αναδημοσίευση από την Λέσχη
της Νατάσας Κεφαλληνού
Ηλικιωμένοι που ψάχνουν
τροφή στα σκουπίδια. Παιδιά που λιποθυμούν στα σχολεία λόγω ασιτίας.
Άστεγοι που συνωστίζονται σε πάρκα και πλατείες για να κοιμηθούν. Ουρές
στα συσσίτια για ένα πιάτο φαί. Εικόνες απόγνωσης και εξαθλίωσης, που
πληθαίνουν μέρα με τη μέρα στην Ελλάδα της οικονομικής κρίσης.
Βέβαια φτώχεια υπήρχε και σε περιόδους «ανάπτυξης», τότε που ακόμα και η λέξη είχε εξοριστεί από το λεξιλόγιο των δημοσιολογούντων και της κυρίαρχης πολιτικής. Άλλωστε φτώχεια και καπιταλισμός πορεύονται χέρι χέρι σε όλο το διάβα της Ιστορίας. Αρκεί μια ματιά στο βαθιά εκμεταλλευόμενο «Τρίτο Κόσμο» που μαστίζεται ακόμη και σήμερα από υποσιτισμό ή στους «θύλακες φτώχειας» εντός των ανεπτυγμένων δυτικών κοινωνιών, για να γίνει αμέσως κατανοητό: «Τα πλούτη των λίγων γίνονται απ’ το αίμα των πολλών». Αποδεδειγμένο ακόμη και με αριθμούς, αφού το 8,7% του παγκόσμιου πληθυσμού κατέχει το 82,1% του παγκόσμιου πλούτου (σύμφωνα με πρόσφατη μελέτη του Ινστιτούτου Ερευνών της Credit Suisse).
Πέρα όμως από τις γενικές διαπιστώσεις, κάτι αλλάζει στις δυτικές κοινωνίες και ειδικά στην Ελλάδα μετά το ξέσπασμα της κρίσης και την εφαρμογή του Μνημονίου. Η φτώχεια διογκώνεται και γίνεται πιο ορατή. Ενώ πλέον «αγγίζει» τους ανθρώπους της διπλανής πόρτας: τη νεολαία της εργασιακής περιπλάνησης και των 400 ευρώ, τους άνεργους και τους απολυμένους που πετιούνται για μεγάλα διαστήματα έξω από την αγορά εργασίας, τους χρεοκοπημένους μικροεπιχειρηματίες και αυτοαπασχολούμενους, τους μέσους οικογενειάρχες που είναι πνιγμένοι στα δάνεια και τα χρέη. Όλοι τους «παράπλευρες απώλειες» της οικονομικής κρίσης, και των πολιτικών αιματηρής λιτότητας, σύνθλιψης των εργατικών δικαιωμάτων, εξάλειψης του όποιου κράτους πρόνοιας – που επιβάλουν κεφάλαιο, κυβέρνηση, ΕΕ και ΔΝΤ.
Μάλιστα οι ίδιοι οι «οικονομικοί δολοφόνοι» κυνικά ομολογούν: Κατά 36 εκατ. αυξήθηκε ο αριθμός όσων ζουν κάτω από το όριο της φτώχειας στην Ευρώπη, μέσα σε δύο χρόνια. Από το 2009 μέχρι σήμερα ο αριθμός τους εκτινάχθηκε από 80 εκατ. σε 116 εκατ., με συνεχή τάση αύξησης (έκθεση του Ευρωκοινοβουλίου). Ενώ ως το Δεκέμβριο του 2012, επιπλέον 23 εκατ. άνθρωποι παγκοσμίως θα γίνουν φτωχοί (έκθεση του ΔΝΤ). Η πολιτική τους οδηγεί στο χείλος του γκρεμού εκατομμύρια ανθρώπους κι αυτό πλέον δεν κρύβεται ούτε όταν το ΔΝΤ εκφράζει υποκριτικά την ανησυχία του για τα παραπάνω στοιχεία, ούτε όταν η Ευρωπαϊκή Επιτροπή κηρύσσει εκστρατείες φιλανθρωπικού τύπου με το σύνθημα «Σταματήστε τη φτώχεια»…
«Τρομακτική ελεύθερη πτώση μιας
ολόκληρης κοινωνίας, μιας ολόκληρης χώρας, χωρίς αλεξίπτωτο και χωρίς
προστατευτικό δίχτυ από κάτω»: με αυτά τα λόγια του Ντέβιντ Τσιλ από το
βιβλίο Νέα φτώχεια θα μπορούσε να περιγραφεί γλαφυρά η κατάσταση στην
Ελλάδα τον τελευταίο ενάμιση χρόνο. Με τους ανέργους να
ξεπερνούν το ένα εκατομμύριο, τη ραγδαία αύξηση των ελαστικών σχέσεων,
τις περικοπές στους μισθούς και τις συντάξεις, τις αλλεπάλληλες αυξήσεις
των φόρων και την αναίρεση του δημόσιου και δωρεάν χαρακτήρα πολλών
κοινωνικών υπηρεσιών (επιβολή εισιτηρίου στα νοσοκομεία, τροφεία σε
παιδικούς σταθμούς κ.λπ.) – η φτώχεια επελαύνει.
Με λιγότερα από 470 ευρώ το μήνα ζει το 1/3 των ελλήνων πολιτών (έρευνα της Kapa Research – Οκτώβρης 2010). Και μπορεί όποιος λαμβάνει κάτι παραπάνω από το εξευτελιστικό αυτό ποσό να ξεφεύγει από το στατιστικό σκαλί της απόλυτης φτώχειας, ωστόσο ποιος θα υποστηρίξει ότι με 575 ευρώ βασικό μισθό εξασφαλίζονται τα απαραίτητα για την κάλυψη των βασικών αναγκών; Φυσικά οι στρατιές των εξαθλιωμένων είναι πολύ μεγαλύτερες. Αρκεί να προστεθούν οι μετανάστες, οι Ρομά, κι όλοι οι υπόλοιποι «αόρατοι» των στατιστικών και οι αριθμοί θα εκτιναχθούν αμέσως. Χαρακτηριστικό δε της αβεβαιότητας που διακατέχει την ελληνική κοινωνία είναι το γεγονός ότι το 60% των ερωτηθέντων δηλώνουν ότι ζουν με το φόβο πως μια μέρα θα ξυπνήσουν φτωχοί, εξαιτίας κάποιου τυχαίου συμβάντος (απόλυση, αρρώστια κ.λπ). Φόβος υπαρκτός, καθώς σύμφωνα με έρευνα της Στατιστικής Υπηρεσίας (που δημοσιεύτηκε το 2010) ο κίνδυνος φτώχειας είναι ιδιαίτερα αυξημένος για τους ανέργους (37%), τους μερικώς απασχολούμενους (26%) και για τα νοικοκυριά με εξαρτώμενα παιδιά και χωρίς εργαζόμενα μέλη (44%).
Με λιγότερα από 470 ευρώ το μήνα ζει το 1/3 των ελλήνων πολιτών (έρευνα της Kapa Research – Οκτώβρης 2010). Και μπορεί όποιος λαμβάνει κάτι παραπάνω από το εξευτελιστικό αυτό ποσό να ξεφεύγει από το στατιστικό σκαλί της απόλυτης φτώχειας, ωστόσο ποιος θα υποστηρίξει ότι με 575 ευρώ βασικό μισθό εξασφαλίζονται τα απαραίτητα για την κάλυψη των βασικών αναγκών; Φυσικά οι στρατιές των εξαθλιωμένων είναι πολύ μεγαλύτερες. Αρκεί να προστεθούν οι μετανάστες, οι Ρομά, κι όλοι οι υπόλοιποι «αόρατοι» των στατιστικών και οι αριθμοί θα εκτιναχθούν αμέσως. Χαρακτηριστικό δε της αβεβαιότητας που διακατέχει την ελληνική κοινωνία είναι το γεγονός ότι το 60% των ερωτηθέντων δηλώνουν ότι ζουν με το φόβο πως μια μέρα θα ξυπνήσουν φτωχοί, εξαιτίας κάποιου τυχαίου συμβάντος (απόλυση, αρρώστια κ.λπ). Φόβος υπαρκτός, καθώς σύμφωνα με έρευνα της Στατιστικής Υπηρεσίας (που δημοσιεύτηκε το 2010) ο κίνδυνος φτώχειας είναι ιδιαίτερα αυξημένος για τους ανέργους (37%), τους μερικώς απασχολούμενους (26%) και για τα νοικοκυριά με εξαρτώμενα παιδιά και χωρίς εργαζόμενα μέλη (44%).
Την πιο ακραία μορφή φτώχειας και κοινωνικού αποκλεισμού βιώνουν οι 20.000 άστεγοι
που ζουν στη χώρα (σύμφωνα με στοιχεία της ΜΚΟ Κλίμακα). Πρόκειται για
ανθρώπους που είτε δεν έχουν καθόλου σπίτι ή βιώνουν αφανείς μορφές
έλλειψης στέγης (υπό έξωση ή διαμονή σε ακατάλληλα καταλύματα). Με
ζέστη, κρύο και βροχή στήνουν πρόχειρα καταλύματα τις νύχτες σε πάρκα,
πλατείες και δημόσιους χώρους για να κοιμηθούν. Πολλοί λίγοι είναι όσοι
μπορούν να φιλοξενηθούν σε δομές Δήμων ή ΜΚΟ. Ενώ το τελευταίο χρονικό
διάστημα, σύμφωνα με μαρτυρίες γιατρών από τον Ευαγγελισμό και το
Ψυχιατρικό Νοσοκομείο Αττικής στο Δαφνί, άστεγοι συρρέουν στα εξωτερικά
ιατρεία των νοσοκομείων επικαλούμενοι προβλήματα υγείας για να εισαχθούν
και να εξασφαλίσουν έστω και για λίγες μέρες στέγη και τροφή.
Και μπορεί το Σύνταγμα της Ελλάδας να προβλέπει ρητά ότι: «Η απόκτηση κατοικίας από αυτούς που τη στερούνται ή που στεγάζονται ανεπαρκώς αποτελεί αντικείμενο ειδικής φροντίδας απ’ το κράτος», ωστόσο τίποτα τέτοιο δεν ισχύει στην πράξη. Αντίθετα οι άστεγοι στην Ελλάδα δεν αναγνωρίζονται καν ως συγκεκριμένοι ειδική – ευάλωτη κοινωνική ομάδα, που χρήζει ειδικών μέτρων προστασίας, δεν καταγράφονται, ενώ οι κρατικές πολιτικές που τους αφορούν περιορίζονται σε φιλανθρωπικού τύπου παροχές και πενιχρά επιδόματα.
Μάλιστα με την οικονομική κρίση και την ανεργία ο αριθμός των αστέγων έχει αυξηθεί κατά 25%, ενώ το φαινόμενο είναι πλέον ορατό και στις επαρχιακές πόλεις – όπου μέχρι σήμερα τα οικογενειακά και κοινωνικά δίκτυα λειτουργούσαν προστατευτικά, αμβλύνοντας τα φαινόμενα ακραίας εξαθλίωσης. Ενδεικτικά αναφέρουμε: Στο νομό Θεσσαλονίκης περίπου 200 άτομα ζουν στο δρόμο. Στο νομό Έβρου υπολογίζονται πάνω από 150 άτομα. Ενώ στη Μαγνησία ο Μητροπολίτης αναγνωρίζοντας το πρόβλημα δήλωσε ότι τα μοναστήρια θα λειτουργήσουν και ως τόποι φιλοξενίας αστέγων και απόρων.
Αλλαγή παρατηρείται και στο προφίλ των αστέγων. Μέχρι πρότινος ήταν κυρίως άντρες, 45-50 ετών, που έμεναν στο δρόμο για διάστημα μεγαλύτερο των 5 ετών, ενώ στο μεγαλύτερο ποσοστό τους επρόκειτο για άτομα με ψυχικές διαταραχές, χρήστες ουσιών και μετανάστες. Πλέον όμως εμφανίζεται μια νέα κατηγορία, αυτή των νεοαστέγων: Άτομα που έχασαν την κατοικία τους με δήμευση λόγω δανείων ή οφειλών, νέοι που έχουν απομακρυνθεί από την οικογένεια τους και μαστίζονται από την ανεργία ή δεν μπορούν να συντηρήσουν κατοικία, καθώς και άτομα που έχασαν τη δουλειά τους λίγο πριν τη σύνταξη. Οι περισσότεροι έχουν μέτριο μορφωτικό επίπεδο και δεν αντιμετωπίζουν προβλήματα ψυχικής υγείας, παραβατικότητας, εξαρτήσεων. Όλοι τους άνθρωποι που πριν από λίγο καιρό είχαν ένα επαρκές βιοτικό επίπεδο, όμως η κρίση και τα παρελκόμενα της τους οδήγησαν στην ανέχεια.
Δεκάδες χιλιάδες είναι όσοι τρώνε καθημερινά στα συσσίτια, που οργανώνουν διάφοροι Δήμοι, 191 ενορίες, ο Ελληνικός Ερυθρός Σταυρός και ανθρωπιστικές οργανώσεις ανά την Ελλάδα. Τα γεύματα που προσφέρονται ημερησίως ξεπερνούν τα 100.000. Στην Αθήνα που το πρόβλημα είναι πιο οξύ περίπου 2.500 άτομα στέκονται καθημερινά στην ουρά του συσσιτίου για ένα πιάτο φαί, μια φέτα ψωμί και ένα μπουκάλι νερό. «Συγκριτικά με πέρσι παρατηρείται αύξηση της προσέλευσης της τάξης του 20%» μας ενημερώνουν από το Δήμο Αθήνας. Στο συσσίτιο θα βρεις άστεγους, άπορους, μετανάστες αλλά και συνταξιούχους, ανέργους όλων των ηλικιών, απλήρωτους εργαζομένους. Εκεί συναντάμε την Ρ. Κ. είναι 55 ετών, δουλεύει ως καθαρίστρια και είναι απλήρωτη 8 μήνες: «Στην αρχή ντρεπόμουν να έρθω στο συσσίτιο, αλλά πλέον δεν έχω άλλη επιλογή. Ό,τι λεφτά είχα στην άκρη φαγώθηκαν όλους αυτούς τους μήνες που δεν πληρώνομαι. Το νοίκι έχω να το δώσω εδώ και δύο μήνες» αναφέρει κρατώντας τα μάτια της χαμηλά.
Για «σοβαρή ανθρωπιστική κρίση» κάνει λόγο ο Νικήτας Κανάκης, διευθυντής των Γιατρών του Κόσμου. «Ένα καινούργιο δεδομένο είναι ότι πλέον όσοι επισκέπτονται τα πολυιατρεία μας εκτός από ιατροφαρμακευτική περίθαλψη ζητούν και τρόφιμα» αναφέρει η Άρτεμις Λιανού, διοικητική υπεύθυνη στο πολυιατρείο Περάματος. «Μας ζητούν γάλα και πάνες για τα παιδιά» λέει. Ενώ οι παιδίατροι του πολυιατρείου υποστηρίζουν ότι «τον τελευταίο καιρό πολλά παιδιά που εξετάζουμε παρουσιάζουν γαστρεντερικά προβλήματα επειδή δεν σιτίζονται σωστά». Τα δεδομένα αυτά οδήγησαν τους ΓτΚ να κάνουν έκκληση για τη συγκέντρωση βασικών τροφίμων (γάλα, παιδικές τροφές, ρύζι όσπρια, μακαρόνια, λάδι), τα οποία φέτος δεν θα μοιραστούν σε χώρες του Τρίτου Κόσμου όπως συνήθως, αλλά στην Ελλάδα.
Μέσα σε αυτόν τον κοινωνικό ζόφο το ένα στα πέντε παιδιά αντιμετωπίζει το φάσμα της φτώχειας.
Μάλιστα σύμφωνα με καταγγελίες δασκάλων, παιδιά λιποθυμούν από ασιτία
μέσα στα σχολεία. Η κατάσταση αυτή αποτυπώνεται με πολλαπλούς τρόπους
στις σχολικές μονάδες: «Οι άνεργοι γονείς μαθητών αυξάνονται διαρκώς. Το
ίδιο και τα σπίτια που μένουν χωρίς ρεύμα, επειδή δεν υπάρχουν λεφτά
για τη ΔΕΗ. Ήδη αντιμετωπίζουμε και τα πρώτα φαινόμενα υποσιτισμού»
αναφέρει ο Ακρίτας Καλούσης δάσκαλος και μέλος του ΔΣ της ΔΟΕ. «Οι
γονείς με καταθλίψεις αυξάνονται δραματικά, το ίδιο και η
ενδοοικογενειακή βία. Όλη αυτή η πίεση καταγράφεται στη συμπεριφορά των
παιδιών είτε με επιθετικότητα ή αδυναμία συγκέντρωσης». Επιπλέον «πολλά
παιδιά που προέρχονται από οικογένειες μεταναστών, αφήνουν το σχολείο
και επιστρέφουν στις χώρες προέλευσης τους αντιμετωπίζοντας σοβαρά
προβλήματα, αφού δεν ξέρουν ούτε τη γλώσσα» λέει ο Α. Καλούσης.
Παράλληλα απελπισμένες οικογένειες προσέρχονται συνεχώς σε δικαστικούς λειτουργούς δηλώνοντας αδυναμία να εξασφαλίσουν στέγη και τροφή για τα παιδιά τους. Το αίτημα τους είναι να φιλοξενηθούν τα παιδιά για λίγο καιρό ακόμη και σε ορφανοτροφείο, μέχρι να ορθοποδήσουν οι οικογένειες και να τα πάρουν πίσω. Για «σημαντική αύξηση στα αιτήματα για ιδρυματική φιλοξενία αλλά και μεγέθυνση της εγκατάλειψης στα μαιευτήρια» κάνει λόγο ο Γιώργος Νικολαΐδης, ψυχίατρος και διευθυντής ψυχικής υγείας και κοινωνικής πρόνοιας στο Ινστιτούτο για την Υγεία του Παιδιού. Την παραπάνω εικόνα συμπληρώνει και η αύξηση -κατά 65%- των αιτήσεων για φιλοξενία παιδιών στα χωριά SOS. Μάλιστα η συντριπτική πλειονότητα των αιτούντων (80%) είναι Έλληνες, ενώ μόλις 20% μετανάστες.
Σε αναζήτηση δωρεάν περίθαλψης και ενός πιάτου φαγητού
Η φτώχεια ως κοινωνικό πρόβλημα
δεν περιλαμβάνει μόνο τα συνεχή χαμηλά εισοδήματα και την αποστέρηση των
απολύτως αναγκαίων, αλλά και την αδυναμία πρόσβασης στην υγεία, την
παιδεία, τον πολιτισμό, την αδυναμία ανταπόκρισης στις ανάγκες που
προκύπτουν από το επίπεδο των εκάστοτε οικονομικών και κοινωνικών
σχέσεων. Μέσα σε αυτό το πλαίσιο θα πρέπει να ερμηνευθεί η αδυναμία
πρόσβασης στην ιατροφαρμακευτική περίθαλψη όλο και περισσότερων
εργαζομένων. Ενδεικτικό είναι ότι περισσότεροι από 92.000
άνθρωποι προσήλθαν σε διάστημα τριών μηνών στις εφημερίες των οκτώ
νοσοκομείων του Πειραιά και της Δυτικής Αττικής, σύμφωνα με τη μελέτη
της 2ης Υγειονομικής Περιφέρειας Πειραιά, ωστόσο μόνον οι 22.000
αντιμετώπιζαν επείγον και σοβαρό πρόβλημα υγείας! Τι σημαίνει αυτό; Όπως
μας εξηγεί ο γιατρός στο Κρατικό Νίκαιας Πάνος Παπανικολάου «οι
εφημερίες των νοσοκομείων κατακλύζονται πλέον όχι από επείγοντα
περιστατικά αλλά από ανασφάλιστους εργαζομένους που θέλουν να κάνουν
εξετάσεις και δεν έχουν πρόσβαση στην πρωτοβάθμια περίθαλψη».
Τα παραπάνω επιβεβαιώνονται και από τους Γιατρούς του Κόσμου. «Εκτινάχθηκε ο αριθμός των Ελλήνων που ζητούν ιατροφαρμακευτική περίθαλψη από εμάς. Από το 6-7% πέρσι στο 30% φέτος» αναφέρει ο Ν. Κανάκης. «Περίπου 60-70 άτομα επισκέπτονται το πολυιατρείο ημερησίως» με πληροφορεί η διοικητική υπεύθυνη του πολυιατρείου Περάματος Άρτεμις Λιανού. Ο αριθμός έχει αυξηθεί κατά 90% από την προηγούμενη χρονιά, σύμφωνα με τα λεγόμενα της, ενώ επισημαίνει ότι πρόκειται για αποκλειστικά έλληνες πολίτες.
Η πλειονότητα όσων καταφεύγουν στο πολυιατρείο ζητώντας δωρεάν ιατροφαρμακευτική περίθαλψη δεν προέρχεται από τις «παραδοσιακές» ευπαθείς ομάδες (άπορους, άστεγους). «Μας επισκέπτονται: άνεργοι που δεν μπορούν να καταβάλουν το εισιτήριο των 5 ευρώ στα νοσοκομεία. Πρώην καταστηματάρχες που έκλεισαν τα μαγαζιά τους, χρωστούν στο ΤΕΒΕ και δεν μπορούν να θεωρήσουν τα βιβλιάρια υγείας τους. Χρόνια άνεργοι αλλά και ανασφάλιστοι εργαζόμενοι που δεν έχουν πρωτοβάθμια περίθαλψη. Ηλικιωμένοι που με τις πενιχρές συντάξεις τους αδυνατούν να αγοράσουν φάρμακα. Γονείς που δεν έχουν χρήματα για παιδιάτρους. Ακόμη και μακροχρόνια ασθενείς που πλέον δεν έχουν να καταβάλουν τη συμμετοχή στα Ταμεία, ώστε να πάρουν την αγωγή τους» επισημαίνει. Με δεδομένο μάλιστα ότι ο Δήμος Περάματος δεν έχει δημοτικό ιατρείο πολλά περιστατικά στέλνονται στους ΓτΚ, που διαθέτουν αρκετές ιατρικές ειδικότητες: ψυχολόγους, φυσικοθεραπευτές, παθολόγους παιδιάτρους, καρδιολόγους, γυναικολόγους, ορθοπεδικούς κλπ.
Σημειωτέον ότι αρκετή ζήτηση έχουν οι ψυχολόγοι του πολυιατρείου. Η υπεύθυνη του ψυχολογικού τμήματος Ιάνθη Σταυροπούλου σημειώνει ότι «οι οικονομικές δυσκολίες και οι συνέπειες της κρίσης αποτελούν έναν από τους βασικότερους λόγους επιδείνωσης της ψυχολογικής κατάστασης εκατοντάδων ανθρώπων». Γεγονός που επιβεβαιώνει και πρόσφατη έρευνα του διευθυντή της Ψυχιατρικής κλινικής του 414 Στρατιωτικού Νοσοκομείου. Σύμφωνα με τα στοιχεία που προκύπτουν: οι κοινωνικές αλλαγές, οι μεγάλες οικονομικές απώλειες, η αύξηση του κόστους της υγείας και η εισοδηματική ανισότητα οδηγούν σε αύξηση του δείκτη αυτοκτονιών διαμέσου κύματος καταθλιπτικών δυσλειτουργιών.
Και δεν φτάνει που κυβέρνηση και τρόικα ρίχνουν στον κοινωνικό καιάδα τον κόσμο του μόχθου. Φροντίζουν να ξηλώσουν και όποιο έστω δίχτυ κοινωνικής προστασίας είχε μέχρι τώρα στηθεί, ώστε να συγκρατείται η πτώση. Στο στόχαστρο μπαίνουν 55 κοινωνικά επιδόματα που χορηγούνται σε δεκάδες δικαιούχους, με στόχο την εξοικονόμηση 660 εκατ. μέχρι το 2015. Περικοπές σε επιδόματα ανέργων, σε αναπηρικές συντάξεις και στις παροχές του Οργανισμού Εργατικής Κατοικίας. Κόβουν από τους μη προνομιούχους για να τα δώσουν στους τραπεζίτες!
Παράλληλα μια σειρά από κοινωνικές δομές υποχρηματοδοτούνται από τον κρατικό προϋπολογισμό εξαναγκαζόμενες σε λουκέτο. Χαρακτηριστική είναι η περίπτωση του ξενώνα για υπερήλικες αστέγους, του πολυκέντρου ΑΜΕΑ και του κοινωνικού φαρμακείου του Ιδρύματος αστέγων του Δήμου Αθηναίων που έκλεισαν τις πόρτες τους ένα χρόνο πριν, αφού αποψιλώθηκαν από το προσωπικό που απασχολούσαν (κυρίως συμβασιούχοι που έληξαν οι συμβάσεις τους). Μια ακόμη αντίστοιχη περίπτωση είναι το Ινστιτούτο Υγείας του Παιδιού, που αποτελεί το μοναδικό φορέα που προσφέρει δημόσια, δωρεάν και ολοκληρωμένη ενασχόληση με την υγεία του παιδιού.
Το Ινστιτούτο αφενός «συμπεριλαμβάνεται στη λίστα των φορέων που υποχρεώνονται να θέσουν σε εφεδρεία το 10% του προσωπικού τους» αναφέρει ο εργαζόμενος σε αυτό Γιώργος Νικολαΐδης, αφετέρου «καλείται να περιστείλει τον ετήσιο προϋπολογισμό του κατά 45%». Με αυτά τα δεδομένα υπάρχει σοβαρός κίνδυνος για αναστολή του ΙΥΠ με σοβαρές συνέπειες για τη Δημόσια Υγεία, καθώς αποτελεί το μόνο φορέα που παρέχει δωρεάν Προληπτικό Ανιχνευτικό Πρόγραμμα Νεογνών. Η μη διεξαγωγή του Προγράμματος σημαίνει ότι αρκετά παιδιά που γεννιούνται στη χώρα θα οδηγηθούν εντός των πρώτων εβδομάδων της ζωής του σε μη αναστρέψιμη βαριά νοητική στέρηση επειδή δεν διαγνώστηκε έγκαιρα η διαταραχή τους. Σύμφωνα με υπολογισμούς ο αριθμός των νεογνών που θα αναπτύξουν νοητική στέρηση αν ανασταλεί το Εθνικό πρόγραμμα ανίχνευσης (που συμπεριλαμβάνει τον έλεγχο 116.000 νεογνών) αρκεί για να συμπληρώσει περίπου ένα ίδρυμα!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου