9 Μαΐ 2012

Δέφτερη Ανάγνωση -Διεθνή


Ευρώπη: η εξέγερση ενάντια στη λιτότητα φτάνει στις κάλπες με κόκκινες αποχρώσεις 

Την περασμένη εβδομάδα ο Economist περιέγραψε τον πρώτο γύρο των γαλλικών εκλογών ως μια εξέγερση ενάντια στη λιτότητα. Το περασμένο σαββατοκύριακο, η εξέγερση διευρύνθηκε και απέκτησε διαστάσεις τσουνάμι. Τα συμπτώματα εμφανίστηκαν από τις βρεττανικές τοπικές εκλογές, όπου η αναμενόμενη ήττα του κυβερνητικού συνασπισμού των συντηρητικών και των φιλελευθέρων πήρε διαστάσεις «πανωλεθρίας» όπως μεταδιδοταν. Μπορεί ο ιδιόρρυθμος δήμαρχος του Λονδίνου να κατάφερε να διατηρήσει θέση του, αλλά όπως υπολογίστηκε αν γίνονταν κοινοβουλευτικές εκλογές με τις τάσεις που εμφανίστηκαν, οι εργατικοί θα κέρδιζαν σαρωτικά με πλειοψηφία 80 εδρών. Και η διαρροή δεν ήταν μόνο προς τα αριστερά – σημαντική άνοδο - με διαρροές από τους συντηρητικούς] - είχε και το κόμμα της ανεξαρτησίας, το οποίο διεκδικεί την αποχώρηση της Βρετανίας από την Ευρωπαϊκή Ένωση.

Το κέντρο βάρους, βέβαια, ήταν στην Γαλλία. Το προβάδισμα του Ολάντ ήταν μεν σαφές, αλλά ο Σαρκοζί τα είχε δοκιμάσει όλα – και έτσι δεν δίστασε για μια ακόμα ακροδεξιά στροφή πριν από τον δεύτερο γύρο. Και ταυτόχρονα διέρρεε από τα χρηματιστήρια και τους «οικονομικούς κύκλους» ένα είδος προειδοποίησης για τον Ολάντ. Από την άλλη, βέβαια, η προοπτική Ολάντ φάνηκε να κινητοποιεί ελπίδες ευρύτερα για ένα επαναπροσδιορισμό της πολιτικής της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Σε αυτό το πλαίσιο, το παιχνίδι φαινόταν να παίζεται μέχρι το τέλος. Η εκλογή του Ολάντ σηματοδότησε την τρίτη εκλογική νίκη των σοσιαλδημοκρατών και της αριστεράς ευρύτερα τους τελευταίους μήνες, μετά την Δανία και την Σλοβακία, ενώ συμβάδισε και με την άνοδο μιας, επίσης, σοσιαλδημοκρατικής κυβέρνησης στην Ρουμανία την περασμένη εβδομάδα - μετά από τις διαδηλώσεις και συγκρούσεις της προηγούμενης περιόδου. Πέρα από την εκλογική σημασία της, η άνοδος του Ολάντ αναμένεται να σηματοδοτήσει και μια επιστροφή της έμφασης στην κρατική κεϋνσιανή επένδυση στην οικονομία, μετά την αποτυχία των συνταγών μονομερούς λιτότητας. Και βέβαια, οι ισορροπίες, οι οποίες θα επιδιωχθούν, είναι ακόμα ένα ζητούμενο. Διότι το ζήτημα δεν είναι πια μόνο η άνοδος της αριστεράς, αλλά και η άνοδος μιας νέας ακροδεξιάς, η οποία απορροφά ψήφους από την δεξιά,αλλά και ρητορικές από την αριστερά – η Λεπέν λ.χ. άρθρωσε την κριτική της ως λόγο ενάντια στον διεθνές χρηματιστηριακό κεφάλαιο και η νέα δεξιά στην βόρεια Ευρώπη είναι υπέρ του κράτους πρόνοιας – ενάντια στην «παγκοσμιοποίηση».

Μετά την Γαλλία, τα βλέμματα ήταν, σαφώς, στραμμένα στην Ελλάδα – το πρότυπο του φόβου της εξέγερσης - με σημείο αναφοράς τον Δεκέμβρη του 2008 - αλλά και το μοντέλο της πειθαρχίας, στο οποίο έχει υποβληθεί η ελληνική κοινωνία ως παράδειγμα προς αποφυγή. Αν υπάρχει μια κοινωνιολογική σοφία στις ισορροπίες των κοινωνιών, τότε σαφώς λειτούργησε την Κυριακή στην Ελλάδα: το αποτέλεσμα εξέφρασε μια μετατόπιση του πολιτικού συστήματος και απέτρεψε, ταυτόχρονα, μια οποιαδήποτε τελεσίδικη τάση ή απόφαση κατά την διάρκεια της μεταβατικής περιόδου την οποία φαίνεται να διέρχεται η χώρα. Ήταν μεταβατικές εκλογές σε μια αναποφάσιστη κοινωνία. Το πρώτο μήνυμα, σαφώς, υπήρξε η οργισμένη απόρριψη όσων συνεργάστηκαν για τα μνημόνια – και εδώ ο αποδέκτης δεν ήταν μόνο το ΠΑΣΟΚ αλλά και Νέα Δημοκρατία και το ΛΑΟΣ που είδε τα ποσοστά του να μετατοπίζονται στην χρυσή αυγή. Σε ένα δεύτερο επίπεδο για πρώτη φορά από τον εμφύλιο, η αριστερά, στις διάφορες της εκδοχές, είδε τα ποσοστά της να εκτοξεύονται στο 35 -40% - αν συμπεριλάβει κάποιος και τους οικολόγους και τα μικρότερα σχήματα, τα οποία δεν μπήκαν στην βουλή - ενώ για δεύτερη φορά στην μεταπολεμική ιστορία, ένα αριστερό κόμμα, ο ΣΥΡΙΖΑ τώρα, η ΕΔΑ το 1958, ανακηρύχθηκε αξιωματική αντιπολίτευση. Σε ένα ευρύτερο πλαίσιο, αυτό που φάνηκε να συμβαίνει ήταν η διάσπαση των μεγάλων μπλοκ των παρατάξεων σε διαφορετικές ομάδες και τάσεις - οι οποίες, μπορεί να πει κάποιος, ότι προϋπήρχαν αλλά συμπιέζονταν μέσα στην εκλογική συσπείρωση σε εποχές ρουτίνας – το ΠΑΣΟΚ έχασε μαζικά προς τα αριστερά, η Νέα Δημοκρατία έχασε προς την εθνολαϊκή δεξιά του Καμένου, αλλά και προς τους φιλελεύθερους που έμειναν εκτός βουλής, αλλά μάζεψαν ένα ποσοστό γύρω στο 5-6%. Η πολιτική Σαμαρά φάνηκε να αποτυγχάνει – ανέλαβε ένα κόμμα άνω των 30% και βρέθηκε με ένα ποσοστό 18-19%. Είναι δύσκολο να πει κάποιος τι θα ακολουθήσει: σίγουρα στο ευρωπαϊκό επίπεδο και ανεξάρτητα του τί θα κάνουν οι Έλληνες μετά, το μήνυμα ήταν μια απόρριψη των μνημονίων. Λογικά, η Ελλάδα έκανε ήδη βήμα εξόδου. Αλλά, βέβαια, κανένας δεν μπορεί να το πει δημόσια ή να το δεχτεί σε αυτό το στάδιο. 

Με το παρόν σχήμα ακυβερνησίας υπάρχουν μια σειρά από πιθανότητες. Υπάρχει η πιθανότητα να τεθούν εκβιαστικά διλήμματα για να πειστούν μερίδες της κοινωνίας να συγκρατήσουν μια κάποια πλειοψηφία, είτε με την τωρινή βουλή, είτε μετά από επόμενες εκλογές. Η άλλη πιθανότητα είναι, σαφώς, η "κυβερνηση της αριστεράς" με βάση την οποία ο Τσίπρας και ο ΣΥΡΙΖΑ εκτοξεύτηκαν στην δεύτερη θέση. Μπορεί η ελληνική αριστερά [τωρα η μετα από άλλες εκλογες] να συγκροτήσει μια συμμαχία όπως τις αριστερές εκλογικές συμμαχίες ή μέτωπα της λατινικής Αμερικής; Είναι ένα ερώτημα, το οποίο, σαφώς, θα καθορίσει τις εξελίξεις της επόμενης περιόδου. Η ελληνική αριστερά έχει μια πολιτισμική ηγεμονία και ένα είδος ηγεμονίας "στο δρόμο", ενώ τώρα φαίνεται να αναδύεται και ένα είδος αναλογης συγκρότησης εναλλακτικού [εστω πλουραλιστικού] εκλογικού πόλου, γύρω από τον οποίο υπό διάφορες περιστάσεις μπορούν να κινηθούν είτε οι εθνολαϊκοί του Καμένου, είτε η ιστορική κεντροαριστερά του ΠΑΣΟΚ. Αυτό άλλωστε που, μάλλον, έδειξε η άνοδος του ΣΥΡΙΖΑ ήταν ότι χωρίς προοπτική ελπίδας, ούτε η αριστερά μπορεί να δώσειαπάντηση - να προσελκύσει τις μάζες σε επίπεδο κοινωνικής αλλαγής ή μεταμόρφωσης. Από την άλλη, οι εσωτερικοί διαχωρισμοί της ελληνικής αριστεράς είναι, επίσης, ιστορικοί και δύσκολοι. Το ΚΚΕ, παρά την προσπάθεια του να κερδίσει χρόνο για να επαναπροσδιοριστεί ως ηγεμονικό στο χώρο, ενδέχεται να βρεθεί και αυτό υπό πίεση στην συγκυρία, καθώς θα διαμορφώνεται το νέο πολικό πλαίσιο με βάση την υπάρχουσα ρευστότητα. Διότι, μπορεί η άνοδος της ακροδεξιάς να παρουσιάστηκε θεαματικά, ενώ ήταν και μετατόπιση από το ΛΑΟΣ προς την Χρυσή Αυγή, αλλά δεν παύει να συνιστά και ένα νέο φαινόμενο στον ελληνικό δημόσιο βίο. Και η αριστερά θα αναγκαστεί, λόγω του ρόλου που διεκδικεί ιστορικά αλλά και κοινωνιολογικά, να προσφέρει απαντήσεις και σε αυτές τις μορφές λόγου και πρακτικής. Και το ζητούμενο εδώ βέβαια δεν έχει να κάμει μόνο με την θεσμική εκλογική αριστερά, αλλά και τον ευρύτερο χώρο, ο οποίος προσδιορίζεται ως «επαναστατικός» και καλύπτει, σαφώς, και μέρος της αποχής – την οποία στηρίζει, ως πολιτική θέση, σε μεγάλο βαθμό ο αναρχικός-αντιεξουσιαστικός χώρος, ο οποίος έχει την δική του δυναμική στο «δρόμο».

Το τσουνάμι έφτασε, όμως, και στην Γερμανία όπου σε τοπικές εκλογές, το κόμμα της Μέρκελ, το οποίο μέχρι τώρα κρατούσε τα ποσοστά του, έπαθε, επίσης, μια ξαφνική πτώση, ενώ οι σοσιαλδημοκράτες βρέθηκαν σε άνοδο – ίσως μέσα στο γενικότερο κλίμα. Στη Γερμανία, το νέο πολιτικό φαινόμενο, πάντως, φαίνεται να είναι το κόμμα των πειρατών, το οποίο κινήθηκε για τρίτη εκλογική αναμέτρηση γύρω στο 8%.

Και στις τοπικές εκλογές στην Ιταλία βγήκε κερδισμένη η αριστερά αλλά και ένα αναδυόμενο ρεύμα αμφισβήτησης με έμφαση στην διαπλοκή και την διαφθορά ανάμεσα στην οικονομική και πολιτική ελίτ.


Δεν υπάρχουν σχόλια: