Ενώ φάνηκε σε κάποια στιγμή, μετά από
την συνηθισμένη σκηνή θεατρικού πανικού
για τα "επερχόμενα χρονοδιαγράμματα
και επιδιαιτησίες", ότι τα κόμματα
θα έμπαιναν σε κάποια φάση σοβαρότητας,
η προοπτική εξανεμίστηκε ξανά με φόντο
πάλι το 2013. Έτσι στην τελευταία συνεδρία,
ενώ αναμενόταν να βρεθούν κάποιες έστω
αόριστες συγκλίσεις, ξαφνικά η κατάληξη
ήταν η μη-απόφαση. Από μια πρακτική
άποψη, η μη-απόφαση απλά καταγράφει ότι
οι διαφωνίες σε αυτό το στάδιο διαπλέκονται
με τις προεκλογικές στρατηγικές και
άρα κάθε θέση, θα έχει και το βάρος μια
σύγκλισης.
Από την πλευρά της κυβέρνησης και του
ΑΚΕΛ, η βασική εισήγηση ήταν να
επαναβεβαιωθεί η συμφωνία του 2009 και
να δηλωθεί η αποφυγή πιέσεων για πολυμερή
χωρίς πρόοδο στα εσωτερικά. Από την
πλευρά της απορριπτικής αντιπολίτευσης
το ζητούμενο ήταν να προβάλουν φυσικά
τις διαφωνίες τους με συγκλίσεις με τις
οποίες διαφωνούν αλλά ταυτόχρονα να
παίξουν κάπως και με την δαιμονοποίηση
θέσεων. Η επίμονη λ.χ. στην θέση για τους
Τούρκους μετανάστες είναι χαρακτηριστική:
όπως και με την εκ περιτροπής προεδρία
δεν υπάρχει πιθανότητα λύσης χωρίς να
μείνουν έποικοι και να χωρίς να καθοριστεί
ποιό ποσοστό μετανάστευσης από την
Τουρκία θα είναι αποδεκτό. Αυτό είχε
γίνει κατανοητό και από τους προηγούμενους
προέδρους και λογικά είναι κατανοητό
από τους πολικούς που σκέφτονται με
όρους διαχείρισης του κυπριακού και
όχι απλά συντήρησης του μικρού τους
ποσοστού. Η προβολή, λοιπόν, της εναντίωσης
στο θέμα της παραμονής εποίκων ή στο
ότι θα υπάρχει τούρκικη μετανάστευση
μετά την λύση, απλώς αφαιρεί από την
συζήτηση την οπτική της πραγματικότητας.
Ότι τελικά η μετανάστευση υπάρχει και
θα αυξάνεται και ότι θα είναι ντε φάκτο
κέρδος για την Ε/Κ πλευρά, αν τελικά
δεχθεί η Τουρκία και οι Τ/Κ να περιοριστεί
το ποσοστό στο ένα τέταρτο της ελληνικής
μετανάστευσης . Και όμως, είναι ακριβώς
τέτοια σημεία που ήθελαν να προβάλουν
οι πολιτικοί του απορριπτικού μπλοκ.
Σε ένα βαθμό γνωρίζουν ότι κανένας
«σοβαρός συνομιλητής» [εξού και η ατάκα
του Χριστόφια «είσαστε σοβαροί πολιτικοί
με αυτές τις θέσεις;»] δεν θα μπορούσε
να αποσύρει προτάσεις στην μέση της
διαπραγμάτευσης ιδιαίτερα προτάσεις
που ευνοούν συγκριτικά την πλευρά που
εκπροσωπεί. Ο Μ. Κάρογιαν κινήθηκε όπως
πάντα στο πλαίσιο της "ενότητας"
αλλά και των ρητορικών των απορριπτικών
του κόμματος του, ενώ ο Ν. Αναστασιάδης
προτίμησε να ταυτιστεί με τους
απορριπτικούς, αφού μια τέτοια ταύτιση
τον βοηθά να αποφύγει την δική του εν
δυνάμει αμφιλεγόμενη θέση για πολυμερή
υπό εξέλιξη, ή και τις θέσεις για κάπως
αδύνατο κεντρικό ομόσπονδο κράτος,
ιδιαίτερα την στιγμή που η έμφαση των
απορριπτικών είναι τα διαιρετικά
στοιχεία της ομοσπονδίας σαν να επρόκειτο
το σύνταγμα θα το συντάξουν μόνοι τους
οι Ε/Κ.
Οι προσωπικές αντιπαραθέσεις οι οποίες
διέρρευσαν αμέσως, είχαν το αίσθημα των
γνωστών διαφοροποιήσεων: όταν ο Χριστόφιας
έθεσε θέμα έλλειψης αρχείων από την
περίοδο Κληρίδη [στην προσπάθεια του
να τεκμηριώσει την εξέλιξη των θέσεων
της ε/κ πλευράς], ο Α. Νεοφύτου προσπάθησε
να μετατοπίσει το θέμα στην πληροφόρηση
των Ομήρου και Κάρογιαν ως προέδρων
της βουλής. Όταν ο Χριστόφιας έθεσε θέμα
εμπιστοσύνης με βάση το τι λένε οι
πολιτικοί κάτ’ ιδίαν και δημόσια,
χρησιμοποιώντας ως παράδειγμα την σχέση
που είχε με τον Κληρίδη, θίχτηκε ο Ομήρου
ότι δεν υπήρχε «σεβασμός στους θεσμούς»
ενώ την επομένη ο Φιλελεύθερος αναπαρήγαγε
την θέση του. Η ειρωνεία βέβαια είναι
ότι ο κ. Ομήρου εκλέχθηκε με ένα είδος
"θεσμικής αποστασίας" [με βάση την
ιστορική ρητορική του κόμματος του]
όταν ο Κουλίας σαν νέος Μητσοτάκης
ψήφισε ότι επέβαλλε το συμφέρον
συγκεκριμένων κέντρων εξουσίας. Και ο
ίδιος ο Φιλελεύθερος, τότε, λειτουργούσε
σαν χώρος διαπραγμάτευσης: είχε
δημοσιεύσει πρωτοσέλιδα την πρόταση
Κουλία να δοθεί έδρα στον Γ. Κολοκασίδη
για να στηρίξει τον Κάρογιαν.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου