8 Ιουλ 2012

Περιβαλλοντική πολιτική


ΕΝΕΡΓΕΙΑ
Ο χαρακτήρας και το μέγεθος της οικολογικής κρίσης οφείλεται κυρίως στο καπιταλιστικό μοντέλο ανάπτυξης, το οποίο βασίζεται στην οικονομική μεγέθυνση και επικράτησε, τις τελευταίες δεκαετίες μέσω της «μονόδρομης» νεοφιλελεύθερης πολιτικής, σε παγκόσμιο επίπεδο. Είναι πλέον φανερό ότι τα «σύγχρονα» μοντέλα ανάπτυξης, που βασίστηκαν στην υπερεκμετάλλευση των διαθέσιμων πόρων και την υπερκατανάλωση, έχουν δημιουργήσει τρομακτικά αδιέξοδα, εξαφανίζουν οριστικά μορφές ζωής από τον πλανήτη και απειλούν, στο ορατό μέλλον, την ίδια την επιβίωση των ανθρώπων πάνω στη Γη.
Η Κύπρος πληρώνει εκατομμύρια Ευρώ λόγω υπέρβασης του ορίου εκπομπής ρύπων.
O ενεργειακός σχεδιασμός δυστυχώς βασισμένος στα ορυκτά καύσιμα – πετρέλαιο και φυσικό αέριο – απλά επιβαρύνει τις εκπομπές ρύπων, είναι αντιοικονομικός (αδιακρίτως και άνισα οι πολίτες επιβαρύνονται) και ρυπογόνος. Η ανάπτυξη των ΑΠΕ (Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας) έχει καθυστερήσει υπερβολικά, λόγω της απουσίας πολιτικής βούλησης, επαρκούς θεσμικού πλαισίου και αξιόπιστων μηχανισμών χωροθέτησης, αδειοδότησης και ελέγχου. Η προώθηση των ΑΠΕ (ηλιακή ενέργεια, αιολική ή και συνδυασμός των δύο, γεωθερμική, ηλιοθερμική ενέργεια, βιοαέριο-βιομάζα) είναι αναγκαία και επείγουσα. Πέρα από τα περιβαλλοντικά οφέλη, αναμένεται να συμβάλει στην ασφάλεια του ενεργειακού εφοδιασμού, στη σταθερότητα των τιμών ενέργειας, στη δημιουργία ποιοτικών θέσεων εργασίας σε αποκεντρωμένη βάση και στην παραγωγή εγχώριας τεχνογνωσίας. Ιδιαίτερα για τις μικρές μονάδες ΑΠΕ, όπως είναι η εγκατάσταση ηλιακών συστημάτων σε οροφές κατοικιών, θα πρέπει να δοθούν ισχυρά κίνητρα (γενναία χρηματοδότηση και απλούστευση της διαδικασίας αδειοδότησης τους), έτσι ώστε να μπορούν να επωφεληθούν όλοι οι πολίτες από την ανάπτυξη των ΑΠΕ στην Κύπρο και παράλληλα να αξιοποιηθούν οι οροφές των κτιρίων με τον καλύτερο δυνατό τρόπο.
Οι ενεργειακοί στόχοι της ΕΕ σε κοινοτικό και εθνικό επίπεδο, (οι γνωστοί «20-20-20») συνοψίζονται στα παρακάτω σημεία:
  • 20% μείωση των εκπομπών αερίων θερμοκηπίου σε σχέση με τα επίπεδα του 1990
  • 20% συμμετοχή των ΑΠΕ στην τελική ενεργειακή κατανάλωση
  • 20% εξοικονόμηση ενέργειας
  • 10% συμμετοχή των ΑΠΕ, στη συνολική κατανάλωση μεταφορών
Για την Κύπρο, το ποσοστό ΑΠΕ στην τελική κατανάλωση το 2020 πρέπει να είναι τουλάχιστον 13%. Εκτιμάται ότι για το 2011, η το ποσοστό της ηλεκτροπαραγωγής από Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας στην Κύπρο ήταν μόλις 3,1% (0,2% από Φωτοβολταϊκά συστήματα, 2,1% από Αιολικά Πάρκα και 0,8% από Σταθμούς Βιοαερίου). Σύμφωνα με το Εθνικό Σχέδίο Δράσης της Κύπρου για την Παραγωγή ενέργειας από ΑΠΕ, το έτος 2020 ο στόχος Ηλεκτροπαραγωγής από ΑΠΕ ανέρχεται στο 16% επί του συνόλου του ηλεκτρισμού. Επομένως, πρέπει να καταρτιστεί ο κατάλληλος ενεργειακός σχεδιασμός και να διασφαλιστεί η υλοποίηση του, έτσι ώστε η Κύπρος να υπερβεί αυτόν τον στόχο, καθώς επίσης και τους υπόλοιπους πράσινους στόχους που έχουν τεθεί.
Η εκμετάλλευση του φυσικού αερίου μας οδηγεί σε ατραπούς με ανάλογα κέρδη, αλλά και επιζήμιες επιπτώσεις στα οικοσυστήματα στην Κύπρο. Μπορεί να είναι από τα λιγότερα ρυπογόνα ορυκτά καύσιμα, αλλά θα πρέπει να αφήσουμε αποθέματα για τις επόμενες γενιές, άρα θα πρέπει ένα ποσοστό να παραμείνει αποθεματικό.
Η συμφωνία θα πρέπει να τηρείται από ένα φορέα που θα σέβεται τα δικαιώματα του πολίτη, ο οποίος θα καρπούται μέρος των κερδών, με συμφέρουσα τιμή προς τον καταναλωτή σε μικρό ποσοστό εκμετάλλευσης.
Θα πρέπει να γίνουν μελέτες επιπτώσεων για το περιβάλλον (Μ.Ε.Ε.Π) και στο χώρο εξόρυξης του φυσικού αερίου Φ.Α, καθώς στο τερματικό όπου θα γίνεται η υγροποίηση.

Διαχείριση υδάτων

Για την ανατροπή των δεδομένων της κατάστασης που επικρατεί σήμερα χρειάζεται πολιτική βούληση και αλλαγή της πολιτικής που ακολουθείται για την διαχείριση των υδάτινων πόρων, έτσι ώστε να σημειωθεί βελτίωση της εφαρμογής της Οδηγίας Πλαίσιο για τα Ύδατα και να γίνει εφαρμογή της υφιστάμενης εθνικής νομοθεσίας.

Η διαχείριση που γίνεται από το Τμήμα Ανάπτυξης Υδάτων του Υπουργείου Γεωργίας, Φυσικών Πόρων και Περιβάλλοντος θα πρέπει να αλλάξει. Το κράτος πωλεί το νερό στους Δήμους και τα Συμβούλια Υδατοπρομήθειας (Λευκωσία, Λεμεσό, Λάρνακα).

Η διαχείριση της ποσότητας του νερού από τα φράγματα είναι ακριβή, ενώ οι αφαλατώσεις είναι ακριβότερες, καθώς δεν διαχωρίζονται οι χρώσεις της ύδρευσης και της άρδευσης. Ως αποτέλεσμα, το έλλειμμα συμπληρώνεται με τις αφαλατώσεις και βέβαια το κόστος το πληρώνει ο καταναλωτής.

Σύμφωνα με την Οδηγία της Ε.Ε θα πρέπει να διαχωρίζεται και π.χ το νερό από τη βιομηχανία να κοστολογείται ανάλογα και να ισχύει η αρχή «ο ρυπαίνων πληρώνει», έτσι ώστε ο πολίτης να καρπούται ισότιμα τους υδάτινους πόρους.

Μέχρι στιγμής, δεν εφαρμόζεται η οδηγία της ΕΕ όσον αφορά την τιμολόγηση. Θα πρέπει να αυξηθούν τα αποθέματα με την λιγότερη δυνατή ζημιά, ενώ το νερό κοστίζει ήδη πολύ ακριβά στον καταναλωτή που πληρώνει πολύ υψηλές τιμές από τις αφαλατώσεις για την καλλιέργεια πορτοκαλιών και πατατών.

Για δεκαοκτώ ολόκληρους μήνες δεν έχει συνεδριάσει η Επιτροπή στο Τμήμα Αναπτύξεως Υδάτων, ο ρόλος της οποίας είναι συμβουλευτικός (Ένωση Δήμων – Μη κυβερνητικές Οργανώσεις) προς τον Υπουργό. Η Ε.Ε επιδοτεί τα 2/3 και η Κυπριακή Δημοκρατία το 1/3 για το Σχέδιο Διαχείρισης, ενώ μέσω του ανεπαρκούς ελέγχου εφαρμογής του καταστρέφονται οι υπόγειοι υδροφορείς, κυρίως από τις παράνομες διατρήσεις, με κίνδυνο υφαλμύρισης.

Οι αφαλατώσεις είναι αντιοικονομικές (1.30 ευρώ/1m3) και επιζήμιες (είτε δουλεύουν, είτε όχι το πληρώνει ο καταναλωτής), καθώς επίσης και ενεργοβόρες, με αρκετά δυσμενείς περιβαλλοντικές επιπτώσεις.

Το νερό από τα φράγματα με διύλιση είναι ποιοτικά πολύ ανώτερο, χρειάζεται επέκταση των υφιστάμενων διυλιστηρίων. Το κόστος είναι 10 σεντ /1m3.

Καμία ιδιωτικοποίηση των επιχειρήσεων ύδρευσης. Το νερό πρέπει να συνεχίσει να αποτελεί δημόσιο και κοινωνικό αγαθό.
Αντωνία Λ

Δεν υπάρχουν σχόλια: