23 Μαΐ 2012

Στο μονοπάτι της διχοτόμησης


Ο λεγόμενος ενδιάμεσος χώρος δείχνει προς τα δύο κράτη από καιρό.

Προς τα πού όμως βαδίζει ο Δημοκρατικός Συναγερμός;

Το ΑΚΕΛ σε μια θάλασσα αμηχανίας

Κωστής Αχνιώτης

Μερικές φορές παρά τα χρόνια που περνούν και απαβλύνουν την μνήμη, όχι τόσον όσον αφορά στο γεγονός όσο στο λόγο και στα αισθήματα που τον συνόδευσαν έρχεται στη μνήμη το πολύ ωραίο «ψηφίζω όχι για να τσιμεντώσω το ναι». Παρά το ότι έγραψα από τότε ότι το πραγματικό διακύβευμα των δημοψηφισμάτων του 2004 δεν ήταν το ναι ή το όχι στην ομοσπονδία αλλά το ναι ή το όχι στη διχοτόμηση, αποφάσισα να ελπίζω ότι κάνω λάθος. Εξ άλλου λίγο πριν είχα κάνει και πάλι λάθος θεωρώντας ότι το ΑΚΕΛ θα στήριζε το ναι. Επί πλέον δεν θεωρούσα το σχέδιο λύσης ορθό αλλά ως ένα παράθυρο ευκαιρίας που θα μπορούσε να αποτρέψει τη διχοτόμηση αν εργάζονταν γι αυτό οι δυνάμεις της κοινωνίας που θα ήθελαν να εργαστούν για την επανένωση. Έτσι αντιμετωπίσαμε το θέμα στην «Πρωτοβουλία Αριστερών για το Ναι».

Όμως και με ναι στο δημοψήφισμα αν οι εθνικιστές διατηρούσαν ακόμα και το μισό της επιρροής που έχουν σήμερα θα καταλήγαμε και πάλι στη διχοτόμηση ίσως με κάποια διαφορά στο εδαφικό και κάποια επιστροφή προσφύγων. Η επανένωση της χώρας πρέπει να στηριχθεί σε κάποιο συνενωτικό σχέδιο αλλά το θεμέλιο της και το εχέγγυο της δεν μπορεί να είναι άλλο από τον συνειδητό κοινό αγώνα των κοινοτήτων για να την πραγματώσουν. Το σχέδιο Ανάν θα μπορούσε να είναι μια βοήθεια λοιπόν προς αυτήν την κατεύθυνση.

Αν επιχειρήσουμε να δούμε ξανά τα πράγματα από την απόσταση που δημιούργησε ο χρόνος θα μπορούσαμε να πούμε ότι όλο εκείνο το πανάκριβο πολιτικό σήριαλ ήταν τελικά το μέσον που χρησιμοποιήθηκε για να εκτονωθεί το δυναμικό κλίμα επανένωσης που είχε προκύψει από την εξέγερση των Τουρκοκυπρίων και το άνοιγμα των οδοφραγμάτων. Οι δομές εξουσίας των κοινοτήτων χρησιμοποίησαν τις συνομιλίες για να επανακτήσουν την επιρροή που για μια στιγμή είχε ξεφύγει από τα χέρια τους στην μεν τουρκοκυπριακή πλευρά το χρονικό διάστημα των μεγάλων κινητοποιήσεων και στην ελληνοκυπριακή τις πρώτες μέρες του ανοίγματος των οδοφραγμάτων.

Από την περιπέτεια των συνομιλιών η ελληνοκυπριακή πλευρά κέρδισε την ένταξη στην ΕΕ αλλά μέσα από το πολιτικό μπλοφάρισμα του Τάσσου Παπαδόπουλου- αποδοχή της επιδιαιτησίας και ανατροπή της από τον ίδιο στα δημοψηφίσματα- βρέθηκε σε διπλωματική απομόνωση. Μπορεί κάποιος να διερωτηθεί, βλέποντας και τη συνέχεια, αν η διπλωματική πιρουέτα του Τάσσου Παπαδόπουλου δεν ήταν όπως συχνά θεωρείται μια ανόητη μπλόφα που ξεσκεπάστηκε από το ναι στην επιδιαιτησία του Ντενκτάς, αλλά μια ηθελημένη κίνηση ματ ενάντια στην ομοσπονδία και υπέρ μιας πολιτικής συμφωνημένης διχοτόμησης (βλέπε συνάντηση με Σερντάρ Ντενκτάς στην Στράκκα πριν τα δημοψηφίσματα του 2004).

Η πολιτική του Δημήτρη Χριστόφια στο Κυπριακό έπρεπε επειγόντως να σπάσει αυτή την απομόνωση και τα κατάφερε ως ένα βαθμό επιμένοντας ότι οι Ελληνοκύπριοι εξακολουθούν να επιθυμούν λύση δικοινοτικής διζωνικής ομοσπονδίας. Η συμμαχία του όμως με το ΔΗΚΟ το έθετε ευθύς εξ αρχής σε περιορισμούς που το υποχρέωσαν να ξαναρχίσει τις συνομιλίες σχεδόν από την αρχή και να σπαταλά τον χρόνο.
Συνηθίζεται να επιρρίπτεται η ευθύνη στην Τουρκία για το αδιέξοδο στο κυπριακό. Είναι μια θέση που έχει μεγάλη δόση αλήθειας. Είναι όμως εξίσου αληθινό ότι μεγάλα προσκόμματα στην πρόοδο του κυπριακού θέτει η ελληνοκυπριακή αντιπολίτευση, η οποία με διάφορες αιτιάσεις απορρίπτει κάθε βήμα προόδου. Αυτή η πολιτική της απόρριψης ακολουθείται μεθοδικά από την στιγμή που έγινε δεκτή η διζωνική δικοινοτική ομοσπονδία. Η απόρριψη γίνεται κατά καιρούς από διάφορους με διαφορετικούς τρόπους.

Το ΑΚΕΛ παρέμεινε ουσιαστικά μόνο του να εμφανίζεται ταυτισμένο με την αναζήτηση λύσης. Διαπιστώνουμε ότι τα τέσσερα κόμματα του ενδιάμεσου χώρου φλερτάρουν με την ιδέα της εγκατάλειψη της ΔΔΟ σε διαφορετικό βαθμό το καθένα και κάτω από διαφορετικές αιτιολογήσεις.

Είναι ενδιαφέρον ότι ο ΔΗΣΥ, το κόμμα που είχε ταχθεί υπέρ του σχεδίου λύσης, κάνει βήματα πρόσφατα με τα οποία σχετικοποιεί την δέσμευση του έναντι της ΔΔΟ. Παρά το ότι φραστικά φαίνεται να επιμένει στην πολιτική του, κάνει μικρά βήματα που το απομακρύνουν. Πρώτα πρώτα κάνει αναφορά σε μια ομοσπονδία την οποία χαρακτηρίζει, ότι κι αν σημαίνει, χαλαρού τύπου ομοσπονδία. Δεύτερο προτείνει συνομιλίες στις οποίες δεν θα μετέχει ο πρόεδρος αλλά ένας εκπρόσωπος της κοινότητας ο οποίος θα δεσμεύεται έναντι του εθνικού συμβουλίου. Ο εκπρόσωπος αυτός θα μετέχει σε συνομιλίες στις οποίες θα μετέχουν εκτός από την τουρκοκυπριακή πλευρά παρατηρητές από τις εγγυήτριες δυνάμεις και άλλες χώρες. Είναι αναπόφευκτο την υποβάθμιση της ελληνοκυπριακής εκπροσώπησης να ακολουθήσει υποβάθμιση της τουρκοκυπριακής. Είναι σαφές ότι η δέσμευση του εκπροσώπου από το εθνικό συμβούλιο θα τον εμποδίζει να προχωρήσει προς την λύση όπως είδη συμβαίνει κατά κανόνα χωρίς καν να υπάρχει αυτή η δέσμευση. Είναι επίσης σαφές ότι η πρόταση Αναστασιάδη (η οποία αφενός χαμηλώνει το επίπεδο συνομιλιών και αφετέρου τις διευρύνει με συμμετοχή εκπροσώπων άλλων χωρών) μοιάζει περισσότερο με μια προληπτική κίνηση η οποία έχει κύριο της στόχο την αντιμετώπιση τυχόν κρίσεων που θα προκύπτουν από την πορεία «ταιβανοποίησης» του μη αναγνωρισμένου τουρκοκυπριακού κράτους. Η ένταση των κρίσεων ήδη προαναγγέλλεται με διάφορά γεγονότα που σχετίζονται με τα κοιτάσματα υδρογονανθράκων και με την κυπριακή ΑΟΖ.

Τα τελευταία χρόνια τίθεται κατά καιρούς το ερώτημα αν το ΑΚΕΛ προωθεί με ειλικρίνεια την λύση του κυπριακού και την ομοσπονδία. Το ερώτημα δεν έχει αυτό καθ’ αυτό αξία. Το ουσιώδες στην πολιτική είναι ο συσχετισμός της επιθυμίας με μια αποτελεσματική δράση. Με βεβαιότητα μπορούμε να πούμε ότι παρά τις όποιες προσπάθειες του κυβερνόντος ΑΚΕΛ, διαμορφώνεται ένα πλαίσιο ανόδου του εθνικισμού και των διχοτομικών δυνάμεων.

Η όλη κατάσταση μου θυμίζει με αντίστροφο τρόπο την γραμμή του ΑΚΕΛ στη δεκαετία του 60 στο εθνοτικό μέχρι τότε ζήτημα. Το ΑΚΕΛ από την μια ακόμα και στο ίδιο του το καταστατικό υποστήριζε την Ένωση ( Το 68 ψήφισε στη Βουλή υπέρ της Ένωσης με τα άλλα κόμματα) ενώ παράλληλα επέλεγε την πραγματιστική πολιτική στήριξης της Ανεξαρτησίας (του εφικτού) του Μακάριου χωρίς να τολμά ωστόσο να προβεί σε καταστατική αλλαγή. Αυτό το έκανε αρκετά μετά το 74. Κατ’ αντιστοιχία, τυχόν συμμαχία του ΑΚΕΛ με το ΔΗΚΟ στις εκλογές θα σημαίνει πριμοδότηση της πολιτικής της απόρριψης, δηλαδή της διχοτόμησης, ενώ το ΑΚΕΛ θα επιμένει στην ομοσπονδιακή ρητορική του.

Η πολιτική της αποδοχής της διχοτόμησης (βλέπε ενδεχομένως ακόμα και την διεκδίκηση της) διαμορφώνεται πλέον όχι μόνο μέσα στο σύνηθες πλαίσιο λειτουργίας του κυπριακού αλλά και σε επίπεδο περιφερειακής πολιτικής. Αναφερόμαστε στην προσέγγιση Κύπρου Ισραήλ και την εν δυνάμει συμμαχία των δύο χώρων (καθώς και με την Ελλάδα) η οποία εντάσσει πλέον τα δύο κομμάτια της Κύπρου μέσα σε δύο αντίπαλα περιφερειακά στρατόπεδα και σταθεροποιεί την αντιπαράθεση μεταξύ τους.
Σαφής προπομπός της διαμόρφωσης αυτού του περιφερειακού συγκρουσιακού πεδίου είναι η θέσεις της Άγκυρας και της τουρκοκυπριακής αρχής ότι με την ανάληψη της προεδρίας της ΕΕ από την Κύπρο τερματίζουν τις συνομιλίες και παγώνουν οποιεσδήποτε επαφές τους με την ΕΕ που θα περνούν μέσα από την προεδρία της Κύπρου.

Μια πρόχειρη ανάγνωση των δηλώσεων της τουρκικής και τουρκοκυπριακής πλευράς προδιαγράφει την είσοδο της περιοχής σε μια περίοδο που παραπέμπει περισσότερο στον ψυχρό πόλεμο. Σε ένα ψυχρό πόλεμο όμως κατά την διάρκεια του οποίου τα θερμά επεισόδια δεν θα είναι υποχρεωτικά απόντα αφού η τουρκική πλευρά αναγγέλλει ήδη ερευνητικές διατρήσεις στα οικόπεδα της κυπριακής ΑΟΖ, την οποία και αμφισβητεί ευθέως. Η πρόταση του Αναστασιάδη για εσωτερική υποβάθμιση και ταυτόχρονα « διεθνοποίηση» της ομάδας διαπραγμάτευσης παραπέμπει μάλλον στην διαχείριση αυτών των θερμών επεισοδίων παρά στην επίλυση του Κυπριακού.

Το νέο συγκρουσιακό περιφερειακό πεδίο στην Ανατολική Μεσόγειο διαμορφώνεται μέσα στο διεθνές πλαίσιο της οικονομικής αστάθειας. Η Ευρωπαϊκή Ένωση είναι βυθισμένη στην κρίση του χρέους της, οι πολιτικές αντιπαραθέσεις με αντικείμενο την οικονομία ιδιαίτερα μέσα στην Ευρωζώνη δείχνουν να αυξάνονται και επομένως οι πολιτικές των χωρών της ΕΕ προς το περιβάλλον της θα είναι πιο δύσκολο να συγκλίνουν και να λειτουργούν σταθεροποιητικά. Ειδικά για την Κυπριακή Δημοκρατία η αισιοδοξία με την οποία επενδύεται η προσέγγιση με το Ισραήλ, δεν καλύπτει τις αναταράξεις στην πολιτική της γέφυρας με την Ανατολή που ακολουθούσε παραδοσιακά , και δεν καλύπτει βέβαια την αλλαγή στους συσχετισμούς ισχύος που προκαλεί η ελληνική κρίση. Σύντομα θα γίνει πιο καθαρή και η έκταση της οικονομικής κρίσης και στη χώρα μας.

Δεν υπάρχουν σχόλια: