να διεκδικήσει την εξουσία όμως, όχι την κυβέρνηση..
του Πέτρου Κοσμά
Αρκετές αναλύσεις και ποικίλες συζητήσεις συσχετίζουν άλλοτε θετικά και
άλλοτε αρνητικά τη λεγόμενη «αριστερή κυβέρνηση» ως τμήμα της
στρατηγικής μετάβασης προς το σοσιαλισμό, παρουσιάζοντας αρκετά ιστορικά
παραδείγματα και διανθίζοντας το όλο ζήτημα με επίκαιρες προεκτάσεις.
Η πλήρης πραγματικότητα είναι ότι σε μια άλλη εποχή του καπιταλισμού,
αυτό συνοδευόταν από την ύπαρξη του ανεπτυγμένου εργατικού κινήματος της
διαπραγμάτευσης. Από τη συνύπαρξη στον έναν ή τον άλλο βαθμό των δύο
συστημάτων (καπιταλιστικού και «υπαρκτού» σοσιαλισμού) και από μια άλλη
κοινωνική υπερδομή, όχι χαρακτηρισμένη από τον ατομικισμό, αλλά από τη
συλλογικότητα. Όλα τα κομμουνιστικά ρεύματα (από το ευρωκομμουνιστικό
και το τριτοδιεθνιστικό μέχρι το μαοϊκό και το τροτσκιστικό) θεωρούσαν
φυσιολογικό να υπάρχουν στα πολιτικά τους προγράμματα ενδιάμεσα τακτικά
βήματα που περιελάμβαναν κάποια μορφή κυβερνητικής εξουσίας. Πάντα στα
πλαίσια του καπιταλιστικού συστήματος και με στόχο τη συγκέντρωση
δυνάμεων για την παραπέρα επικράτησή τους.
Υπήρχε η εντύπωση ότι οι συνθήκες ευνοούσαν. Κάτι ο αντιαποικιακός
αγώνας, κάτι η ισορροπία των δύο υπερδυνάμεων, κάτι η γενικότερη αίγλη
της δημοκρατίας και του αντιφασισμού μετά το Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο,
έσπρωχναν εύκολα προς τέτοιες προγραμματικές κατευθύνσεις. Αυτά τα
ενδιάμεσα βήματα πάντα συνδέονταν με την αξιοποίηση του αστικού κράτους
για τη σταδιακή καταστροφή του και το μετασχηματισμό του σε
σοσιαλιστικό. Σε αντίθεση με τη λενινιστική διδασκαλία για το κράτος,
αλλά και τις ποικίλες ήττες που γνώρισε η τακτική αυτή ήδη στον 20ό
αιώνα.
Σήμερα, τα πράγματα έχουν όμως αλλάξει. Καμία από αυτές τις σχετικά
«ευχάριστες» συνθήκες δεν ισχύει. Η κρίση υπερσυσσώρευσης που μαίνεται
αδυσώπητη στο παγκόσμιο καπιταλιστικό σύστημα από το 1973 και μετά,
οδήγησε στο σάρωμα κάθε κατάκτησης των εργαζομένων. Η νέα αγριότερη φάση
της κρίσης, που ξέσπασε το 2008, οδηγεί τους πιο αντιδραστικούς κύκλους
των αγορών σε επίθεση στο ίδιο το αστικοδημοκρατικό πολίτευμα. Ποια
τακτική αριστερής κυβέρνησης εκείνης της παλιάς μορφής μπορεί να σταθεί
σε ένα τέτοιο τοπίο; Μάλλον καμία…
Οι όποιες αριστερόστροφες διαφοροποιήσεις μιας «αριστερής κυβέρνησης»
από τα άλλα αστικά κόμματα θα γίνονται σε επίπεδο ύφους και τακτικισμού.
Σε στρατηγικό επίπεδο όμως, αυτή θα προσαρμόζεται στην επιλογή της
υποστήριξης της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης και προοπτικά θα συμμορφώνεται με
τους σκληρούς όρους της ευρωζώνης. Η στόχευση σε μια «προοδευτική»
παραλλαγή της αστικής πολιτικής θα αδυνατεί να αμφισβητεί τον ίδιο τον
καπιταλισμό ως ένα αντιδραστικό πλέον σύστημα στον ιστορικό ορίζοντα της
ανθρωπότητας.
Αντιθέτως, παρόλο που οι παραγωγικές δυνατότητες της εργασίας έχουν
απογειωθεί, στοιχειοθετώντας πιο άμεσα την κομμουνιστική δυνατότητα, η
παρούσα κρίση και η απορρύθμιση της εργασίας θέτει το ζήτημα της
εξουσίας των δυνάμεων της εργασίας και όχι της «αριστερής κυβέρνησης».
Το εργατικό κίνημα, υποχρεωμένο πλέον από τις ιστορικές περιστάσεις,
πρέπει να διεκδικήσει την εξουσία. Όχι στο «παλαιό» ιστορικό σημείο
«σοσιαλισμός ή καπιταλισμός», αλλά στο επίκαιρο με φόντο την κρίση: Mε
δημοκρατικό – αντικαπιταλιστικό περιεχόμενο βάσει ενός προγράμματος
εξόδου από την κρίση, να θεμελιώσει την πάλη για το μετασχηματισμό της
κοινωνίας σε σοσιαλιστική από εκείνο το σημείο. Και να διεκδικήσει την
εξουσία όμως, όχι την κυβέρνηση…
Από την άλλη μεριά, η ριζοσπαστική και εν γένει η κομμουνιστική
Aριστερά, εκτός από την επισήμανση των κινδύνων μιας τεράστιας
εξαπάτησης του εργαζόμενου λαού ή μιας αντιδημοκρατικής εκτροπής, την
οποία μπορεί να επιφέρει μια αφελής εμμονή στο πείραμα της «αριστερής
κυβέρνησης», οφείλει να θέτει διαρκώς στους εργαζόμενους ένα αναλυτικό
και ολοκληρωμένο μεταβατικό πρόγραμμα εξουσίας. Σαν να επρόκειτο να
αναλάβει αύριο την κυβέρνηση και την εξουσία. Η περίοδος όπου οι γενικές
αιχμές θεωρούνταν επαρκείς έχει περάσει ανεπιστρεπτί.
Ο ρόλος του κομμουνιστικού κινήματος και ο συντακτικός του λόγος έχει
ιστορική υποχρέωση να επανέλθει στο προσκήνιο. Δεδομένου ότι τα ζητήματα
του χρέους, της ΕΕ και του ευρώ ήδη αποτελούν ζητήματα πρώτης γραμμής
της παρέμβασης της αντικαπιταλιστικής Aριστεράς, αυτή οφείλει στο
πολιτικό ζήτημα να εκδηλώσει το χαρακτήρα του δημοκρατικού πολιτεύματος
και του συντάγματος. Στο εθνικό ζήτημα να αποτυπώσει συνολικά τον
γεωπολιτικό προσανατολισμό της χώρας. Και φυσικά, στο κοινωνικό ζήτημα
να ξεκαθαρίσει ποιο θα είναι το ιδιοκτησιακό καθεστώς των μεγάλων
μονοπωλιακών ομίλων, τη δομή και τη μορφή οργάνωσης της οικονομικής
δραστηριότητας, στα πλαίσια του εργατικού ελέγχου και της
συνεταιριστικής επιχείρησης. Να ορίσει τη δομή και το περιεχόμενο μιας
νέας βιομηχανικής ανάπτυξης της χώρας, στηριγμένης στις δημόσιες
επενδύσεις και στα πανεπιστημιακά ιδρύματα που θα πρέπει να λειτουργούν
βάσει των αναγκών της κοινωνίας. Σημειωτέον ότι η σύνδεση της επιστήμης
με την παραγωγή και την εργασία είναι επιθυμητή. Αρκεί οι δυνάμεις της
εργασίας να θέσουν τους δικούς τους όρους για να είναι ρεαλιστική η
δυνατότητα διαχείρισης προς όφελός τους.
Υπό το πρίσμα αυτό και μόνο, οι σπίθες ενός νέου εργατικού διαφωτισμού του 21ου αιώνα μπορούν να ανάψουν.
(Δημοσιεύθηκε στην Εφημερίδα ΠΡΙΝ, 05/05/2012)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου