Την εβδομάδα, που πέρασε υπήρξαν δύο ενδιαφέρουσες κινήσεις στην
τουρκοκυπριακή κοινότητα: από την μια, η τουρκυπριακή συντεχνία δασκάλων
εξέδωσε μια δήλωση καταπέλτη για την τούρκικη πολιτική στη βόρεια Κύπρο,
αποκαλώντας την αποικιακή, ενώ από την άλλη, στο χώρο της τουρκοκυπριακής
δεξιάς, εξακολουθεί να υπάρχει ένταση μετά την οριακή νίκη του Κουτσιούκ - τον
οποίο στήριζε η Άγκυρα - ενάντια στον υποψήφιο που στήριζε ο Έρογλου.
Η προσπάθεια της Άγκυρας να επιβάλει την ηγεμονία της αναζητώντας τοπικά
ερείσματα
Αυτές οι αντιπαραθέσεις ξεφεύγουν από τα συνηθισμένο ελληνοκυπριακό κλισέ,
που διαχώριζε όλους τους τουρκοκύπριους από την Άγκυρα για να κατασκευάσει ένα
βολικό, αλλά και κάπως απλοϊκό σχήμα καλών –κακών, αναλόγως των ε/κ αναγκών και
επιθυμιών. Ιστορικά, η αντιπαράθεση με την Τουρκία εστιαζόταν στην
τουρκοκυπριακή αριστερά. Η σταδιακή αντιπαράθεση, ωστόσο της τουρκοκυπριακής
κοινότητας γενικότερα με την Άγκυρα, φαίνεται να αποκτά νέες δυναμικές, όπως
φαίνεται και από τις αντιπαραθέσεις στο χώρο της τ/κ δεξιάς. Για να γίνει
κατανοητό το πλαίσιο, αξίζει να δει κάποιος ποιό είναι το μοντέλο, το οποίο
προωθεί η Άγκυρα. Όπως παρατηρεί ο Ν. Μούδουρος: «…θα πρέπει να σημειωθεί, ότι
λόγω και της υφιστάμενης σχέσης κατεχομένων-Τουρκίας, η εξαγωγή αυτού του
μοντέλου εκσυγχρονισμού φέρει μαζί της στην Κύπρο, τα κεντρικά χαρακτηριστικά
της συνταγής που ακολούθησε το κυβερνών Κόμμα Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης (ΑΚΡ)
στην Τουρκία. Δηλαδή το συνδυασμό του νεοφιλελευθερισμού με το σημερινό
τουρκικό πολιτικό Ισλάμ.»
http://cyprusnews.eu/nikos-moudouros/686858---vs-----.html
Σε αυτό το πλαίσιο, η τουρκοκυπριακή κοινότητα βρίσκεται μπροστά σε μια απειλή από το εγγύς εξωτερικό της. Θα μπορούσε κάποιος να κάνει και μια σχετική αναλογία με τη σχέση Ελληνικού κράτους και ελληνοκυπριακής κοινότητας πριν το 1974.
Σε αυτό το πλαίσιο, η τουρκοκυπριακή κοινότητα βρίσκεται μπροστά σε μια απειλή από το εγγύς εξωτερικό της. Θα μπορούσε κάποιος να κάνει και μια σχετική αναλογία με τη σχέση Ελληνικού κράτους και ελληνοκυπριακής κοινότητας πριν το 1974.
Αξίζει, ωστόσο να δούμε ευρύτερα τη σχέση Τουρκίας και Ερτογάν με την
τουρκοκυπριακή κοινότητα, ιστορικά – αφού η Κύπρος υπήρξε ένα σημείο, στο οποίο
ο Ερτογάν στηρίχθηκε στην αντιπαράθεσή του με τον στρατό. Και η τωρινή του
αντιπαράθεση με την τουρκοκυπριακή κοινότητα εκφράζει και τις αλλαγές στην
Τουρκία, αλλά σηματοδοτεί και τη συντηρητική, πια, στροφή του κόμματος τους,
αφού έχει «ολοκληρωθεί ο εκδημοκρατισμός», τον οποίο μπορούσε να προωθήσει. Και
σε αυτό το πλαίσιο οι τουρκοκύπριοι, όπως και οι Κούρδοι στο εσωτερικό της
Τουρκίας, αποτελούν κοινότητες που εκφράζουν με την εμπειρία τους το τέλος μιας
περιόδου. Και ταυτόχρονα, θέτουν και το ευρύτερο ζήτημα της θέσης των
Τουρκοκύπριων ανάμεσα σε τρεις «παίκτες»: την Τουρκία και την υπεροπτική στάση
του «Χαλίφη», την ελληνοκυπριακή κοινότητα και το ζήτημα της λύσης και την
Ευρωπαϊκή Ένωση. Ειρωνικά οι Τουρκοκύπριοι, πιεσμένοι από παντού, εξακολουθούν
να είναι το κεντρικό σημείο ένα κόμβου.
Όταν η βόρεια Κύπρος λειτουργούσε ως καταλύτης για τον εκδημοκρατισμό της
Τουρκίας
Η διαμάχη στο Κόμμα Εθνικής Ενότητας, το ιστορικό κόμμα της τουρκοκυπριακής
δεξιάς, αποτελεί, ίσως, το πιο εκφραστικό δείκτη του γεγονότος ότι η σχέση
Ερτογάν και Τουρκοκυπρίων έχει φτάσει, πια, σε σημείο ευρύτερης αντιπαράθεσης.
Η τουρκοκυπριακή κοινότητα υπήρξε καθοριστικής σημασίας στην άνοδο του Ερτογάν
στην εξουσία – η Κύπρος υπήρξε το πεδίο, όπου ηττήθηκε για πρώτη φορά ένα είδος
κεμαλισμού και μάλιστα, με ένα λαϊκό κίνημα με αριστερές προεκτάσεις και
ευρωπαϊκό προσανατολισμό. Ενώ ο Ερτογάν βρισκόταν σε αντιπαραθεση με το στρατό
στην Τουρκία, η στάση τους στην Κύπρο – στάση συμπαράστασης στους
Τουρκοκύπριους, αλλά και στάση υποστήριξης της διαδικασίας της λύσης - ήταν ένα
είδος εισιτηρίου για τις δημοκρατικές του προθέσεις, αλλά και για τις ειρηνικές
προεκτάσεις της πολιτικής των μηδαμινών προβλημάτων του Νταβούτογλου. Και σε
αυτό το πλαίσιο, δεν είναι τυχαίο ότι το στρατιωτικό σχέδιο «βαριοπούλα», με
βάση το οποίο ο Ερτογάν ξήλωσε ουσιαστικά ότι απέμεινε από το κεμαλικό βαθύ
κράτος στο στρατό, είχε ως στόχο την πιθανή λύση του κυπριακού, το 2004.
Σήμερα, ωστόσο, τα δεδομένα φαίνεται να αλλάζουν δραματικά. Ο Ερτογάν δεν
είναι πια ένας ηγέτης που προσπαθεί να εκδημοκρατικοποιήσει τη χώρα του –
αντίθετα, βρίσκεται στο απόγειο της δύναμης του και ήδη, μερικοί άρχισαν να τον
ειρωνεύονται ως χαλίφη. Στο εξωτερικό, η Τουρκία βρίσκεται, ήδη, σε
αντιπαραθέσεις με τον περίγυρό της. Στο εσωτερικό, η ένταση με τους Κούρδους
φαίνεται να οξύνεται, αλλά και η ένταση με τους κοσμικούς, αλλά και με την
αριστερά – που σε ένα μεγάλο βαθμό ανέχτηκε τον Ερτογάν ως φορέα
εκδημοκρατισμού απέναντι στον στρατό. Σε αυτό το πλαίσιο, η σχέση του με την
τουρκοκυπριακή κοινότητα άρχισε να παίρνει μια αρνητική στροφή, από το 2011. Στις
αρχές του χρόνου, ο Ερτογάν έκανε μια σειρά από παρεμβάσεις, απαιτώντας
ουσιαστικά αλλαγές στις τουρκοκυπριακές δομές εξουσίας. Η οπτική από την Άγκυρα
ήταν ότι το τουρκοκυπριακό προτεκτοράτο ήταν ένα πλουσιοπάροχα επιδοτούμενο
μόρφωμα και έπρεπε να ενταχθεί στο νεοφιλελεύθερο πλαίσιο της τούρκικης
πολιτικής. Το πρόβλημα της Άγκυρας ήταν, ακριβώς η μη ύπαρξη στην Κύπρο, λόγω
της διαφορετικής ιστορικής εμπειρίας, ένα μαζικού ισλαμικού κινήματος στο οποίο
να στηριχθεί η απόπειρα επιβολής της νέας ηγεμονίας στην οποία προσβλέπει η
Άγκυρα. Η αντίδραση των τουρκοκύπριων στην αφ’ υψηλού κριτική από την Άγκυρα
ήταν έντονη. Και ενώ, ήταν η εξωθεσμική αριστερά που κράτησε την σημαία της
αντιπαράθεσης πιο έντονα, εντούτοις οι αλλαγές εμφανίστηκαν και στο εσωτερικό της
τουρκοκυπριακής δεξιάς, η οποία υπήρξε ιστορικά κεφαλική.
Αναλογίες στην ιστορική εμπειρία των δυο κοινοτήτων
Θα μπορούσε κάποιος να επεκτείνει την αναλογία με τη σχέση ελληνοκύπριων
και ελληνικής κοινωνίας-κράτους: όπως οι Ελληνοκύπριοι και η αντίσταση τους το
1974, αλλά και πριν, βοήθησε, τελικά, τη διαδικασία εκδημοκρατισμού στην
Ελλάδα, έτσι έγινε και μετά το 2000 στην Τουρκία. Και όπως μετά το 1980, το
ΠΑΣΟΚ προσπάθησε να μεταβάλει την Κύπρο από «σύμβολο της δημοκρατίας» σε χώρο
επιβολής μιας δικής του ηγεμονίας - που ξεκίνησε με την υπονόμευση του μίνιμουμ
προγράμματος τη δεκαετία του 1980 και έφτασε μέχρι και την παρέμβαση στις
εκλογές του 1998 - έτσι και ο Ερτογάν και το κόμμα του, φαίνονται να ακολουθούν
ανάλογη πορεία. Τα δεδομένα στην Κύπρο ήταν και είναι βέβαια διαφορετικά. Αλλά,
οι αλλαγές και οι αντιπαραθέσεις θα επηρεάσουν αναπόφευκτα και τις δυο
κοινότητες. Οπότε, η παρακολούθηση των δυναμικών στη βόρεια Κύπρο, ίσως να
είναι και ένας καθρέφτης για τη συνολική εικόνα.
http://www.defterianaynosi.com/article.php?id=395
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου