Μετά την απόφαση της συνόδου της Ε.Ε στις 26 – 27 Οκτωβρίου, αναφορικά με το «κούρεμα» της αξίας των ομολόγων του ελληνικού δημοσίου, υπάρχει πλέον ο κίνδυνος παρατεταμένης κρίσης της κυπριακής οικονομίας. Η μείωση της ονομαστικής αξίας των ελληνικών ομολόγων θα έχει σημαντικές επιπτώσεις στο τραπεζικό σύστημα της Κύπρου με αποτέλεσμα την επιδείνωση σε απρόβλεπτο βαθμό της κατάστασης της κυπριακής οικονομίας, η οποία ήδη βρίσκεται σε ύφεση και με συνεχή αύξηση της ανεργίας.
Τα μέτρα τα οποία έχει αποφασίσει η κυβέρνηση και αυτά που δρομολογούνται στα πλαίσια του προϋπολογισμού για το 2012, για «δημοσιονομική εξυγίανση», τα οποία λήφθηκαν μετά από έντονη πίεση από τις εργοδοτικές οργανώσεις και την αντιπολίτευση, όχι μόνο δεν αντιμετωπίζουν τα προβλήματα της κυπριακής οικονομίας, αλλά αντιθέτως υπάρχει η πιθανότητα να σπρώξουν την οικονομία σε βαθύτερη κρίση.
Οι εξελίξεις στη κυπριακή οικονομία είναι καθοριστικά συνδεδεμένες με την εντεινόμενη οικονομική κρίση σε ευρωπαϊκό και παγκόσμιο επίπεδο και με τις πολιτικές και κοινωνικές αντιφάσεις και διεργασίες οι οποίες προκαλούνται σαν αποτέλεσμα της κρίσης και βρίσκονται σε εξέλιξη. Αυτό, όμως, δεν συνεπάγεται ότι η κυπριακή κυβέρνηση, το συνδικαλιστικό κίνημα και η ευρύτερη αριστερά δεν θα μπορούσε να επιχειρηματολογήσει και να πιέσει για ένα εναλλακτικό πλαίσιο οικονομικής πολιτικής, με σκοπό κυρίως την αλλαγή του πολιτικού και κοινωνικού ισοζυγίου δυνάμεων στη Κύπρο προς όφελος των εργαζομένων και για ένα πρώτο βήμα στη κατεύθυνση ενός εναλλακτικού μοντέλου ανάπτυξης της κυπριακής οικονομίας.
Η κρίση της κυπριακής οικονομίας και τα κυβερνητικά μέτρα.
Η κυπριακή οικονομία βρίσκεται σε ύφεση και σαν αποτέλεσμα της παγκόσμιας οικονομικής κρίσης αλλά και λόγω του ιδιόμορφου μοντέλου ανάπτυξης που έχει υιοθετηθεί τα τελευταία χρόνια. Η ανάπτυξη που είχε η κυπριακή οικονομία κατά την περίοδο 2004 – 2008 βασίστηκε κυρίως στο τουρισμό και στο κατασκευαστικό τομέα. Η υπέρμετρη ανάπτυξη στις κατασκευές αποδείχθηκε, όπως και σε πολλές άλλες χώρες ένα φαινόμενο φούσκας, το οποίο κατέρρευσε με το πρώτο ταρακούνημα της παγκόσμιας οικονομίας.
Η κρίση στη Κύπρο διαφαίνεται από τους χαμηλούς ή/και αρνητικούς ρυθμούς ανάπτυξης, την αύξηση της ανεργίας, τα αυξημένα δημοσιονομικά ελλείμματα και την έλλειψη προοπτικής για μελλοντική ανάπτυξη. Ο ρυθμός αύξησης του ΑΕΠ ήταν αρνητικός στο -1.5% το 2009, είχε μικρή αύξηση 1.0% μετά τη σύντομη ανάκαμψη της Ευρωπαϊκής οικονομίας το 2010 και αναμένεται στάσιμος ή αρνητικός το 2011. Οι προοπτικές για το 2012 φαίνονται ακόμα πιο δυσοίωνες, μετά τα κυβερνητικά μέτρα για μείωση του δημοσιονομικού ελλείμματος, την εντεινόμενη κρίση στις οικονομίες της Ευρώπης και την κρίση του τραπεζικού συστήματος στη Κύπρο, το οποίο συνδέεται άμεσα με τις πολύ αρνητικές εξελίξεις στην ελληνική οικονομία.
Η ανεργία στη Κύπρο έχει διπλασιαστεί μέσα σε τρία χρόνια, από 3.4% το 2008, σε 7.2% το 2011, με πολύ μεγαλύτερα ποσοστά στην ανεργία των νέων. Ο αριθμός των ανέργων ήταν 14.3 χιλιάδες άτομα το 2008 και το 2011κυμένεται γύρω στις 30,000. Οι προβλέψεις δείχνουν ότι ο αριθμός των ανέργων αναμένεται να αυξηθεί τα επόμενα χρόνια.
Το δημοσιονομικό έλλειμμα αυξήθηκε σημαντικά τα τελευταία τρία χρόνια, όπως θα ήταν αναμενόμενο λόγω των επιπτώσεων της οικονομικής κρίσης, από πλεόνασμα 0.9% το 2008, σε έλλειμμα -6.0% το 2009, και -5.2% το 2010. Θα πρέπει να σημειωθεί, όμως, ότι παρά την αύξηση πού είχε το δημοσιονομικό έλλειμμα, παραμένει πιο χαμηλό από το μέσο όρο της ευρωζώνης, 6.0% το 2010 και το ίδιο ισχύει και για το δημόσιο χρέος το οποίο ήταν 60.8% του ΑΕΠ το 2010, ενώ ο μέσος όρος του δημόσιου χρέους στην ευρωζώνη ήταν 85.5%.
Οι προοπτικές της κυπριακής οικονομίας για τα επόμενα χρόνια διαφαίνονται ακόμα πιο αρνητικές λαμβάνοντας υπ’ όψη τις επιπτώσεις των δημοσιονομικών μέτρων τα οποία έχουν ληφθεί, τη μειωμένη ζήτηση λόγω της εντεινόμενης κρίσης στις ευρωπαϊκές οικονομίες και τη κρίση του τραπεζικού τομέα στη Κύπρο, η οποία αρχικά παρουσιάζεται ως κρίση ρευστότητας, με συνέπεια τον περιορισμό των δανειοδοτήσεων, αλλά μετά τις εξελίξεις στην Ελλάδα, έχει ήδη μετατραπεί σε κρίση βιωσιμότητας του τραπεζικού συστήματος στη Κύπρο.
Οι εργοδοτικές οργανώσεις και τα κόμματα της αντιπολίτευσης, εκμεταλλεύθηκαν την ευκαιρία που τους δόθηκε λόγω της οικονομικής κρίσης στη Κύπρο, αλλά και την πολιτική αδυναμία της κυβέρνησης μετά το δυστύχημα στο Μαρί, για μια αδυσώπητη επίθεση ενάντια σε μισθούς και συντάξεις στο δημόσιο τομέα και περικοπές στις κοινωνικές παροχές. Χρησιμοποίησαν σαν κύριο επιχείρημα τον ισχυρισμό ότι οι δημόσιες δαπάνες στη Κύπρο είναι ψηλές σε σύγκριση με άλλες χώρες, ότι οι μισθοί στο δημόσιο τομέα είναι ψηλοί σε σύγκριση με τον ιδιωτικό τομέα και ότι δεν πρέπει να επιβληθεί οποιαδήποτε νέα φορολογία γιατί μια τέτοια κίνηση, υποστηρίζει η άρχουσα τάξη στη Κύπρο, θα είχε αρνητικές επιπτώσεις στην ανάπτυξη της οικονομίας.
Όλα τα πιο πάνω επιχειρήματα δεν ευσταθούν και είναι εύκολο αυτό να αποδειχθεί με μια απλή αντιπαραβολή επίσημων στατιστικών στοιχείων της Ε.Ε. Οι δημόσιες δαπάνες στη Κύπρο το 2010 ήταν 46.6% του ΑΕΠ, ενώ ο μέσος όρος στην ευρωζώνη ήταν 50.5%. Επίσης τα δημόσια έσοδα κυρίως μέσω της φορολογίας, ήταν 41.3% του ΑΕΠ στη Κύπρο το 2010, ενώ το αντίστοιχο ποσοστό στην ευρωζώνη ήταν 44.5%. Η Κύπρος έχει το πιο χαμηλό ΦΠΑ στην Ευρώπη το 2011,(15% μαζί με το Λουξεμβούργο) ενώ ο μέσος όρος της Ε.Ε.27 είναι 20.4%, το πιο χαμηλό εταιρικό φόρο στην Ευρώπη, (10% μαζί με την Βουλγαρία) ενώ ο μέσος όρος στην Ε.Ε.27 είναι 23.2% και ένα από τους πιο χαμηλούς φόρους εισοδήματος, με το πιο ψηλό συντελεστή να φτάνει το 30%, ενώ ο μέσος της Ε.Ε.27 είναι 37.1% και της ευρωζώνης 41.8%. Είναι φανερό ότι με μικρές αυξήσεις στη φορολογία των εταιριών και της ακίνητης περιουσίας τα δημοσιονομικά ελλείμματα θα μπορούσαν να καλυφθούν.
Η άρχουσα τάξη στη Κύπρο ακολούθησε αυτή τη τακτική, της πεισματικής πίεσης για μείωση των δημόσιων δαπανών μέσω μισθών, συντάξεων και κοινωνικών παροχών για να αποτρέψει την αύξηση σε κάθε μορφής φορολογία η οποία θα επηρέαζε τα συμφέροντα τους έστω και κατ’ ελάχιστο. Ένας δεύτερος σημαντικός λόγος αυτής της έντονης επίθεσης ενάντια σε μισθούς και συντάξεις στο δημόσιο ήταν για να ασκηθεί πίεση στους μισθούς στον ιδιωτικό τομέα οι οποίοι έχουν κυριολεκτικά καθηλωθεί τα τελευταία χρόνια. Πρόσφατα στατιστικά στοιχεία από την Έκθεση για την Οικονομία και την Απασχόληση 2011, (Ινστιτούτο Εργασίας Κύπρου, ΠΕΟ), δείχνουν ότι στη κλίμακα για τις μέσες ετήσιες αποδοχές 2011, η Κύπρος βρίσκεται στη προτελευταία θέση της Ε.Ε.15. Αυτό που θα χρειαζόταν για να κινηθούμε προς τα ευρωπαϊκά επίπεδα θα ήταν αύξηση στους μισθούς του ιδιωτικού τομέα και όχι μείωση στους μισθούς του δημόσιου τομέα.
Η αντιπολίτευση χρησιμοποίησε αυτή την έντονη επίθεση ενάντια στους δημόσιους υπαλλήλους και για δυο ακόμα λόγους. Πρώτο, για να αποδυναμώσει πολιτικά περαιτέρω την κυβέρνηση Χριστόφια, υποστηρίζοντας ότι δημοσιονομικά μέτρα λιτότητας έπρεπε να ληφθούν προ καιρού και έτσι σχεδόν έφθασε στο παράδοξο συμπέρασμα ότι η κυβέρνηση ευθύνεται για τη αύξηση στα δημοσιονομικά ελλείμματα. Αλλά, όπως έχει αναφερθεί και προηγουμένως, η αύξηση στα ελλείμματα δεν οφείλεται στους μισθούς και στις συντάξεις στο δημόσιο αλλά στην οικονομική κρίση, στη μειωμένη οικονομική δραστηριότητα και τη μείωση των φορολογικών εσόδων και αύξηση των δαπανών λόγω της κρίσης (επιδόματα ανεργίας κ.λπ.).
Ο δεύτερος σημαντικός λόγος αυτής της επίθεσης: Υπάρχουν πολλές ενδείξεις ότι αποτελούσε μια τακτική παραπλάνησης από το πραγματικό κίνδυνο για την κυπριακή οικονομία ο οποίος δεν οφειλόταν στους ψηλούς μισθούς των εργαζομένων αλλά στις αποφάσεις και την όλη δραστηριότητα σημαντικού τμήματος του κεφαλαίου στη Κύπρο, κυρίως του τραπεζικού κεφαλαίου. Για αρκετούς μήνες τώρα, οι διεθνείς οίκοι αξιολόγησης άρχισαν και συνεχίζουν μια σειρά από απανωτές υποβαθμίσεις της κυπριακής οικονομίας οι οποίες δεν δικαιολογούνταν λόγω του δημοσιονομικού ελλείμματος και δημόσιου χρέους στη Κύπρο τα οποία συγκριτικά με την Ε.Ε. ήταν σε σχετικά χαμηλά επίπεδα και εύκολα ανατρέψιμα με μικρές αυξήσεις στη φορολογία. Ο κύριος λόγος για τις υποβαθμίσεις των οίκων αξιολόγησης ήταν η θέση των τραπεζών στη Κύπρο, την οποία οι εργοδότες και τα κόμματα της αντιπολίτευσης έντεχνα προσπάθησαν να χώσουν κάτω από την επιφάνεια, μέχρι την απόφαση της Ε.Ε. για ‘κούρεμα’ των ομολόγων του ελληνικού δημοσίου, οπότε οι εξελίξεις σε αυτό το θέμα κινούνται με γοργούς ρυθμούς.
Όσον αφορά την αντίδραση της κυβέρνησης στις πιέσεις για μείωση των δημόσιων δαπανών μέσω μισθών, συντάξεων και κοινωνικών παροχών, το αποτέλεσμα ήταν να υποκύψει σε κάποιο βαθμό και να αποφασισθούν τέτοιες μειώσεις στις δημόσιες δαπάνες και μέσω του πακέτου μέτρων που ανακοινώθηκε πρόσφατα καθώς και μέσω των προϋπολογισμών για το 2012 οι οποίοι έχουν ήδη προταθεί. Σε αυτά τα μέτρα δεν συμπεριλαμβάνεται καμία σημαντική αύξηση στη φορολογία, εκτός από μια μικρή αύξηση του ΦΠΑ στους προϋπολογισμούς. Η μείωση του δημοσιονομικού ελλείμματος δεν πρόκειται να λύσει κανένα πρόβλημα στη κυπριακή οικονομία, αντιθέτως θα έχει σαν αποτέλεσμα πιο βαθιά ύφεση, αφού ιδίως στα χαμηλά εισοδήματα η μείωση μισθών μεταφράζεται σχεδόν ακέραια σε μείωση της κατανάλωσης και έτσι μείωση της ζήτησης συνολικά. Θα ήταν προτιμότερο και πιο κοινωνικά δίκαιο η μείωση του δημοσιονομικού ελλείμματος να επέλθει μέσω αύξησης της φορολογίας στα κέρδη και στην ακίνητη περιουσία.
Η κρίση του τραπεζικού τομέα και οι επιπτώσεις στη Κυπριακή οικονομία
Όπως έχει ήδη αναφερθεί, το έναυσμα για την επίθεση των εργοδοτών και της αντιπολίτευσης ενάντια στο δημόσιο τομέα δόθηκε από τις συνεχείς υποβαθμίσεις της κυπριακής οικονομίας από τους οίκους αξιολόγησης. Η πιο πρόσφατη αξιολόγηση ανακοινώθηκε σχεδόν ταυτόχρονα με την απόφαση της Ε.Ε. για «κούρεμα» των ελληνικών ομολόγων κατά 50%. Αυτές οι υποβαθμίσεις είχαν σαν αποτέλεσμα τα επιτόκια δανεισμού του κυπριακού κράτους να αυξηθούν σε αποτρεπτικά επίπεδα.
Θα πρέπει να σημειωθεί ότι οι οίκοι αξιολόγησης, οι οποίοι είναι κατά βάση ιδιωτικές αμερικάνικες εταιρίες και χρηματοδοτούνται από άλλες ιδιωτικές εταιρίες και κυρίως χρηματοπιστωτικά ιδρύματα, ασκούν ένα υπέρμετρα επικυριαρχικό ρόλο στη παγκόσμια οικονομία, όπου με τις αποφάσεις τους, βάσει δικών τους κριτηρίων, καθορίζουν τις πολιτικές που θα πρέπει να ακολουθήσουν τα κράτη για να μπορούν να δανειοδοτούνται από τις «αγορές» και έτσι καθορίζουν τις τύχες των λαών μιας χώρας κατ’ αναλογία με την υπακοή στις υπαγορεύσεις τους.
Η Κύπρος αποτελεί ένα καλό παράδειγμα του παραλογισμού και της αυθαιρεσίας που υποκινεί τις αποφάσεις αυτών των οίκων. Γιατί, ακόμα και με τα δικά τους πρότυπα και λαμβάνοντας υπ’ όψη τη δημοσιονομική θέση της Κύπρου, (γύρω στο 5% δημοσιονομικό έλλειμμα και 60% δημόσιο χρέος) δεν μπορούσαν να δικαιολογηθούν οι αυστηρές οδηγίες για μέτρα δημοσιονομικής λιτότητας. Σε συνθήκες κρίσης, τέτοια μέτρα δεν μπορούν να έχουν άλλο αποτέλεσμα παρά πιο βαθιά ύφεση. Ήδη, αυτοί οι ίδιοι οίκοι προβλέπουν ότι ο ρυθμός ανάπτυξης της κυπριακής οικονομίας για το 2011 και 2012 θα είναι 0% και για τα δύο έτη. Ο κύριος λόγος των υποβαθμίσεων ήταν ο κίνδυνος που προέβλεπαν ότι επέρχεται στη κατάσταση των τραπεζών σε συσχετισμό και με τις εξελίξεις στη κρίση χρέους στην Ελλάδα και στην ευρωζώνη γενικότερα.
Οι δύο μεγάλες τράπεζες στη Κύπρο, έχουν στη κατοχή τους ομόλογα του ελληνικού δημοσίου αξίας περίπου 6 δις ευρώ. Συγκριτικά και ανάλογα με το μέγεθος της, η Κύπρος είναι εκτεθειμένη σε ελληνικά ομόλογα περισσότερο από οποιαδήποτε άλλη χώρα της Ευρώπης, περίπου 40% του ΑΕΠ. Τα στοιχεία αυτά είναι δημοσιευμένα στο διεθνή τύπο για αρκετούς μήνες όπως επίσης και η πρόβλεψη για πιθανό σημαντικό «κούρεμα» των ελληνικών ομολόγων. Εν τούτοις, ο διοικητής της Κεντρικής Τράπεζας δήλωνε τον Απρίλιο 2011, «στην απίθανη περίπτωση που προκύψουν ζημιές από τα ελληνικά ομόλογα, οι κυπριακές τράπεζες μπορούν να αντιμετωπίσουν τη κατάσταση». Οι ζημιές οι οποίες ήταν «απίθανο να προκύψουν» έχουν γίνει πραγματικότητα και είναι της τάξης των 3 δις ευρώ και οι οποίες αντιστοιχούν με 70% των κεφαλαίων τους και 20% του ΑΕΠ της Κύπρου. Οικονομικοί αναλυτές οι οποίοι γνωρίζουν καλά τα τεχνικά θέματα των τραπεζών αναφέρουν ότι ήδη οι κυπριακές τράπεζες βρίσκονται πολύ κοντά σε κατάσταση χρεωκοπίας.
Υπάρχουν ενδείξεις ότι μεγάλο μέρος των ελληνικών ομολόγων αποκτήθηκαν στο πρόσφατο παρελθόν, εν μέσω κρίσης και με γνωστούς τους κινδύνους που αντιμετώπιζε η ελληνική οικονομία. Μέρος αυτών των ομολόγων έχουν αποκτηθεί χρησιμοποιώντας τον επιδοτημένο δανεισμό με χαμηλό επιτόκιο που παρείχε στις τράπεζες ο προηγούμενος υπουργός οικονομικών. Οι κυπριακές τράπεζες έχουν επιδείξει εγκληματική ανευθυνότητα ακόμα και στα πλαίσια της καπιταλιστικής λογικής.
Αυτές οι κινήσεις συνάδουν με την όλη πρακτική και συμπεριφορά των τραπεζών τα τελευταία χρόνια, όπως ο καθορισμός των επιτοκίων σε πιο ψηλά επίπεδα από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο, θεαματικές απολαβές στα διευθυντικά τους στελέχη, τυχοδιωκτικές επενδύσεις στο εξωτερικό και δανειοδοτική πολιτική η οποία επέτεινε τις φούσκες και τις στρεβλώσεις στη κυπριακή οικονομία. Όλες οι πιο πάνω δραστηριότητες αναπτύχθηκαν στα πλαίσια μιας υπέρμετρης αύξησης της κερδοφορίας των κυπριακών τραπεζών.
Ο τραπεζικός τομέας στη Κύπρο, όπως και παγκοσμίως έχει αποκτήσει τα τελευταία χρόνια μια θέση επικυριαρχίας στη λειτουργία του καπιταλιστικού συστήματος η οποία αντανακλάται με τη διόγκωση και διεύρυνση των δραστηριοτήτων του, τεράστιες δυνατότητες αύξησης της κερδοφορίας του καθώς και στο καθορισμό των συνθηκών και της κατεύθυνσης της καπιταλιστικής ανάπτυξης, αλλά όπως η παγκόσμια οικονομική κρίση απέδειξε, συχνά καταλήγουν σε καταστροφικά αποτελέσματα. Φυσικά, αυτή η άνοδος και επικυριαρχία του τραπεζικού συστήματος συνοδεύεται και με πολιτική ισχύ και επιρροή και αυτό διαφαίνεται καθημερινά στη παρούσα συγκυρία διαχείρισης της κρίσης όπου η διάσωση των τραπεζών έχει πρωταρχική θέση.
Όλα αυτά τα φαινόμενα, πιθανώς σε μικρογραφία, συνυπάρχουν και στη περίπτωση της Κύπρου. Ακόμα και σε αυτή τη φάση, μετά τις τεράστιες ζημιές που έχουν υποστεί οι κυπριακές τράπεζες σε σχέση με τη κρίση στην Ελλάδα και το «κούρεμα» των ελληνικών ομολόγων, ο διοικητής της κεντρικής τράπεζας και η κυβέρνηση παρουσιάζονται καθησυχαστικοί ότι η τραπεζική κρίση μπορεί να αντιμετωπιστεί και ότι η κυβέρνηση θα παρέμβει για στήριξη των τραπεζών σε ύστατη περίπτωση και μόνο σαν προσωρινό μέτρο. Παράλληλα ο σύνδεσμος τραπεζών σε πρόσφατη συζήτηση της νομοθεσίας για πιθανή κρατικοποίηση των τραπεζών σε συνθήκες οικονομικής κρίσης είχε το θράσος να απαιτήσει ότι σε περίπτωση κρατικής στήριξης των τραπεζών, να δοθούν ως αντάλλαγμα προνομιακές μετοχές, οι οποίες δικαιούνται μέρισμα αλλά χωρίς συμμετοχή και έλεγχο στη διοίκηση των τραπεζών.
Τα πιθανά σενάρια εξέλιξης της τραπεζικής κρίσης στη Κύπρο είναι τα ακόλουθα: πρώτο σενάριο είναι η προσπάθεια των τραπεζών να αντλήσουν οι ίδιες κεφάλαια για να καλύψουν τις ζημιές τους από τους μετόχους τους ή νέους επενδυτές, με πολύ λίγες πιθανότητες επιτυχίας. Σε αντίθετη περίπτωση, το κράτος θα πρέπει να παρέμβει για να αποτραπεί η κατάρρευση των τραπεζών που ουσιαστικά θα ισοδυναμούσε με εθνικοποίηση τους, είτε με κρατικό δανεισμό είτε μέσω μηχανισμού χρηματοδότησης της Ε.Ε.
Η εθνικοποίηση των κυπριακών τραπεζών, ένα θέμα το οποίο θα μπορούσε να θεωρηθεί αδιανόητο πριν λίγα χρόνια, φαίνεται να είναι στη παρούσα συγκυρία της παγκόσμιας οικονομικής κρίσης, της κρίσης στην ευρωζώνη και της κρίσης της κυπριακής οικονομίας μία πιθανή εξέλιξη. Η κρίση της ελληνικής οικονομίας φαίνεται να περνά σε μια νέα πιο έντονη φάση. Ένα νέο, μεγαλύτερο κούρεμα στα ελληνικά ομόλογα δεν είναι καθόλου απίθανο. Επίσης, οι κυπριακές τράπεζες θα υποστούν ζημίες λόγω του μεγάλου δανεισμού της τάξης των 24 δις ευρώ που έχουν παραχωρήσει σε επιχειρήσεις και ιδιώτες στην ελληνική οικονομία. Ήδη, οι αρνητικές επιπτώσεις της τραπεζικής κρίσης στη Κύπρο άρχισαν να διαφαίνονται λόγω του δραστικού περιορισμού στις δανειοδοτήσεις. Ο τραπεζικός τομέας τείνει να εξελιχθεί σε μια ανοιχτή πληγή για της κυπριακή οικονομία με αποτέλεσμα μια παρατεταμένη ύφεση.
Η κρίση στο τραπεζικό σύστημα της Κύπρου έχει επέλθει στα πλαίσια της παγκόσμιας και ευρωπαϊκής οικονομικής κρίσης αλλά και σαν αποτέλεσμα της αυτοκαταστροφικής συμπεριφοράς της διοίκησης των τραπεζών. Η κυβέρνηση, όσο και αν δεν το αντιλαμβάνεται έχει το έρεισμα και το δικαίωμα να περάσει στην αντεπίθεση απέναντι στο κεφάλαιο και στον ιδιωτικό τομέα. Η ομαλή και χωρίς ρήξεις διαχείριση του καπιταλισμού μπορεί να είναι εφικτή σε συνθήκες ανάπτυξης, χαμηλής ανεργίας και ανόδου των μισθών. Σε συνθήκες κρίσης και ιδίως όταν εμπλέκεται ο τραπεζικός τομέας η ταξική αντιπαράθεση παίρνει άλλες διαστάσεις, οριακές και καθοριστικές για τη εξέλιξη του ισοζυγίου οικονομικών και πολιτικών δυνάμεων. Η εθνικοποίηση του τραπεζικού συστήματος μπορεί να καταστεί σε σύντομο χρονικό διάστημα μια αναγκαιότητα. Το ερώτημα που παραμένει είναι με ποιους όρους και με ποια προοπτική;
Συμπεράσματα και προτάσεις
Η κυπριακή οικονομία στη παρούσα συγκυρία βρίσκεται σε συνθήκες όχι μόνο κρίσης και ύφεσης αλλά σε ένα σταυροδρόμι για τη μελλοντική της πορεία. Η παγκόσμια οικονομική κρίση και ιδίως η κρίση στην ευρωζώνη δεν φαίνεται να ξεπερνιέται, αλλά αντιθέτως οι ενδείξεις τείνουν προς μια νέα δεύτερη φάση πιο βαθιάς κρίσης. Οι άρχουσες τάξεις και οι κυβερνήσεις στην Ευρώπη αντιμετωπίζουν τη κρίση με δραστικά μέτρα λιτότητας καταδικάζοντας μεγάλο μέρος του πληθυσμού τους στη φτώχια και στην ανεργία για πολλά επερχόμενα χρόνια. Η διάσωση του τραπεζικού συστήματος και στο βάθος οι καπιταλιστικές σχέσεις οργάνωσης της οικονομίας και κοινωνίας παραμένει η προτεραιότητα τους αλλά κάποιες ρωγμές αρχίζουν να διαφαίνονται. Οι πολιτικές ανακατατάξεις στην Ελλάδα οφείλονται σε μεγάλο βαθμό στη δυσκολία επιβολής των σκληρών μέτρων λιτότητας και στην έλλειψη προοπτικής που έχουν οδηγήσει σε μια γενικευμένη αντίσταση και σε συνθήκες ακυβερνησίας. Τα κινήματα αντίστασης εντείνονται και ξαπλώνονται σε πολλές χώρες.
Στη Κύπρο, η οικονομική κρίση και η επίθεση της άρχουσας τάξης έχουν αναγκάσει την κυβέρνηση να αποδεχθεί την εφαρμογή μέτρων λιτότητας, μειώνοντας μισθούς, συντάξεις και κοινωνικές παροχές. Η τραπεζική κρίση θα δημιουργήσει πιέσεις για πιο σκληρά μέτρα λιτότητας και εθνικοποίηση του τραπεζικού συστήματος με καπιταλιστικούς όρους και επί προσωρινής βάσης. Το συνδικαλιστικό κίνημα και η κυβέρνηση έχουν καθήκον να αντισταθούν στην επίθεση του κεφαλαίου και να προτάξουν ένα εναλλακτικό πλαίσιο οικονομικής και κοινωνικής πολιτικής με σκοπό την αλλαγή στη πλάστιγγα του πολιτικού ισοζυγίου και προς μια νέα κατεύθυνση οικονομικού σχεδιασμού προς όφελος των εργαζομένων, την ανάπτυξη του κοινωνικού κράτους και τη βιώσιμη ανάπτυξη.
Στα πλαίσια της αντίστασης ενάντια στα μέτρα λιτότητας και στη διαμόρφωση μιας εναλλακτικής στρατηγικής οικονομικού σχεδιασμού στη Κύπρο, οι ακόλουθες προτάσεις θα μπορούσαν να αποτελέσουν μια βάση για συζήτηση από αριστερές πολιτικές δυνάμεις και το συνδικαλιστικό κίνημα :
- Αναδιάρθρωση του φορολογικού συστήματος με αύξηση της φορολογίας στα κέρδη και στην ακίνητη περιουσία. Στη Κύπρο απαιτείται η απομυθοποίηση του επιχειρήματος ότι η αύξηση στον εταιρικό φόρο θα οδηγήσει στην απόσυρση των ξένων επενδύσεων οι οποίες, όπως ισχυρίζονται οι εκπρόσωποι των εργοδοτών, αποτελούν ένα πολύ σημαντικό συντελεστή της οικονομικής ανάπτυξης.
Η αύξηση στα φορολογικά έσοδα θα μπορούσε να χρηματοδοτήσει την ανάπτυξη του κοινωνικού κράτους στη Κύπρο.
- Η τραπεζική κρίση στη Κύπρο θα πρέπει να αντιμετωπισθεί με εθνικοποίηση του τραπεζικού συστήματος, όχι ως προσωρινό μέτρο έσχατης ανάγκης αλλά σαν ένα ουσιαστικό βήμα ελέγχου των επενδύσεων και οικονομικού σχεδιασμού.
- Διαμόρφωση ενός εναλλακτικού μοντέλου οικονομικής ανάπτυξης, συμπεριλαμβανομένης και βιομηχανικής πολιτικής για ενίσχυση του παραγωγικού ιστού της οικονομίας με κριτήρια βιώσιμης ανάπτυξης και τεχνολογικής αναβάθμισης.
- Διαπίστωση ότι η λύση του κυπριακού και η επανένωση του τόπου, θα έχει όχι μόνο θετικές οικονομικές επιπτώσεις αλλά θα ανοίξει το δρόμο για κοινούς αγώνες Ε/Κ και Τ/Κ εργαζομένων.
- Οι αριστερές δυνάμεις στη Κύπρο έχουν καθήκον όχι μόνο να συζητήσουν και να προωθήσουν ένα εναλλακτικό πλαίσιο οικονομικών και κοινωνικών σχέσεων, αλλά να παρακολουθούν και να συμμετέχουν στην αντίσταση του εργατικού κινήματος και στη αναδιάρθρωση του πολιτικού σκηνικού στην Ευρώπη. Έχουν καθήκον να συμβάλουν στη διαμόρφωση ενός αριστερού μεταβατικού οικονομικού προγράμματος στην Κύπρο και σε πανευρωπαϊκή βάση.
Παναγιώτης Παλλίνης
Τα μέτρα τα οποία έχει αποφασίσει η κυβέρνηση και αυτά που δρομολογούνται στα πλαίσια του προϋπολογισμού για το 2012, για «δημοσιονομική εξυγίανση», τα οποία λήφθηκαν μετά από έντονη πίεση από τις εργοδοτικές οργανώσεις και την αντιπολίτευση, όχι μόνο δεν αντιμετωπίζουν τα προβλήματα της κυπριακής οικονομίας, αλλά αντιθέτως υπάρχει η πιθανότητα να σπρώξουν την οικονομία σε βαθύτερη κρίση.
Οι εξελίξεις στη κυπριακή οικονομία είναι καθοριστικά συνδεδεμένες με την εντεινόμενη οικονομική κρίση σε ευρωπαϊκό και παγκόσμιο επίπεδο και με τις πολιτικές και κοινωνικές αντιφάσεις και διεργασίες οι οποίες προκαλούνται σαν αποτέλεσμα της κρίσης και βρίσκονται σε εξέλιξη. Αυτό, όμως, δεν συνεπάγεται ότι η κυπριακή κυβέρνηση, το συνδικαλιστικό κίνημα και η ευρύτερη αριστερά δεν θα μπορούσε να επιχειρηματολογήσει και να πιέσει για ένα εναλλακτικό πλαίσιο οικονομικής πολιτικής, με σκοπό κυρίως την αλλαγή του πολιτικού και κοινωνικού ισοζυγίου δυνάμεων στη Κύπρο προς όφελος των εργαζομένων και για ένα πρώτο βήμα στη κατεύθυνση ενός εναλλακτικού μοντέλου ανάπτυξης της κυπριακής οικονομίας.
Η κρίση της κυπριακής οικονομίας και τα κυβερνητικά μέτρα.
Η κυπριακή οικονομία βρίσκεται σε ύφεση και σαν αποτέλεσμα της παγκόσμιας οικονομικής κρίσης αλλά και λόγω του ιδιόμορφου μοντέλου ανάπτυξης που έχει υιοθετηθεί τα τελευταία χρόνια. Η ανάπτυξη που είχε η κυπριακή οικονομία κατά την περίοδο 2004 – 2008 βασίστηκε κυρίως στο τουρισμό και στο κατασκευαστικό τομέα. Η υπέρμετρη ανάπτυξη στις κατασκευές αποδείχθηκε, όπως και σε πολλές άλλες χώρες ένα φαινόμενο φούσκας, το οποίο κατέρρευσε με το πρώτο ταρακούνημα της παγκόσμιας οικονομίας.
Η κρίση στη Κύπρο διαφαίνεται από τους χαμηλούς ή/και αρνητικούς ρυθμούς ανάπτυξης, την αύξηση της ανεργίας, τα αυξημένα δημοσιονομικά ελλείμματα και την έλλειψη προοπτικής για μελλοντική ανάπτυξη. Ο ρυθμός αύξησης του ΑΕΠ ήταν αρνητικός στο -1.5% το 2009, είχε μικρή αύξηση 1.0% μετά τη σύντομη ανάκαμψη της Ευρωπαϊκής οικονομίας το 2010 και αναμένεται στάσιμος ή αρνητικός το 2011. Οι προοπτικές για το 2012 φαίνονται ακόμα πιο δυσοίωνες, μετά τα κυβερνητικά μέτρα για μείωση του δημοσιονομικού ελλείμματος, την εντεινόμενη κρίση στις οικονομίες της Ευρώπης και την κρίση του τραπεζικού συστήματος στη Κύπρο, το οποίο συνδέεται άμεσα με τις πολύ αρνητικές εξελίξεις στην ελληνική οικονομία.
Η ανεργία στη Κύπρο έχει διπλασιαστεί μέσα σε τρία χρόνια, από 3.4% το 2008, σε 7.2% το 2011, με πολύ μεγαλύτερα ποσοστά στην ανεργία των νέων. Ο αριθμός των ανέργων ήταν 14.3 χιλιάδες άτομα το 2008 και το 2011κυμένεται γύρω στις 30,000. Οι προβλέψεις δείχνουν ότι ο αριθμός των ανέργων αναμένεται να αυξηθεί τα επόμενα χρόνια.
Το δημοσιονομικό έλλειμμα αυξήθηκε σημαντικά τα τελευταία τρία χρόνια, όπως θα ήταν αναμενόμενο λόγω των επιπτώσεων της οικονομικής κρίσης, από πλεόνασμα 0.9% το 2008, σε έλλειμμα -6.0% το 2009, και -5.2% το 2010. Θα πρέπει να σημειωθεί, όμως, ότι παρά την αύξηση πού είχε το δημοσιονομικό έλλειμμα, παραμένει πιο χαμηλό από το μέσο όρο της ευρωζώνης, 6.0% το 2010 και το ίδιο ισχύει και για το δημόσιο χρέος το οποίο ήταν 60.8% του ΑΕΠ το 2010, ενώ ο μέσος όρος του δημόσιου χρέους στην ευρωζώνη ήταν 85.5%.
Οι προοπτικές της κυπριακής οικονομίας για τα επόμενα χρόνια διαφαίνονται ακόμα πιο αρνητικές λαμβάνοντας υπ’ όψη τις επιπτώσεις των δημοσιονομικών μέτρων τα οποία έχουν ληφθεί, τη μειωμένη ζήτηση λόγω της εντεινόμενης κρίσης στις ευρωπαϊκές οικονομίες και τη κρίση του τραπεζικού τομέα στη Κύπρο, η οποία αρχικά παρουσιάζεται ως κρίση ρευστότητας, με συνέπεια τον περιορισμό των δανειοδοτήσεων, αλλά μετά τις εξελίξεις στην Ελλάδα, έχει ήδη μετατραπεί σε κρίση βιωσιμότητας του τραπεζικού συστήματος στη Κύπρο.
Οι εργοδοτικές οργανώσεις και τα κόμματα της αντιπολίτευσης, εκμεταλλεύθηκαν την ευκαιρία που τους δόθηκε λόγω της οικονομικής κρίσης στη Κύπρο, αλλά και την πολιτική αδυναμία της κυβέρνησης μετά το δυστύχημα στο Μαρί, για μια αδυσώπητη επίθεση ενάντια σε μισθούς και συντάξεις στο δημόσιο τομέα και περικοπές στις κοινωνικές παροχές. Χρησιμοποίησαν σαν κύριο επιχείρημα τον ισχυρισμό ότι οι δημόσιες δαπάνες στη Κύπρο είναι ψηλές σε σύγκριση με άλλες χώρες, ότι οι μισθοί στο δημόσιο τομέα είναι ψηλοί σε σύγκριση με τον ιδιωτικό τομέα και ότι δεν πρέπει να επιβληθεί οποιαδήποτε νέα φορολογία γιατί μια τέτοια κίνηση, υποστηρίζει η άρχουσα τάξη στη Κύπρο, θα είχε αρνητικές επιπτώσεις στην ανάπτυξη της οικονομίας.
Όλα τα πιο πάνω επιχειρήματα δεν ευσταθούν και είναι εύκολο αυτό να αποδειχθεί με μια απλή αντιπαραβολή επίσημων στατιστικών στοιχείων της Ε.Ε. Οι δημόσιες δαπάνες στη Κύπρο το 2010 ήταν 46.6% του ΑΕΠ, ενώ ο μέσος όρος στην ευρωζώνη ήταν 50.5%. Επίσης τα δημόσια έσοδα κυρίως μέσω της φορολογίας, ήταν 41.3% του ΑΕΠ στη Κύπρο το 2010, ενώ το αντίστοιχο ποσοστό στην ευρωζώνη ήταν 44.5%. Η Κύπρος έχει το πιο χαμηλό ΦΠΑ στην Ευρώπη το 2011,(15% μαζί με το Λουξεμβούργο) ενώ ο μέσος όρος της Ε.Ε.27 είναι 20.4%, το πιο χαμηλό εταιρικό φόρο στην Ευρώπη, (10% μαζί με την Βουλγαρία) ενώ ο μέσος όρος στην Ε.Ε.27 είναι 23.2% και ένα από τους πιο χαμηλούς φόρους εισοδήματος, με το πιο ψηλό συντελεστή να φτάνει το 30%, ενώ ο μέσος της Ε.Ε.27 είναι 37.1% και της ευρωζώνης 41.8%. Είναι φανερό ότι με μικρές αυξήσεις στη φορολογία των εταιριών και της ακίνητης περιουσίας τα δημοσιονομικά ελλείμματα θα μπορούσαν να καλυφθούν.
Η άρχουσα τάξη στη Κύπρο ακολούθησε αυτή τη τακτική, της πεισματικής πίεσης για μείωση των δημόσιων δαπανών μέσω μισθών, συντάξεων και κοινωνικών παροχών για να αποτρέψει την αύξηση σε κάθε μορφής φορολογία η οποία θα επηρέαζε τα συμφέροντα τους έστω και κατ’ ελάχιστο. Ένας δεύτερος σημαντικός λόγος αυτής της έντονης επίθεσης ενάντια σε μισθούς και συντάξεις στο δημόσιο ήταν για να ασκηθεί πίεση στους μισθούς στον ιδιωτικό τομέα οι οποίοι έχουν κυριολεκτικά καθηλωθεί τα τελευταία χρόνια. Πρόσφατα στατιστικά στοιχεία από την Έκθεση για την Οικονομία και την Απασχόληση 2011, (Ινστιτούτο Εργασίας Κύπρου, ΠΕΟ), δείχνουν ότι στη κλίμακα για τις μέσες ετήσιες αποδοχές 2011, η Κύπρος βρίσκεται στη προτελευταία θέση της Ε.Ε.15. Αυτό που θα χρειαζόταν για να κινηθούμε προς τα ευρωπαϊκά επίπεδα θα ήταν αύξηση στους μισθούς του ιδιωτικού τομέα και όχι μείωση στους μισθούς του δημόσιου τομέα.
Η αντιπολίτευση χρησιμοποίησε αυτή την έντονη επίθεση ενάντια στους δημόσιους υπαλλήλους και για δυο ακόμα λόγους. Πρώτο, για να αποδυναμώσει πολιτικά περαιτέρω την κυβέρνηση Χριστόφια, υποστηρίζοντας ότι δημοσιονομικά μέτρα λιτότητας έπρεπε να ληφθούν προ καιρού και έτσι σχεδόν έφθασε στο παράδοξο συμπέρασμα ότι η κυβέρνηση ευθύνεται για τη αύξηση στα δημοσιονομικά ελλείμματα. Αλλά, όπως έχει αναφερθεί και προηγουμένως, η αύξηση στα ελλείμματα δεν οφείλεται στους μισθούς και στις συντάξεις στο δημόσιο αλλά στην οικονομική κρίση, στη μειωμένη οικονομική δραστηριότητα και τη μείωση των φορολογικών εσόδων και αύξηση των δαπανών λόγω της κρίσης (επιδόματα ανεργίας κ.λπ.).
Ο δεύτερος σημαντικός λόγος αυτής της επίθεσης: Υπάρχουν πολλές ενδείξεις ότι αποτελούσε μια τακτική παραπλάνησης από το πραγματικό κίνδυνο για την κυπριακή οικονομία ο οποίος δεν οφειλόταν στους ψηλούς μισθούς των εργαζομένων αλλά στις αποφάσεις και την όλη δραστηριότητα σημαντικού τμήματος του κεφαλαίου στη Κύπρο, κυρίως του τραπεζικού κεφαλαίου. Για αρκετούς μήνες τώρα, οι διεθνείς οίκοι αξιολόγησης άρχισαν και συνεχίζουν μια σειρά από απανωτές υποβαθμίσεις της κυπριακής οικονομίας οι οποίες δεν δικαιολογούνταν λόγω του δημοσιονομικού ελλείμματος και δημόσιου χρέους στη Κύπρο τα οποία συγκριτικά με την Ε.Ε. ήταν σε σχετικά χαμηλά επίπεδα και εύκολα ανατρέψιμα με μικρές αυξήσεις στη φορολογία. Ο κύριος λόγος για τις υποβαθμίσεις των οίκων αξιολόγησης ήταν η θέση των τραπεζών στη Κύπρο, την οποία οι εργοδότες και τα κόμματα της αντιπολίτευσης έντεχνα προσπάθησαν να χώσουν κάτω από την επιφάνεια, μέχρι την απόφαση της Ε.Ε. για ‘κούρεμα’ των ομολόγων του ελληνικού δημοσίου, οπότε οι εξελίξεις σε αυτό το θέμα κινούνται με γοργούς ρυθμούς.
Όσον αφορά την αντίδραση της κυβέρνησης στις πιέσεις για μείωση των δημόσιων δαπανών μέσω μισθών, συντάξεων και κοινωνικών παροχών, το αποτέλεσμα ήταν να υποκύψει σε κάποιο βαθμό και να αποφασισθούν τέτοιες μειώσεις στις δημόσιες δαπάνες και μέσω του πακέτου μέτρων που ανακοινώθηκε πρόσφατα καθώς και μέσω των προϋπολογισμών για το 2012 οι οποίοι έχουν ήδη προταθεί. Σε αυτά τα μέτρα δεν συμπεριλαμβάνεται καμία σημαντική αύξηση στη φορολογία, εκτός από μια μικρή αύξηση του ΦΠΑ στους προϋπολογισμούς. Η μείωση του δημοσιονομικού ελλείμματος δεν πρόκειται να λύσει κανένα πρόβλημα στη κυπριακή οικονομία, αντιθέτως θα έχει σαν αποτέλεσμα πιο βαθιά ύφεση, αφού ιδίως στα χαμηλά εισοδήματα η μείωση μισθών μεταφράζεται σχεδόν ακέραια σε μείωση της κατανάλωσης και έτσι μείωση της ζήτησης συνολικά. Θα ήταν προτιμότερο και πιο κοινωνικά δίκαιο η μείωση του δημοσιονομικού ελλείμματος να επέλθει μέσω αύξησης της φορολογίας στα κέρδη και στην ακίνητη περιουσία.
Η κρίση του τραπεζικού τομέα και οι επιπτώσεις στη Κυπριακή οικονομία
Όπως έχει ήδη αναφερθεί, το έναυσμα για την επίθεση των εργοδοτών και της αντιπολίτευσης ενάντια στο δημόσιο τομέα δόθηκε από τις συνεχείς υποβαθμίσεις της κυπριακής οικονομίας από τους οίκους αξιολόγησης. Η πιο πρόσφατη αξιολόγηση ανακοινώθηκε σχεδόν ταυτόχρονα με την απόφαση της Ε.Ε. για «κούρεμα» των ελληνικών ομολόγων κατά 50%. Αυτές οι υποβαθμίσεις είχαν σαν αποτέλεσμα τα επιτόκια δανεισμού του κυπριακού κράτους να αυξηθούν σε αποτρεπτικά επίπεδα.
Θα πρέπει να σημειωθεί ότι οι οίκοι αξιολόγησης, οι οποίοι είναι κατά βάση ιδιωτικές αμερικάνικες εταιρίες και χρηματοδοτούνται από άλλες ιδιωτικές εταιρίες και κυρίως χρηματοπιστωτικά ιδρύματα, ασκούν ένα υπέρμετρα επικυριαρχικό ρόλο στη παγκόσμια οικονομία, όπου με τις αποφάσεις τους, βάσει δικών τους κριτηρίων, καθορίζουν τις πολιτικές που θα πρέπει να ακολουθήσουν τα κράτη για να μπορούν να δανειοδοτούνται από τις «αγορές» και έτσι καθορίζουν τις τύχες των λαών μιας χώρας κατ’ αναλογία με την υπακοή στις υπαγορεύσεις τους.
Η Κύπρος αποτελεί ένα καλό παράδειγμα του παραλογισμού και της αυθαιρεσίας που υποκινεί τις αποφάσεις αυτών των οίκων. Γιατί, ακόμα και με τα δικά τους πρότυπα και λαμβάνοντας υπ’ όψη τη δημοσιονομική θέση της Κύπρου, (γύρω στο 5% δημοσιονομικό έλλειμμα και 60% δημόσιο χρέος) δεν μπορούσαν να δικαιολογηθούν οι αυστηρές οδηγίες για μέτρα δημοσιονομικής λιτότητας. Σε συνθήκες κρίσης, τέτοια μέτρα δεν μπορούν να έχουν άλλο αποτέλεσμα παρά πιο βαθιά ύφεση. Ήδη, αυτοί οι ίδιοι οίκοι προβλέπουν ότι ο ρυθμός ανάπτυξης της κυπριακής οικονομίας για το 2011 και 2012 θα είναι 0% και για τα δύο έτη. Ο κύριος λόγος των υποβαθμίσεων ήταν ο κίνδυνος που προέβλεπαν ότι επέρχεται στη κατάσταση των τραπεζών σε συσχετισμό και με τις εξελίξεις στη κρίση χρέους στην Ελλάδα και στην ευρωζώνη γενικότερα.
Οι δύο μεγάλες τράπεζες στη Κύπρο, έχουν στη κατοχή τους ομόλογα του ελληνικού δημοσίου αξίας περίπου 6 δις ευρώ. Συγκριτικά και ανάλογα με το μέγεθος της, η Κύπρος είναι εκτεθειμένη σε ελληνικά ομόλογα περισσότερο από οποιαδήποτε άλλη χώρα της Ευρώπης, περίπου 40% του ΑΕΠ. Τα στοιχεία αυτά είναι δημοσιευμένα στο διεθνή τύπο για αρκετούς μήνες όπως επίσης και η πρόβλεψη για πιθανό σημαντικό «κούρεμα» των ελληνικών ομολόγων. Εν τούτοις, ο διοικητής της Κεντρικής Τράπεζας δήλωνε τον Απρίλιο 2011, «στην απίθανη περίπτωση που προκύψουν ζημιές από τα ελληνικά ομόλογα, οι κυπριακές τράπεζες μπορούν να αντιμετωπίσουν τη κατάσταση». Οι ζημιές οι οποίες ήταν «απίθανο να προκύψουν» έχουν γίνει πραγματικότητα και είναι της τάξης των 3 δις ευρώ και οι οποίες αντιστοιχούν με 70% των κεφαλαίων τους και 20% του ΑΕΠ της Κύπρου. Οικονομικοί αναλυτές οι οποίοι γνωρίζουν καλά τα τεχνικά θέματα των τραπεζών αναφέρουν ότι ήδη οι κυπριακές τράπεζες βρίσκονται πολύ κοντά σε κατάσταση χρεωκοπίας.
Υπάρχουν ενδείξεις ότι μεγάλο μέρος των ελληνικών ομολόγων αποκτήθηκαν στο πρόσφατο παρελθόν, εν μέσω κρίσης και με γνωστούς τους κινδύνους που αντιμετώπιζε η ελληνική οικονομία. Μέρος αυτών των ομολόγων έχουν αποκτηθεί χρησιμοποιώντας τον επιδοτημένο δανεισμό με χαμηλό επιτόκιο που παρείχε στις τράπεζες ο προηγούμενος υπουργός οικονομικών. Οι κυπριακές τράπεζες έχουν επιδείξει εγκληματική ανευθυνότητα ακόμα και στα πλαίσια της καπιταλιστικής λογικής.
Αυτές οι κινήσεις συνάδουν με την όλη πρακτική και συμπεριφορά των τραπεζών τα τελευταία χρόνια, όπως ο καθορισμός των επιτοκίων σε πιο ψηλά επίπεδα από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο, θεαματικές απολαβές στα διευθυντικά τους στελέχη, τυχοδιωκτικές επενδύσεις στο εξωτερικό και δανειοδοτική πολιτική η οποία επέτεινε τις φούσκες και τις στρεβλώσεις στη κυπριακή οικονομία. Όλες οι πιο πάνω δραστηριότητες αναπτύχθηκαν στα πλαίσια μιας υπέρμετρης αύξησης της κερδοφορίας των κυπριακών τραπεζών.
Ο τραπεζικός τομέας στη Κύπρο, όπως και παγκοσμίως έχει αποκτήσει τα τελευταία χρόνια μια θέση επικυριαρχίας στη λειτουργία του καπιταλιστικού συστήματος η οποία αντανακλάται με τη διόγκωση και διεύρυνση των δραστηριοτήτων του, τεράστιες δυνατότητες αύξησης της κερδοφορίας του καθώς και στο καθορισμό των συνθηκών και της κατεύθυνσης της καπιταλιστικής ανάπτυξης, αλλά όπως η παγκόσμια οικονομική κρίση απέδειξε, συχνά καταλήγουν σε καταστροφικά αποτελέσματα. Φυσικά, αυτή η άνοδος και επικυριαρχία του τραπεζικού συστήματος συνοδεύεται και με πολιτική ισχύ και επιρροή και αυτό διαφαίνεται καθημερινά στη παρούσα συγκυρία διαχείρισης της κρίσης όπου η διάσωση των τραπεζών έχει πρωταρχική θέση.
Όλα αυτά τα φαινόμενα, πιθανώς σε μικρογραφία, συνυπάρχουν και στη περίπτωση της Κύπρου. Ακόμα και σε αυτή τη φάση, μετά τις τεράστιες ζημιές που έχουν υποστεί οι κυπριακές τράπεζες σε σχέση με τη κρίση στην Ελλάδα και το «κούρεμα» των ελληνικών ομολόγων, ο διοικητής της κεντρικής τράπεζας και η κυβέρνηση παρουσιάζονται καθησυχαστικοί ότι η τραπεζική κρίση μπορεί να αντιμετωπιστεί και ότι η κυβέρνηση θα παρέμβει για στήριξη των τραπεζών σε ύστατη περίπτωση και μόνο σαν προσωρινό μέτρο. Παράλληλα ο σύνδεσμος τραπεζών σε πρόσφατη συζήτηση της νομοθεσίας για πιθανή κρατικοποίηση των τραπεζών σε συνθήκες οικονομικής κρίσης είχε το θράσος να απαιτήσει ότι σε περίπτωση κρατικής στήριξης των τραπεζών, να δοθούν ως αντάλλαγμα προνομιακές μετοχές, οι οποίες δικαιούνται μέρισμα αλλά χωρίς συμμετοχή και έλεγχο στη διοίκηση των τραπεζών.
Τα πιθανά σενάρια εξέλιξης της τραπεζικής κρίσης στη Κύπρο είναι τα ακόλουθα: πρώτο σενάριο είναι η προσπάθεια των τραπεζών να αντλήσουν οι ίδιες κεφάλαια για να καλύψουν τις ζημιές τους από τους μετόχους τους ή νέους επενδυτές, με πολύ λίγες πιθανότητες επιτυχίας. Σε αντίθετη περίπτωση, το κράτος θα πρέπει να παρέμβει για να αποτραπεί η κατάρρευση των τραπεζών που ουσιαστικά θα ισοδυναμούσε με εθνικοποίηση τους, είτε με κρατικό δανεισμό είτε μέσω μηχανισμού χρηματοδότησης της Ε.Ε.
Η εθνικοποίηση των κυπριακών τραπεζών, ένα θέμα το οποίο θα μπορούσε να θεωρηθεί αδιανόητο πριν λίγα χρόνια, φαίνεται να είναι στη παρούσα συγκυρία της παγκόσμιας οικονομικής κρίσης, της κρίσης στην ευρωζώνη και της κρίσης της κυπριακής οικονομίας μία πιθανή εξέλιξη. Η κρίση της ελληνικής οικονομίας φαίνεται να περνά σε μια νέα πιο έντονη φάση. Ένα νέο, μεγαλύτερο κούρεμα στα ελληνικά ομόλογα δεν είναι καθόλου απίθανο. Επίσης, οι κυπριακές τράπεζες θα υποστούν ζημίες λόγω του μεγάλου δανεισμού της τάξης των 24 δις ευρώ που έχουν παραχωρήσει σε επιχειρήσεις και ιδιώτες στην ελληνική οικονομία. Ήδη, οι αρνητικές επιπτώσεις της τραπεζικής κρίσης στη Κύπρο άρχισαν να διαφαίνονται λόγω του δραστικού περιορισμού στις δανειοδοτήσεις. Ο τραπεζικός τομέας τείνει να εξελιχθεί σε μια ανοιχτή πληγή για της κυπριακή οικονομία με αποτέλεσμα μια παρατεταμένη ύφεση.
Η κρίση στο τραπεζικό σύστημα της Κύπρου έχει επέλθει στα πλαίσια της παγκόσμιας και ευρωπαϊκής οικονομικής κρίσης αλλά και σαν αποτέλεσμα της αυτοκαταστροφικής συμπεριφοράς της διοίκησης των τραπεζών. Η κυβέρνηση, όσο και αν δεν το αντιλαμβάνεται έχει το έρεισμα και το δικαίωμα να περάσει στην αντεπίθεση απέναντι στο κεφάλαιο και στον ιδιωτικό τομέα. Η ομαλή και χωρίς ρήξεις διαχείριση του καπιταλισμού μπορεί να είναι εφικτή σε συνθήκες ανάπτυξης, χαμηλής ανεργίας και ανόδου των μισθών. Σε συνθήκες κρίσης και ιδίως όταν εμπλέκεται ο τραπεζικός τομέας η ταξική αντιπαράθεση παίρνει άλλες διαστάσεις, οριακές και καθοριστικές για τη εξέλιξη του ισοζυγίου οικονομικών και πολιτικών δυνάμεων. Η εθνικοποίηση του τραπεζικού συστήματος μπορεί να καταστεί σε σύντομο χρονικό διάστημα μια αναγκαιότητα. Το ερώτημα που παραμένει είναι με ποιους όρους και με ποια προοπτική;
Συμπεράσματα και προτάσεις
Η κυπριακή οικονομία στη παρούσα συγκυρία βρίσκεται σε συνθήκες όχι μόνο κρίσης και ύφεσης αλλά σε ένα σταυροδρόμι για τη μελλοντική της πορεία. Η παγκόσμια οικονομική κρίση και ιδίως η κρίση στην ευρωζώνη δεν φαίνεται να ξεπερνιέται, αλλά αντιθέτως οι ενδείξεις τείνουν προς μια νέα δεύτερη φάση πιο βαθιάς κρίσης. Οι άρχουσες τάξεις και οι κυβερνήσεις στην Ευρώπη αντιμετωπίζουν τη κρίση με δραστικά μέτρα λιτότητας καταδικάζοντας μεγάλο μέρος του πληθυσμού τους στη φτώχια και στην ανεργία για πολλά επερχόμενα χρόνια. Η διάσωση του τραπεζικού συστήματος και στο βάθος οι καπιταλιστικές σχέσεις οργάνωσης της οικονομίας και κοινωνίας παραμένει η προτεραιότητα τους αλλά κάποιες ρωγμές αρχίζουν να διαφαίνονται. Οι πολιτικές ανακατατάξεις στην Ελλάδα οφείλονται σε μεγάλο βαθμό στη δυσκολία επιβολής των σκληρών μέτρων λιτότητας και στην έλλειψη προοπτικής που έχουν οδηγήσει σε μια γενικευμένη αντίσταση και σε συνθήκες ακυβερνησίας. Τα κινήματα αντίστασης εντείνονται και ξαπλώνονται σε πολλές χώρες.
Στη Κύπρο, η οικονομική κρίση και η επίθεση της άρχουσας τάξης έχουν αναγκάσει την κυβέρνηση να αποδεχθεί την εφαρμογή μέτρων λιτότητας, μειώνοντας μισθούς, συντάξεις και κοινωνικές παροχές. Η τραπεζική κρίση θα δημιουργήσει πιέσεις για πιο σκληρά μέτρα λιτότητας και εθνικοποίηση του τραπεζικού συστήματος με καπιταλιστικούς όρους και επί προσωρινής βάσης. Το συνδικαλιστικό κίνημα και η κυβέρνηση έχουν καθήκον να αντισταθούν στην επίθεση του κεφαλαίου και να προτάξουν ένα εναλλακτικό πλαίσιο οικονομικής και κοινωνικής πολιτικής με σκοπό την αλλαγή στη πλάστιγγα του πολιτικού ισοζυγίου και προς μια νέα κατεύθυνση οικονομικού σχεδιασμού προς όφελος των εργαζομένων, την ανάπτυξη του κοινωνικού κράτους και τη βιώσιμη ανάπτυξη.
Στα πλαίσια της αντίστασης ενάντια στα μέτρα λιτότητας και στη διαμόρφωση μιας εναλλακτικής στρατηγικής οικονομικού σχεδιασμού στη Κύπρο, οι ακόλουθες προτάσεις θα μπορούσαν να αποτελέσουν μια βάση για συζήτηση από αριστερές πολιτικές δυνάμεις και το συνδικαλιστικό κίνημα :
- Αναδιάρθρωση του φορολογικού συστήματος με αύξηση της φορολογίας στα κέρδη και στην ακίνητη περιουσία. Στη Κύπρο απαιτείται η απομυθοποίηση του επιχειρήματος ότι η αύξηση στον εταιρικό φόρο θα οδηγήσει στην απόσυρση των ξένων επενδύσεων οι οποίες, όπως ισχυρίζονται οι εκπρόσωποι των εργοδοτών, αποτελούν ένα πολύ σημαντικό συντελεστή της οικονομικής ανάπτυξης.
Η αύξηση στα φορολογικά έσοδα θα μπορούσε να χρηματοδοτήσει την ανάπτυξη του κοινωνικού κράτους στη Κύπρο.
- Η τραπεζική κρίση στη Κύπρο θα πρέπει να αντιμετωπισθεί με εθνικοποίηση του τραπεζικού συστήματος, όχι ως προσωρινό μέτρο έσχατης ανάγκης αλλά σαν ένα ουσιαστικό βήμα ελέγχου των επενδύσεων και οικονομικού σχεδιασμού.
- Διαμόρφωση ενός εναλλακτικού μοντέλου οικονομικής ανάπτυξης, συμπεριλαμβανομένης και βιομηχανικής πολιτικής για ενίσχυση του παραγωγικού ιστού της οικονομίας με κριτήρια βιώσιμης ανάπτυξης και τεχνολογικής αναβάθμισης.
- Διαπίστωση ότι η λύση του κυπριακού και η επανένωση του τόπου, θα έχει όχι μόνο θετικές οικονομικές επιπτώσεις αλλά θα ανοίξει το δρόμο για κοινούς αγώνες Ε/Κ και Τ/Κ εργαζομένων.
- Οι αριστερές δυνάμεις στη Κύπρο έχουν καθήκον όχι μόνο να συζητήσουν και να προωθήσουν ένα εναλλακτικό πλαίσιο οικονομικών και κοινωνικών σχέσεων, αλλά να παρακολουθούν και να συμμετέχουν στην αντίσταση του εργατικού κινήματος και στη αναδιάρθρωση του πολιτικού σκηνικού στην Ευρώπη. Έχουν καθήκον να συμβάλουν στη διαμόρφωση ενός αριστερού μεταβατικού οικονομικού προγράμματος στην Κύπρο και σε πανευρωπαϊκή βάση.
Παναγιώτης Παλλίνης
3 σχόλια:
Γρηγόρη, καλορίζικο το blog! Ενημερωτικό και αρκετά έγκυρο,όπως αντιλαμβάνομαι,στις αναλύσεις του, ήταν κάτι που έλειπε στα πλαίσια της αριστερής, και όχι μόνο, κυπριακής διανόησης!
γεια χαρά σύντροφε Αντώνη. ναι, έγκυρες, τεκμηριωμένες τζιαι πολιτικά ξεκάθαρες αναλύσεις-τοποθετήσεις (όπως του συντρόφου Παναγιώτη) εν κάτι που λείπει που την δημόσια σφαίρα.
τζιαι εγώ ελπίζω να προχωρήσει τούτη η συλλογική πρωτοβουλία όπως τζιαι το μπλογκ που την εκφράζει
γειά σας,
με δεδομένη την κατασταση στην ελλάδα ήθελα να εισηγηθώ τη διοργάνωση μιας πορείας διαμαρτυρίας εξω από την ελληνική πρεσβεία στις 17 του μήνα, στην περίπτωση που εν εσιει ήδη προγραμματιστεί δηλαδή.
εισηγούμαι και πανώ με το συνθημα "Που είσαι 17Ν;" τζαι όποιος εκατάλαβεν, εκατάλαβεν..
Δημοσίευση σχολίου