοινωνικής ευταξίας και οντολογικής ή φυσικής ασφάλειας, είναι και το ίδιο η πηγή της ανασφάλειας αφού αμφισβητεί τις κοινωνικές κατηγοριοποιήσεις και δημιουργεί το φόβο του χάους. Ως ενδιάμεσο είναι πηγή άγχους, κινδύνου και φόβου αφού το ίδιο δεν ανήκει πουθενά. Αυτή η διττή του ιδιότητα του προσδίδει το χαρακτηριστικό του παράδοξου. Είναι αυτό που διαχωρίζει και που φέρνει σε επαφή, η πηγή της ασφάλειας αλλά και του φόβου.

Για το πολιτικό σώμα, οι μετανάστες (αυτοί που δεν ανήκουν ακριβώς ούτε σε εμάς, ούτε στους άλλους, ή αυτοί που ανήκουν και στους δυο) είναι συχνά μια ομάδα που αντιμετωπίζεται με φόβο, και συχνά στιγματίζεται. Είναι το ξένο εντός, το διαφορετικό που απειλεί την «ομοιογένεια», πηγή μιαρότητας που μπορεί να απειλήσει την «εθνική καθαρότητα» (που συχνά προσλαμβάνεται με φυλετικούς όρους), ή πηγή αλλότριων αντιλήψεων και προτύπων που απειλούν να «μολύνουν» τα εντόπια ήθη και έθιμα. Συχνά στιγματίζονται ως επικίνδυνοι, ως δηλαδή η βασική πηγή εγκλήματος, και παρουσιάζονται κυριολεκτικά ή μεταφορικά ως πηγή ακαθαρσίας.

Για το έθνος-κράτος (μια ιδιαίτερα προβληματική έννοια της νεωτερικότητας που υπονοεί ότι αντιστοιχεί ένα έθνος και μόνο σε ένα κράτος, παραπέμποντας στην έννοια της εθνικής ομοιογένειας), οι εθνοτικές μειονότητες (που πολλές φορές θεωρούνται ως να ανήκουν στο εχθρικό έθνος-κράτος παραδίπλα και κάποτε είναι συγκεντρωμένες σε παραμεθ-όριες περιοχές) συχνά θεωρούνται ως εσωτερικός κίνδυνος, δυνητικοί ή πραγματικοί κατάσκοποι και σαμποτέρ που υπονομεύουν την εθνική ασφάλεια. Η έννοια της βρομιάς συχνά συνοδεύει και αυτούς, όπως και τους μετανάστες, με μειωτικά επίθετα, ή χρησιμοποιούνται γι’ αυτούς μειωτικοί χαρακτηρισμοί δανεισμένοι από τον ζωικό κόσμο. Με αυτό τον τρόπο απ-ανθρωπίζονται καθώς μεταφέρονται συμβολικά εκτός ανθρώπινης κοινωνίας και των γενικών κανόνων ανθρωπιάς που την διέπουν.

Ακόμα και οι κάτοικοι παραμεθόριων περιοχών που ανήκουν στον Εθνικό Εαυτό, αυτοί δηλαδή που ζουν στις «πύλες» των εθνικών ορίων, από τη μια παρουσιάζονται ως ηρωικοί «ακρίτες» που προστατεύουν τα όρια και που πρέπει πάση θυσία να ενδυναμωθούν και να υποστηριχθούν από το κράτος, ενώ από την άλλη θεωρούνται ως ύποπτοι για αθέμιτες ανταλλαγές (κατάσκοποι και λαθρέμποροι) με Άλλους εκτός των ορίων.

Όσον αφορά μια άλλη ιδιαίτερα σημαντική κοινωνική κατηγοριοποίηση, το φύλο, που στη Δύση σταδιακά διαχωρίστηκε απόλυτα σε ανδρικό και γυναικείο (ενώ σε κάποιες άλλες κοινωνίες ή ιστορικές περιόδους μπορεί να υπήρχαν και άλλες κοινωνικά αποδεκτές κατηγορίες), αυτές ή αυτοί που δεν ανήκαν ξεκάθαρα στη μια ή στην άλλη κατηγορία και εξέφραζαν διαφορετικές σεξουαλικές επιλογές καθ-ορίστηκαν νομικά ως εγκληματίες και γενικότερα αντιμετωπίζονταν με έντονα συναισθήματα αποστροφής.

Ταυτόχρονα όμως – και εδώ έγκειται μια άλλη όψη του παράδοξου των ορίων – τα όρια μπορούν να λειτουργήσουν και ως χώρος δημιουργικότητας και κοινωνικής κριτικής. Εφόσον το όριο είναι και αυτό που φέρνει σε επαφή διαφορετικούς κόσμους, μπορεί να αποτελέσει και τον κατεξοχήν χώρο όπου μπορούν να λάβουν χώρα πειραματισμοί στη σκέψη, πολιτική και τέχνη, συνδυάζοντας στοιχεία από διάφορες κουλτούρες. Πολλοί σημαντικοί λογοτέχνες (π.χ. Salman Rushdie, Κωνσταντίνος Καβάφης) και διανοούμενοι (π.χ. Edward Said) είναι οι ίδιοι μετανάστες ή άτομα που ανήκαν σε μειονότητες, και έγραψαν θεωρητικά για την προνομιακή θέση που η μετανάστευση (ή μια οριακή θέση) μπορεί να προσφέρει στη θεώρηση του κόσμου. Το επιχείρημα τους είναι ότι ο μετανάστης αφού δεν ανήκει πλήρως ούτε στην κοινωνία από όπου προέρχεται, ούτε σε αυτήν που καταλήγει, έχει μια διπλή οπτική, συχνά αποστασιοποιημένη και κριτική, και για τις δυο κοινωνίες ή κόσμους. Όπως το έθεσε ο Rushdie, ο μετανάστης λογοτέχνης έχει περισσότερη ευχέρεια να «διαλέξει τους γονείς του», αφού μπορεί να επιλέξει τους πνευματικούς του γονείς (δηλαδή επιρροές) από λογοτέχνες και της κοινωνίας καταγωγής και της κοινωνίας υποδοχής του.

Άλλοι θεωρητικοί όπως ο Ulrich Beck, κάπως υπεραισιόδοξα, υποστηρίζουν ότι σήμερα πολλές κοινωνίες βρίσκονται σε μια καίρια και ρηξικέλευθη μετάβαση από το πολιτικό μοντέλο του «ή» (επιλογής μιας και μόνο κοσμοθεωρίας, μιας πλευράς, μιας άποψης) σε αυτό του «και» (συνδυασμού και συνύπαρξης διαφορετικών κοσμοθεωριών, πλευρών και απόψεων). Σαν να ζούμε, δηλαδή, όλο και περισσότερο σε οριακούς χώρους.

http://occupythebufferzone.wordpress.com/2012/01/14/to-%CF%8C%CF%81%CE%B9%CE%BF-%CF%89%CF%82-%CF%84%CE%BF-%CE%B5%CE%BD%CE%B4%CE%B9%CE%AC%CE%BC%CE%B5%CF%83%CE%BF-%CE%BC%CE%AD%CF%83%CE%B1-%CE%BA%CE%B1%CE%B9-%CE%AD%CE%BE%CF%89-%CE%BE%CE%AD%CE%BD%CE%BF/#more-344

16 Ιαν 2012

Ινστιτούτο Κριτικής Κοινωνικής Έρευνας και Διαλόγου - πρώτη δημόσια συζήτηση

The Cyprus Institute of Critical Social Research and Dialogue (Critical Social Research - CSRI) organises its first round-table discussion at the Home for Cooperation (H4C):

“The discovery of gas reserves and the Cyprus problem: Challenges and Opportunities”

Speakers:
Costas M. Constantinou (University of Cyprus)
Niyazi Kizilyurek (University of Cyprus)
Nicos Trimikliniotis (University of Nicosia)

Date: Wednesday, 25 January 2012, 6.30p.m.
Venue: Home for Cooperation (H4C)

14 Ιαν 2012

Μικρό-εισβολές τζαι η δική μας κατάσταση εκτάκτου ανάγκης

Εισβολή σημαίνει να νυκτώνει τζαι να πατά στρατιωτική αρβύλα μέσα  στο περβόλι-(ποστάνι) που εσύ τζαι οι συντρόφοι σου εφροντίζατε   λλίες ώρες πριν, την ώρα που ταν κόμα μέρα.. Έννοια σου όμως ‘τζαι τες δουλειές της νύκτας  θωρεί τες η μέρα τζαι γελά’, τζαι εάν σήμερα επερπατήσαν που πάνω που ένα ποστανούιν minimal, αύριον εννά σχει στην θέσην του δέκα grantee. Έτσι για να μεν ηξέρουν την επόμενην φοράν τι να μεν χαλάσουν τζαι που να μεν  πατήσουν.. Πριν συνεχίσουμεν όμως την πραγμάτευση μας σχετικά με το τι εστί εισβολή ας τοποθετήσουμεν τους εαυτούς μας  χωροχρονικά.

Βρισκούμαστεν στον εδώ και δύο μήνες κατειλημμένο  χώρο μεταξύ των αστυνομικών φυλακίων της οδού Λήδρας/Locmaci . Σε ένα χώρο που τα όρια δικαιοδοσίας του κάθε νος από τους τρεις στρατούς( ελληνοκυπριακόύ, τουρκοκυπριακού, ηνωμένων εθνών)   παραμένουν αδιευκρίνιστα, τζαι συγκεχυμένα. Το άνοιγμα του οδοφράγματος, όπως πολλά σωστά ανέφερεν ο/η bufferer προ τζαιρού  ,εστηρίχτηκεν σε ‘…μιαν θεμελιώδη μεν, αόρατη δε γεωγραφία δικαιοδοσίας που κατακερματίζει την όποιαν ενιαία αίσθηση προσπαθεί να παρουσιαστεί/επιβληθεί στον χώρο’.  Αυτή η αόρατη γεωγραφία δικαιοδοσίας λοιπόν εκτίθεται  στην επιφάνεια όσο περνά ο τζαιρός τζαι ποιο έντονα μέσα που πολλαπλές δράσεις επανοικειοποίησης του χώρου,  με ποιο πρόσφατο το συμβάν κατάληψης  κτιρίου εντός της νεκράς ζώνης. Η παράδοση χρονοδιαγράμματος από τον εκπρόσωπο της μονής Κύκκου προς τους καταληψίες, για εκκένωση του κτιρίου που ιδιοκτησιακά ανήκει στην εκκλησία έθεσεν πάλε ερωτήματα που έχουν να κάμουν με το νομικό status του χώρου της πράσινης γραμμής , τζαι των ακινήτων περιουσιών που βρίσκονται  εντός της.

Η νεκρά ζώνη αποτελεί μια κραυγαλέα  κατάσταση εξαίρεσης , τζαι η όποια απορία ανακύπτει γύρω που το τι νομικά ανήκει σε ποιόν τζαι με ποιόν τρόπον, είναι τζαι θα παραμένει αντικείμενο συνεχούς τριβής τζαι διαμάχης. Ένας αρχετυπικός μα πάντα επίκαιρος ορισμός του τι εστί κυριαρχία φωτογραφίζει τον κυρίαρχον να εν τζείνος  που κατέχει το δικαίωμα να αποφασίζει για το δικαίωμα εκτάκτου ανάγκης. Τζαι κάπου δαμέ, όπως είναι φυσικόν βλέπουμεν τες θκυό αντιτιθέμενες εξουσίες(ελληνοκυπριακή, τουρκοκυπριακή) να επιβεβαιώνουν τούτην τους της ευχαίριαν με κάθε ευκαιρία. Η έλευση εκπρόσωπου της μονής τζύκκου στον χώρο στόχον είσχεν να υπερασπίσει/ διασφαλίσει τα ιδιοκτησιακά δικαιώματα της εκκλησιάς, η οποία αθθυμήθηκεν μετά που σαράντα τζαι βάλε χρόνια ότι ο χώρος εν δικός της τζαι ότι μάλιστα προορίζει τον τζαι για information centre???. 

Η καταδρομική επιχείρηση των μεχμετζίκ (ειδικές δυνάμεις της τουρδίκ) στον χώρο του ερειπωμένου σπιθκιού τζαι του ποδοπατημένου ποστανιού, στόχον είσχεν  να διασφαλίσει τα εδάφη που θεωρoύν ότι τους ανήκουν, εντός της νεκράς ζώνης. Επροχωρήσαν λοιπόν στην δημιουργία ενός νέου συνόρου με ξύλα τζαι τσίγκους εντός των ήδη υπαρχόντων συνόρων, ενισχύοντας έτσι την παραλογία τζαι την γελιότηταν ούλλης τούντης κατάστασης. Επιπλέον η ενέργεια κατάσχεσης της γεννήτριας που τα μεχμετζίκ με την δικαιολογίαν ότι εβρίσκετουν σε τόπον που εν έπρεπεν, περνά  μηνύματα του τύπου: σήμερα ηταν η γεννήτρια που εκατασχέθηκεν, αύριον εννάν ανθρώποι που ννα συλλαμβάνουνται, γι’αυτόν έσχετε τον νού σας, μείνετε μακριά.

Άραγε τούντα μικροεπεισόδια που εξελίσσονται στην νεκρά ζώνην, παν να μας διδάξουν  εμάς τους αντιστεκόμενους ότι οι πολλαπλές καταστάσεις εκτάκτου ανάγκης που κηρήσσουνται που τες αντιμαχόμενες εξουσίες, αποτελούν επί της ουσίας (τον) κανόνα που καθορίζει την εξέλιξην του όλου παιχνιθκιού  ? Άραγε  αν θέλουμεν να βάλουμεν μπροστά το δικό μας πρόταγμαν ως αντίσταση, τότε πρέπει να τροχοιοδρομήσουμεν την δική μας ξεχωριστήν κατάστασην εκτάκτου ανάγκης? Τούτον κατά κάποιον τρόπον επιτεύχθηκεν, με την μετατροπήν ενός περάσματος σε πλατεία. Καλόν εννά ταν όμως να σκεφτούμεν πέρα τούτου. Πώς τούτοι ούλλοι οι διαφορετικοί μεταξύ τους πρωταγωνιστές με τες πολλές φωνές που συγκροτούν την κίνησην  occupy the buffer zone, εν δυνατόν να αρθρώσουν συμπαγή πολιτικό λόγο, τζαι να δώκουν απαντήσεις ανάλογες των κρίσιμων στιγμών? Τούτη η πολυμορφία απόψεων τζαι ιδεών εν το στοιχείον που προσέδωσεν στην κίνησην μιαν πρωτοφανή δυναμική, που την άλλην όμως εμφανίζουνται ενώπιον μας ούλλον τζαι νέες προκλήσεις, που οφείλουν να μας έχουν σε εγρήγορση.

Ο χώρος μεταξύ  των αντιμαχομένων στρατών τελεί υπό κατάληψην από κόσμο που αμφισβητεί  δικαιοδοσίες ως τέθκιες, ορατές τζαι αόρατες μαζί. Οργανώνεται τζαι συνεννοάται σε πολλά επίπεδα.  Από τους τρόπους τζαι τα μέσα που χρειάζεται για να συνεχίζει να ζει στον χώρο, μέχρι την διοργάνωση συνελεύσεων συζητήσεων τζαι προβολών, η κίνηση δείχνει να προχωρά πολλά παραπάνω που τζιαμέ που νομίζαν κάποιοι ότι εννα πάει.

Η κατάληψη δικτυώνεται τζαι εξαπλώνεται  ριζωματικά. Βρίσκεται σε διαρκή συνομιλίαν  με τo διεθνές δίκτυον Occupy movement, ανταλλάσσει εμπειρίες τζαι απόψεις, πληροφορίες  τζαι νεόττερα για το τι συμβαίνει τόσον εντός όσον τζαι εκτός νεκράς ζώνης. Σε επίπεδον χωρικό η κατάληψη εξεκίνησεν αρχικά καταλαμβάνοντας την μισή περιφραγμένην επικράτειαν της οδού τζύκκου για να φτάσει σήμερα να απλώννεται κατά μήκος ούλλου του δοσμένου δρόμου τζαι να φλερτάρει με την ιδέα της πτώσης των κιγκλιδωμάτων. Κορυφαία στιγμή τούντης ‘διασποράς’ η κατάληψη κτιρίου με την προοπτικήν μετατροπής του σε κοινωνικό χώρο.

Το παρών κείμενον εξεκίνησεν  αποπειρούμενον να συλλάβει την σημμασίαν της λέξης εισβολή στο παρών χρονο-τοπικό πλαίσιο. Πάνω σε τούτον ας προστεθούν κάποια πράματα ακόμα. Το να ‘εισβάλλεις’ πάει να πει κατά κάποιον τρόπον οτι θέλεις να επιβάλεις την δική σου κατάσταση πραμάτων έναντι του άλλου. Το επεισόδιον της ταχείας εφόδου των μεχμετζίκ στο ερειπωμένον σπίτιν δίπλα που τον χώρον της κατάληψης αποτέλεσεν έναν μικρό δείγμαν του τι πάει να πει εισβολή. Αποτελεί μιαν μικρο-εισβολήν κατά την οποίαν ο  εγχειρών αποπειράται να επανακτήσει έναν έδαφος που νιώθει ότι χάννεται κάτω που τα πότθκια του.

Εισβάλλω επίσης πάει να πει τζαι κάτι άλλον. Πάει να πει ότι ο εισβάλλων θέλει να επιβάλει τους δικούς του κανόνες στο παιχνίδι, να ενδυναμώσει το γόητρο του τζαι να ισχυροποιήσει την θέσην του.. Θέλει να προκαλέσει δέος στον αντίπαλο του. Θέλει να τον κάμει να φοάται χωρίς απαραίτητα να επιδιώκει την εδώ και τώρα έξοδο του που το παιχνίδι. Τζείνο που επιτυγχάνεται με τούντον τρόπο εν η συνεχής αναθέρμανση της αντιμαχίας, χωρίς τούτη να καταλήγει άμεσα σε ανοικτή σύγκρουση . Έτσι λοιπόν η γνωστή ως  κατάσταση εκτάκτου ανάγκης επανέρχεται ανανεωμένη στην δημόσιαν σφαίραν κομπάζοντας πλέον ως κανονικότητα.

Aneipwtos